
17 03 2025 | 07:44
Στις προκλήσεις που αναδύονται για τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, αναφέρθηκε η Νεκταρία Καρακατσάνη, σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Καταναλωτή (15η Μαρτίου).
Παρακάτω, συνοψίζονται κάποιες επισημάνσεις που αφορούν και τη χώρα μας.
- Ένα θεμελιώδες ζήτημα είναι ότι η τελική τιμή της κιλοβατώρας (kWh) αποκλίνει αισθητά από τις τιμές που προβάλλονται ως σημείο αναφοράς στις διαφημιστικές καμπάνιες των παρόχων. Ειδικότερα, το ανταγωνιστικό σκέλος των τιμολογίων σε αρκετές χώρες έχει υποχωρήσει σε ποσοστά κάτω του 50% του συνολικού, ενεργειακού κόστους. Καταλυτική παράμετρος είναι η ισχυρή άνοδος των ρυθμιζόμενων χρεώσεων, ιδίως την τελευταία δεκαετία, προκειμένου να επιτευχθεί η προσαρμογή στις σύνθετες και πολλαπλές προκλήσεις της πράσινης μετάβασης.
- Επιπρόσθετα, σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον, η δομή της τιμολόγησης στη λιανική αγορά αποδίδει αυξανόμενη βαρύτητα στις σταθερές συνιστώσες (πάγια) έναντι των μεταβλητών (τιμή κιλοβατώρας). Διαμετρικά αντίθετη ωστόσο, είναι η έμφαση που διέπει τις διαφημιστικές εκστρατείες. Αυτή η διαφοροποίηση προκαλεί ένα σοβαρό χάσμα ανάμεσα στις προσδοκίες που καλλιεργούν οι προμηθευτές και την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν εν τέλει, οι καταναλωτές.
- Ενδεικτικά, στη χώρα μας, το τελευταίο διάστημα διαπιστώνονται ισχυρές αυξήσεις των παγίων καθώς και αύξηση των απωλειών στο δίκτυο, με άνοδο του σχετικού συντελεστή από το 13% στο 16.2 % (18%, με την κανονικοποίηση που αναμένεται). Αυτό πρακτικά, σημαίνει ότι το 1/6 της ενέργειας «χάνεται», και αυτή η απώλεια επιβαρύνει το σύνολο των καταναλωτών. Η επιβάρυνση αυτή θα μπορούσε να αμβλυνθεί με την εφαρμογή μηχανισμού κινήτρων για τον περιορισμό του κόστους απωλειών και την κατανομή του με τον Διαχειριστή του Δικτύου (όπως π.χ. ο μηχανισμός που είχε θεσπιστεί το 2020).
- Αναφορικά με την εξέλιξη των παγίων, ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μετάπτωση των καταναλωτών της δεσπόζουσας εταιρείας σε πράσινα τιμολόγια από 1.1.2024, η οποία συνοδεύτηκε αυτομάτως, από την εφαρμογή μηνιαίου παγίου 5 ευρώ (έναντι 0.3 έως 1 ευρώ προηγουμένως). Από επιχειρηματικής πλευράς, η κίνηση αυτή ήταν εύστοχη, καθώς δημιούργησε ένα ετήσιο έσοδο της τάξης των 300 εκατ. ευρώ, με επίπτωση ωστόσο, στο ύψος των λογαριασμών (της τάξης των 50 ευρώ ετησίως), η οποία αφορά και παροχές με μηδενικές καταναλώσεις (σπίτια που δεν κατοικούνται).
- Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι υφίστανται πλέον τιμολόγια με πάγια έως 17 ευρώ τον μήνα (204 ευρώ τον χρόνο). Τα κόστη αυτά συνδέονται ίσως, σε κάποιο βαθμό, με την αύξηση του επενδυτικού κόστους των προμηθευτών (όπως capex IT) καθώς και του κόστους προσέλκυσης πελατών.
