«Η ακύρωση EastMed έπρεπε να περιλαμβάνει ανταλλάγματα» energypress


30 01 2022 | 11:29
Oι πρόσφατες εξελίξεις γύρω από τον πολυσυζητημένο αγωγό φυσικού αερίου EastMed, το άτυπο έγγραφο του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών και οι αμήχανες αντιδράσεις των κυβερνήσεων που τον στηρίζουν, επιβάλλουν να υπάρξει μια υπεύθυνη συζήτηση για τις νέες διαστάσεις της εθνικής ενεργειακής στρατηγικής.
Σε συνέντευξή του στον «Φ», ο καθηγητής της Ευρωπαϊκής Έδρας Jean Monnet στο Δίκαιο Ενέργειας και Ανταγωνισμού στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Δρ Νικόλας Φαραντούρης, σημειώνει ότι η σημερινή αμερικανική άρση της υποστήριξης του έργου ως «μη βιώσιμου» και «πεδίου έντασης στην περιοχή» συνιστά εντυπωσιακή μεταστροφή των ΗΠΑ για το έργο, ενώ ικανοποιεί τις θέσεις της Τουρκίας. Υποστηρίζει ότι η αποστολή ενός τέτοιου εγγράφου σε τρεις πρωτεύουσες και η γραπτή αποτύπωση τέτοιων αξιολογικών κρίσεων σε αυτή τη συγκυρία θα έπρεπε και θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.   
Τονίζει ότι αν υπήρχαν νέα οικονομικά ή τεχνικά αλλά και γεωπολιτικά δεδομένα, θα έπρεπε να είχαμε επιδείξει διαφορετικά αντανακλαστικά. Δεν παραλείπει ακόμη να σχολιάσει και την τοποθέτηση Ιωάννη Κασουλίδη, περί «εργαλείου δημιουργίας προβλημάτων», σημειώνοντας μεταξύ άλλων ότι «η ακύρωση του έργου θα μπορούσε ταυτόχρονα να περιλαμβάνει αντισταθμίσματα και ισχυρά ανταλλάγματα για την προώθηση των ελληνοκυπριακών θέσεων».
Διαπιστώνει, όπως αναφέρει, «μία έλλειψη συντονισμού, στοχοθεσίας και διορατικότητας», ενώ προειδοποιεί ότι «η επικοινωνιακή διαχείριση της εξωτερικής και ενεργειακής πολιτικής, χωρίς διορατικότητα, μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις, είναι ο συντομότερος δρόμος για οδυνηρή και ταπεινωτική πτώση».
-Από τη θερμή στήριξη των ΗΠΑ στον αγωγό EastMed φθάσαμε στην παρούσα άρση της υποστήριξης του έργου ως «μη βιώσιμου» και «πεδίου έντασης στην περιοχή». Τι οδήγησε, στην παρούσα εξέλιξη; 
- O East Med σχεδιάστηκε για να φέρει τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου στην Ευρώπη διά της Κύπρου, της Κρήτης και της Ηπειρωτικής Ελλάδος. Tόσο η ΕΕ όσο και η ΗΠΑ – στο ανώτατο επίπεδο του επικεφαλής της διπλωματικής αντιπροσωπίας, Μ. Πομπέο αλλά και δια χειλέων Προέδρου Τραμπ – είχαν εκφράσει την αμέριστη συμπαράστασή τους σε ένα έργο, που έφερνε τις τρεις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου ακόμη πιο κοντά και προωθούσε, όπως υποστήριζαν, την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού και τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας της Ευρώπης. Βέβαια, στο παρελθόν δεν είχαν λείψει και επιφυλάξεις από διάφορους παράγοντες. Ωστόσο, η επίσημη θέση των ΗΠΑ, όπως είχε εκφραστεί όλα αυτά τα χρόνια σε ανώτατο επίπεδο, ήταν εξαιρετικά υποστηρικτική του έργου, σε απόλυτη συστοιχία με τη στήριξη της ΕΕ.  
Η σημερινή αμερικανική άρση της υποστήριξης του έργου ως «μη βιώσιμου» και «πεδίου έντασης στην περιοχή» ικανοποιεί τις θέσεις της Τουρκίας και συνιστά εντυπωσιακή μεταστροφή των ΗΠΑ για το έργο. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο ή κυρίως αυτό. Το πρόβλημα είναι ότι προκαλεί ασύγγνωστη αμηχανία στην ελληνική κυβέρνηση, τη στιγμή που o σύμβουλος Ενέργειας του υπουργείου Εξωτερικών ΗΠΑ, Amos Hochstein την προηγούμενη εβδομάδα αποκάλυψε ότι η Ελληνική Κυβέρνηση είχε ενημερωθεί ένα μήνα πριν τη διαρροή του επίμαχου εγγράφου και γνώριζε. 
