Του Κώστα Δεληγιάννη
Τέσσερις είναι οι βασικές παράμετροι που θα καθορίσουν τα επίπεδα στα οποία θα κινηθούν οι τιμές ρεύματος στην Ευρώπη (και επομένως και στη χώρα μας) τον επικείμενο χειμώνα. Έτσι, οι... διαθέσεις του καιρού, η ζήτηση για φυσικό αέριο στην Ασία, η στάση που θα τηρήσει η Ρωσία όσον αφορά τις (περιορισμένες πλέον) εξαγωγές προς τη «Γηραιά Ήπειρο» θα κρίνουν τα επίπεδα στα οποία θα κινηθούν οι χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και, κατά συνέπεια, οι λογαριασμοί ηλεκτρισμού νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Σημαντικό είναι επίσης να μην υπάρξουν σημαντικά προβλήματα στις μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ανά την Ευρώπη. Στο επίκεντρο βρίσκονται κυρίως τα πυρηνικά εργοστάσια της Γαλλίας, τα οποία λόγω των διασυνδέσεων της χώρας με τις υπόλοιπες αγορές της κεντρικής Ευρώπης, παίζουν ρόλο βαρόμετρου στη διακύμανση των τιμών σε όλη την Ε.Ε.
Είναι ενδεικτικό ότι τα εκτεταμένα προβλήματα που υπήρξαν πέρυσι στο γαλλικό πυρηνικό χαρτοφυλάκιο πρόσθεσαν μία ακόμη ανησυχία για την ενεργειακή επάρκεια της Ευρώπης. Κι αυτό γιατί η ιστορικά εξαγωγική Γαλλία χρειάστηκε να καταφύγει σε εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από τη Γερμανία για να καλύψει τις ανάγκες της, την ώρα που το Βερολίνο έπρεπε παράλληλα να αντεπεξέλθει στην απώλεια των εισαγωγών ρωσικού καυσίμου.
Θετικές ενδείξεις
Αξίζει να σημειωθεί πάντως ότι οι πρώτες ενδείξεις είναι τουλάχιστον καθησυχαστικές, αν όχι αισιόδοξες. Πρώτα και κύρια, μπορεί να βρισκόμαστε στα μέσα Νοεμβρίου, ωστόσο οι θερμοκρασίες που επικρατούν πανευρωπαϊκά δεν παραπέμπουν στο ότι η «Γηραιά Ήπειρος» οδεύει προς το τέλος του φθινοπώρου. Επομένως, προς ώρας οι καταναλώσεις διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα, με την παραγωγή των ΑΠΕ να καλύπτουν σημαντικό μέρος των ενεργειακών αναγκών.
Μία επίσης θετική συνέπεια είναι να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα η πλήρωση των ευρωπαϊκών αποθηκών αερίου, ενισχύοντας τις «άμυνες» του ενεργειακού συστήματος σε μία επιδείνωση των καιρικών συνθηκών. Ανάλογα ευνοϊκό είναι το τοπίο και από το «μέτωπο» των υδροηλεκτρικών αποθεμάτων της Ευρώπης, που κινούνται σε υψηλότερα επίπεδα από το περασμένο έτος.
Την ίδια στιγμή, η γαλλική EDF διαβεβαιώνει ότι έχουν αντιμετωπιστεί όλα τα προβλήματα που περιόρισαν τη χρήση των πυρηνικών της σταθμών περίπου για ένα τρίμηνο το προηγούμενο έτος. Έτσι, αν η πυρηνική παραγωγή κινηθεί στα συνήθη επίπεδα, τότε θα περιοριστούν οι ανατιμητικές πιέσεις στο σύνολο των χονδρεμπορικών αγορών της Ευρώπης.
Καταλύτης ο καιρός
Από τι θα εξαρτηθεί το αν θα επιβεβαιωθούν αυτά τα θετικά προμηνύματα; Πρώτα και κύρια από τις καιρικές συνθήκες που θα επικρατήσουν. Μάλιστα, η εξέλιξη του καιρού θα επηρεάσει διπλά τις τιμές ρεύματος, καθώς θα επηρεάσει όχι μόνο τη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια, αλλά και την παραγωγή από ΑΠΕ.
Χαρακτηριστικές είναι οι προβλέψεις του κέντρου μελετών ICIS, σύμφωνα με τις οποίες ένας ήπιος χειμώνας θα «μεταφραστεί» σε κόστος ηλεκτρικής ενέργειας μικρότερο κατά 20-25% συγκριτικά με την προηγούμενη χειμερινή περίοδο. Αντίθετα, αν ο φετινός χειμώνας είναι δριμύς, με ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες και για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε το πρώτο τρίμηνο του 2024 θα κινηθεί σε υψηλότερα επίπεδα από την αντίστοιχη περίοδο του αμέσως προηγούμενου έτους.
Οι «άγνωστοι Χ» στο αέριο
Σημαντική επίσης παράμετρος θα είναι και η ισορροπία μεταξύ της ζήτησης και της προσφοράς αερίου, η οποία θα επηρεάσει το κόστος του καυσίμου και επομένως τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας. Αν η ζήτηση θα εξαρτηθεί εν πολλοίς από τις καιρικές συνθήκες (αλλά και από τους ρυθμούς ανάκαμψης της παραγωγικής δραστηριότητας στην Ευρώπη), από την πλευρά της προσφοράς η εξίσωση είναι πιο περίπλοκη.
Πρώτος «άγνωστος Χ» είναι η ζήτηση για αέριο από την Ασία. Προς τα παρόν, το γεγονός ότι δεκάδες τάνκερ LNG βρίσκονται στα ανοικτά της Ευρώπης (αναμένοντας αγοραστή από κάποιο κράτος-μέλος) δείχνει πως οι ευρωπαϊκές αγορές αποτελούν κυρίαρχη προτεραιότητα για τους διεθνείς παραγωγούς και trader. Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να εγγυηθεί πως τα δεδομένα θα συνεχίσουν να παραμένουν ως έχουν και τους επόμενους μήνες.
Ακόμη πιο ασαφής είναι η στάση που θα τηρήσει η Ρωσία, αναφορικά με τις περιορισμένες πλέον εξαγωγές αερίου προς τη «Γηραιά Ήπειρο». Αξίζει να σημειωθεί πως στο ευρωπαϊκό μίγμα προμήθειας, το ρωσικό καύσιμο καταλαμβάνει πλέον ένα ποσοστό γύρω στο 9%, από 40% και πλέον που κατείχε πριν από την κρίση. Επομένως, όλοι οι αναλυτές συμφωνούν πως αν υπάρξει αιφνίδιο κλείσιμο της ρωσικής στρόφιγγας, τότε δύσκολα η Ε.Ε. θα αντιμετωπίσει πρόβλημα επάρκειας εφοδιασμού.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ωστόσο, εκ των πραγμάτων θα αυξήσει τη ζήτηση για LNG. Επομένως, είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει ανατιμητικές πιέσεις στο κόστος των ποσοτήτων που θα χρειαστεί η Ευρώπη για να περάσει τον φετινό χειμώνα.
(Αναδημοσίευση από το insider.gr)