- Αν εστιάσουμε στο πραγματικό κόστος που αντιμετωπίζει ένας μέσος καταναλωτής, αναλύοντας μηνιαία στοιχεία κατά την τελευταία εξαετία, προκύπτει ότι ο ετήσιος λογαριασμός ηλεκτρικής ενέργειας (άθροισμα ανταγωνιστικών και ρυθμιζόμενων χρεώσεων) έχει αυξηθεί, μεσοσταθμικά, από 493 ευρώ το 2019 σε 796 ευρώ το 2024 (χωρίς να λαμβάνουμε υπόψη ΦΠΑ και άλλα τέλη). Πρόκειται για μια αύξηση 61%, η οποία συνιστά ένα από τα πιο ουσιαστικά ζητήματα στον οικογενειακό προϋπολογισμό.
- Συγχρόνως, η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους διαχέεται στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, πυροδοτώντας την άνοδο του δομικού πληθωρισμού. Αν εστιάσουμε μάλιστα, στο ανταγωνιστικό σκέλος των λογαριασμών, το ποσό που καταβάλλει ο τυπικός καταναλωτής του παραδείγματος, έχει υπερδιπλασιαστεί, από 287 ευρώ το 2019 σε 605 ευρώ το 2024 (με τον δείκτη TTF να έχει υπερ-τριπλασιαστεί στο ίδιο διάστημα).
- Θα πρέπει να τονιστεί ότι η προαναφερθείσα, αλματώδης αύξηση, που αποτυπώνεται στους λογαριασμούς ρεύματος έχει ήδη περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό με παρεμβάσεις της πολιτείας. Ειδικότερα, στο μέσο νοικοκυριό του παραπάνω παραδείγματος, έχει εφαρμοστεί κρατική επιδότηση 1130 ευρώ, σωρευτικά, από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης έως τα τέλη του 2024. Διαφορετικά, η αύξηση των τιμολογίων θα ήταν εκρηκτική.
- Υπό το πρίσμα της στατιστικής, ένα σημείο που εντοπίζουν κάποιοι μελετητές είναι ότι οι αναλύσεις της λιανικής αγοράς ηλεκτρισμού που διενεργούνται με μέσες ετήσιες ή εξαμηνιαίες τιμές (στοιχεία Eurostat) δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα, την πραγματικότητα που βιώνουν πλέον οι καταναλωτές. Αυτό συμβαίνει γιατί οι συγκεντρωτικές αναλύσεις εξομαλύνουν τις έντονες μηνιαίες διακυμάνσεις και ιδίως, ένα παγιωμένο πλέον χαρακτηριστικό των αγορών χονδρεμπορικής, τις ακραία υψηλές τιμές σε περιόδους υψηλής ζήτησης. Είναι επομένως σημαντικό, στο νέο περιβάλλον, οι συγκρίσεις να διενεργούνται με μηνιαία δεδομένα.
- Αν αξιοποιήσουμε τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, που περιλαμβάνουν όλες τις χρεώσεις και τους φόρους, η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα για νοικοκυριά με καταναλώσεις 2500-4999 MWh, εμφανίζεται αυξημένη κατά 36% στο 1ο εξάμηνο του 2024 συγκριτικά με το 1ο εξάμηνο του 2019. Πιο συγκεκριμένα, η μεσοσταθμική τιμή έχει αυξηθεί από 159.5 σε 217.3 €/ΜWh. Σε ποσοστιαίους όρους, η αύξηση που διαπιστώθηκε στην ΕΕ είναι αντίστοιχου μεγέθους (32%), ενώ αναμένονται με ενδιαφέρον τα στοιχεία του 2ου εξαμήνου, που θα δημοσιευτούν στις 24 Απριλίου 2025.
- Επιπλέον, αν ληφθεί υπόψη, η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, η ανηγμένη τιμή στην Ελλάδα έχει μεταβληθεί από 193.3 μονάδες το 1ο εξάμηνο του 2019 σε 263.3 μονάδες το 1ο εξάμηνο του 2024, έναντι τιμών 216.1 και 286.8, αντιστοίχως, στην ΕΕ. Είναι αξιοσημείωτο ότι με την αναγωγή σε όρους αγοραστικής δύναμης, η Ελλάδα καθίσταται πλέον ακριβότερη από την Αυστρία και την Ολλανδία, οι οποίες διαθέτουν ωστόσο, υψηλότερα επίπεδα διασυνδέσεων και επομένως, περισσότερες εναλλακτικές.