Ανεξάρτητα από τους λόγους της αμερικανικής μεταστροφής και ανεξάρτητα από τη σκοπιμότητα συνέχισης ή όχι του έργου, η αποστολή ενός τέτοιου εγγράφου σε τρεις πρωτεύουσες και η γραπτή αποτύπωση τέτοιων αξιολογικών κρίσεων, σε αυτή τη συγκυρία, θα έπρεπε και θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί.
  «Ακόμη και την προηγούμενη εβδομάδα η ΔΕΠΑ) ανακοίνωσε ότι «προχωρά κανονικά» 
-Toν Ιανουάριο 2020 είχε υπογραφεί πανηγυρικά η τριμερής συμφωνία κατασκευής του αγωγού. Θεωρείτε ότι τα δεδομένα πριν από δύο χρόνια ήταν διαφορετικά ή η εν λόγω υπογραφή ήταν απλά ένα πολιτικό επικοινωνιακό «πυροτέχνημα»; Εκτιμάτε ότι θα μπορούσε να αποτραπεί το ναυάγιο ή τα δεδομένα γύρω από την οικονομική και τεχνική βιωσιμότητα του αγωγού σε συνδυασμό με τις γεωπολιτικές εξελίξεις το καθιστούσαν αναπόφευκτο;
- Ο Εast Med έχει λάβει ισχυρή διακυβερνητική στήριξη, όσο και γενναιόδωρη χρηματοδότηση των προκαταρκτικών τεχνοοικονομικών μελετών του από την ΕΕ. Το 2013 το έργο εντάχθηκε από την ΕΕ στα λεγόμενα Έργα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος, ενώ την περίοδο 2015-2018 η ΕΕ προχώρησε στη χρηματοδότηση τεχνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών μελετών ύψους 50 εκατομμυρίων δολαρίων. Στις 20 Μαρτίου 2019 υπογράφτηκε στο Τελ Αβίβ Διακρατική Συμφωνία μεταξύ των τριών χωρών, παρουσία του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος εξέφρασε την ισχυρή στήριξη των ΗΠΑ στο έργο αυτό, το οποίο θα διαφοροποιούσε τις πηγές ενέργειας και θα συνέβαλλε στην ασφάλεια εφοδιασμού της Ευρώπης. Σε συνέχεια της διακρατικής αυτής συμφωνίας, στις 2 Ιανουαρίου 2020 υπογράφηκε πανηγυρικά στην Αθήνα η «Συμφωνία East Med» μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, η οποία εγκρίθηκε από τα αρμόδια νομοθετικά όργανα των τριών χωρών, με στόχο την ολοκλήρωση του έργου μέχρι το 2025 (που στη συνέχεια μετατέθηκε για το 2027).  
Αν υπήρχαν νέα οικονομικά ή τεχνικά αλλά και γεωπολιτικά δεδομένα, θα έπρεπε να είχαμε δείξει διαφορετικά αντανακλαστικά. Οι ενημερώσεις που είχαμε όλο αυτό το διάστημα από τις εταιρείες που τρέχουν το έργο (ελληνική ΔΕΠΑ - ιταλική Edison) και τους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες είναι ότι «προχωράμε καλά». Ακόμη και την προηγούμενη εβδομάδα η Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ) ανακοίνωσε ότι «προχωρά κανονικά» σαν να μην συμβαίνει τίποτα. 
Διαπιστώνω μία έλλειψη συντονισμού, στοχοθεσίας και διορατικότητας. Συνεχίζει κανονικά το έργο διότι θεωρείται βιώσιμο και τεχνικά εφικτό παρά τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις; Ή δεν είναι βιώσιμο και τεχνικά εφικτό, αλλά η συνέχισή του διευκολύνει γεωπολιτικά; 
Οι τελευταίες εξελίξεις δεν μας επιτρέπουν να εθελοτυφλούμε και να κάνουμε ότι δεν συμβαίνει τίποτα. Η επικοινωνιακή διαχείριση της εξωτερικής και ενεργειακής πολιτικής, χωρίς διορατικότητα, μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις είναι ο συντομότερος δρόμος για οδυνηρή και ταπεινωτική πτώση.