- Συγχρόνως, τα τιμολόγια ενέργειας στη χώρα μας παραμένουν, μεσοσταθμικά, πιο οικονομικά από την Ιταλία, όπου η αύξηση ανήλθε στο 46%. Είναι επίσης αποκαλυπτικό ότι η τιμή του ρεύματος στην Ισπανία, που αναφέρεται συχνά στον δημόσιο διάλογο, έχει αυξηθεί μόλις κατά 3% στο δεδομένο διάστημα, αλλά παραμένει οριακά ακριβότερη από την Ελλάδα, καθώς τα τιμολόγια εκεί ήταν εξ’ αρχής πιο ακριβά.
- Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί ότι στο νέο, πολύπλοκο περιβάλλον, τα όρια του ανταγωνισμού και των αθέμιτων πρακτικών γίνονται πλέον πιο δυσδιάκριτα. Η εποπτεία των αγορών καθίσταται πιο σύνθετη στις ευμετάβλητες συνθήκες που διαμορφώνει η πράσινη μετάβαση, η γεωπολιτική ρευστότητα, οι διεθνείς πληθωριστικές πιέσεις, αλλά και οι βαθμοί ελευθερίας / περιορισμοί που απορρέουν από τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς.
- Ενδεικτικά, τον Ιούλιο του 2024, τα έσοδα των μονάδων φυσικού αερίου στην Ελλάδα υπερέβησαν το μεταβλητό τους κόστος κατά 130 εκατ. ευρώ. Αντιθέτως, τον Ιούλιο του 2023, το αντίστοιχο ποσό δεν ξεπέρασε το 1 εκατ. ευρώ, συνολικά και σε μηνιαία βάση, καθώς βρισκόταν σε εφαρμογή μηχανισμός ανάκτησης υπερ-εσόδων (που ήταν συμβατός με τους ευρωπαϊκούς κανονισμούς στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, λόγω της ενεργειακής κρίσης). Η σύγκριση είναι αποκαλυπτική. Ενδιαφέροντα στοιχεία προκύπτουν επίσης, για άλλους 6 μήνες του 2024, καθώς και για τις αρχές του 2025.
- Στο τοπίο αυτό, της υψηλής μεταβλητότητας τιμών και χρηματορροών, επαφίεται στα κράτη να αξιολογήσουν την απόκλιση των υπερ-εσόδων των παραγωγών από ένα εύλογο επίπεδο, και να εφαρμόσουν μέτρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων και την προστασία των καταναλωτών ενέργειας. Εν απουσία μόνιμων και εφαρμόσιμων μηχανισμών, με σαφείς παραμέτρους, το ποσοστό των υπερ-εσόδων που μετακυλίεται εντέλει στους καταναλωτές, μπορεί να αποδειχθεί περιορισμένο, στην πράξη.
- Επιπλέον, η συγκράτηση των τιμών λιανικής, χωρίς διαφανείς όρους, μέσω της μετακύλισης υπερ-κερδών από τον τομέα της παραγωγής, εγείρει ζητήματα σταυροειδών επιδοτήσεων μεταξύ δραστηριοτήτων, ενώ εντείνει και τις ασυμμετρίες ως προς τους μη καθετοποιημένους παρόχους. Στο πλαίσιο αυτό, η εφαρμογή επιθετικών πολιτικών (win-back), η άρση παραμέτρων όπως η καταβολή εγγύησης, η απότομη κλιμάκωση χρεώσεων μετά από μια συγκεκριμένη κατανάλωση ή η μετάπτωση σε δυσμενείς όρους μετά από μια αρχική περίοδο ελκυστικών χρεώσεων, καθιστούν εξαιρετικά σύνθετη την αξιολόγηση των ανταγωνιστικών συνθηκών και επιτακτική ανάγκη την διαρκή προστασία των καταναλωτών από καταχρηστικές πρακτικές.
- Στα σοβαρά αυτά ζητήματα, ο δημόσιος διάλογος είναι πάντα εποικοδομητικός και αποτυπώνει πληθώρα απόψεων. Κάποιοι φορείς της αγοράς θα θεωρούν ότι η θέσπιση μηχανισμών «εξορθολογισμού» των ακραίων τιμών χονδρεμπορικής αποτελεί παρέμβαση στην «ελεύθερη» λειτουργία και τα σήματα της αγοράς και ότι υπονομεύει την επενδυτική ορατότητα. Άλλοι, θα εκλαμβάνουν τα όποια μέτρα ως μια προσωρινή και μερική διόρθωση στρεβλώσεων, χωρίς ωστόσο, να αντιμετωπίζονται οι δομικές ασυμμετρίες. Και κάποιοι θα αξιοποιούν την γεωπολιτική αστάθεια, για να εφαρμόζουν πρακτικές κερδοσκοπίας.
- Αναμφίβολα, ο ενεργός ρόλος και η ενδυνάμωση των καταναλωτών αποτελούν βασικό ζητούμενο στην πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης. Σχετικά με τα δυναμικά τιμολόγια, είναι καθοριστικής σημασίας η σφαιρική ενημέρωση των καταναλωτών τόσο ως προς τους κινδύνους που ενέχουν όσο και ως προς τη δυναμική να επιφέρουν απτές μειώσεις στους λογαριασμούς.
- Ενδεικτικά, ένας οικιακός καταναλωτής στην Ευρώπη μπορεί να μετατοπίσει ενδεχομένως, ανάλογα και με την ευελιξία του προγράμματος του, τη χρήση κάποιων οικιακών συσκευών (πλυντηρίου ρούχων ή πιάτων, μαγειρικής εστίας) σε ώρες μηδενικών τιμών (λόγω πλεονάσματος ΑΠΕ) και να προγραμματίσει κατάλληλα, τη φόρτιση του ηλεκτρικού του αυτοκινήτου, αλλά παράλληλα, κινδυνεύει να εκτεθεί σε επίπεδα τιμών της τάξης των 1000 ευρώ /ΜWh από τη χρήση κλιματιστικών σε ώρες βραδινής αιχμής. Το πλαφόν επομένως, που θα καθορίσει η ρυθμιστική αρχή σχετικά με το επίπεδο έκθεσής του σε ακραίες τιμές και εν γένει, η δομή της δυναμικής τιμολόγησης συνιστούν παραμέτρους κομβικής σημασίας.
- Επισημαίνεται επίσης, ότι η δυναμική τιμολόγηση εφαρμόζεται ήδη στην Ελλάδα στην μέση τάση, όπου οι επιχειρήσεις διαθέτουν ωρομέτρηση και στην πλειονότητα τους (βιομηχανικοί /εμπορικοί καταναλωτές) έχουν ήδη εξαντλήσει τη δυνατότητα μετατόπισης ζήτησης, στο πλαίσιο που επιτρέπουν οι λειτουργικοί περιορισμοί τους. Εφαρμόζεται μάλιστα και τιμολόγηση σε συχνότητα 15λεπτου (B2B τιμολόγηση), για τους πελάτες που επιθυμούν πλήρη κοστοστρέφεια.
- Καταλήγοντας, στην Ευρώπη σήμερα αναδύονται σημαντικές ευκαιρίες για τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας, με την ενεργειακή αναβάθμιση, τα φωτοβολταϊκά στέγης, τις μπαταρίες, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τους έξυπνους μετρητές, ακόμη και τα έξυπνα συμβόλαια, να εντάσσονται όλο και περισσότερο στις επιλογές τους. Ωστόσο, υφίσταται μια ουσιαστική απόκλιση ανάμεσα στο ενεργειακό κόστος που αντιμετωπίζουν στην πράξη οι καταναλωτές και τις τιμές αναφοράς που κατακλύζουν την καθημερινότητά τους, είτε ως εταιρικό είτε ως πολιτικό αφήγημα. Οι ρυθμιστικές αρχές παραμένουν πάντα ο πολύτιμος σύμμαχος των καταναλωτών, ενδυναμώνοντας την κατανόηση, τη διαφάνεια και τις επιλογές τους, μέσα από σύγχρονα εργαλεία και αποτελεσματικές παρεμβάσεις.
Η Νεκταρία Καρακατσάνη είναι μαθηματικός με εξειδίκευση στα οικονομικά της ενέργειας και τις νέες τεχνολογίες
ΠΗΓΗ energypress.gr