-Σε πρόσφατη αρθρογραφία σας, αναφερθήκατε ξανά σε «φιάσκο» για την ελληνική πλευρά και «έλλειψη διορατικότητας». Ποιες ενέργειες θεωρείτε λοιπόν ότι θα έπρεπε να έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια;
- Έχω θέσει τα εξής ερωτήματα προς την ελληνική κυβέρνηση:
α) Πίστεψε ποτέ πραγματικά στον αγωγό EastMed;
β) Αν ναι, φρόντισε να τον υπερασπιστεί εγκαίρως θωρακίζοντας το πρότζεκτ και αποσπώντας ισχυρές δεσμεύσεις, π.χ. στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών (πρόσφατη ελληνοαμερικανική αμυντική συμφωνία κ.λπ.);
γ) Αν όχι, γιατί προχώρησε στην πανηγυρική υπογραφή με τυμπανοκρουσίες το 2020 τριμερούς διακρατικής συμφωνίας για τον EastMed, χαρακτηρίζοντας το έργο «ιστορικής σημασίας», καθιστώντας έτσι ενδεχόμενη ματαίωσή του πολύ πιο οδυνηρή και ταπεινωτική;
δ) Μετά την ολοκλήρωση της δρομολογούμενης ιδιωτικοποίησης της ΔΕΠΑ, που αποτελεί μαζί με την ιταλική Edison τους κύριους του έργου, ποιος (ιδιώτης) θεωρεί ότι θα αναλάμβανε να χρηματοδοτήσει την κατασκευή ενός αγωγού εκτιμώμενου κόστους περί τα 6,86 δισ. δολάρια;
ε) Τέλος, ανεξάρτητα από τον εάν πίστεψε ή όχι στο έργο και το στήριξε ή όχι επαρκώς, φρόντισε τουλάχιστον να εξασφαλίσει ότι σε περίπτωση ματαίωσης, η Ελλάδα θα ελάμβανε κάποια ισχυρά ανταλλάγματα (π.χ. αμερικανική πίεση στην Τουρκία για Κυπριακό, για συνυποσχετικό με Ελλάδα για τη Χάγη αναφορικά με υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ, άρση του casus belli, ευρωπαϊκές εγγυήσεις και ανταλλάγματα στο πλαίσιο μιας συνδιάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο);
Πιστεύω ότι οι απαντήσεις για όσα δεν έγιναν προκύπτουν από την ίδια την αλληλουχία των γεγονότων.
«Η έξυπνη εξωτερική πολιτική αδράχνει τις ευκαιρίες»
- Ο νυν υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου, Ιωάννης Κασουλίδης, ανέφερε πρόσφατα ότι πάντοτε έβλεπε τον αγωγό EastMed «ως εργαλείο δημιουργίας προβλημάτων, ειδικότερα όσον αφορά τις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού». Συμφωνείτε με την εν λόγω θέση; 
-Η «έξυπνη» εξωτερική πολιτική αδράχνει τις ευκαιρίες και κεφαλοποιεί τις ευνοϊκές συγκυρίες. Όπως είπα πριν, τον East Med υποστήριξαν ΕΕ και ΗΠΑ για τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας της Ευρώπης. Η ακύρωσή του, “for any good reason” όπως θα έλεγαν οι Αγγλοσάξονες, θα μπορούσε ταυτόχρονα να περιλαμβάνει αντισταθμίσματα και ισχυρά ανταλλάγματα για την προώθηση των ελληνοκυπριακών θέσεων.    
- Η στροφή της ΕΕ στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θεωρείτε ότι καθίσταται τροχοπέδη τόσο για την αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου, όσο και συνακόλουθα για τη γεωπολιτική αναβάθμιση Κύπρου –Ελλάδας; 
-Υποστηρίζω κι εγώ την ενεργειακή μετάβαση στην νέα εποχή με γοργά βήματα απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα. Για κάποιο διάστημα το φυσικό αέριο θα παραμείνει επίκαιρο, αλλά η κλιματική κρίση και οι διεθνείς και ευρωπαϊκές θεσμικές, ρυθμιστικές και οικονομικές εξελίξεις οδηγούν στη σταδιακή αποκαθήλωση των ορυκτών καυσίμων, περιλαμβανομένου του αερίου.  Από τις χώρες της περιοχής το Ισραήλ κινήθηκε πιο γρήγορα στην αξιοποίηση των κοιτασμάτων του. Η Κύπρος ακολούθησε. Η Ελλάδα είναι ακόμη πίσω. Και οι συνθήκες όσο πάει θα γίνονται λιγότερο ευνοϊκές για τις εταιρείες υδρογονανθράκων, όχι μόνο για γεωπολιτικούς λόγους, αλλά και για λόγους οικονομικούς και θεσμικούς.     
- Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση σε συνδυασμό με εσωτερικές παθογένειες στην Κύπρο συντελούν στο υψηλό ενεργειακό κόστος, με άμεσες συνέπειες στους καταναλωτές. Πώς θεωρείτε ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα βραχυπρόθεσμα;
-Στην Ελλάδα είχαν υπάρξει έγκαιρα προειδοποιήσεις –ήδη από το καλοκαίρι– για τις διεθνείς εξελίξεις. Είχαν προταθεί έγκαιρα συγκεκριμένα μέτρα –ήδη απ’ τον Σεπτέμβρη– για την ανάσχεση του κύματος ακρίβειας. Και είχαν εγκαίρως ειδοποιηθεί οι αρμόδιοι για τις ατελέσφορες διαπραγματεύσεις για τις τιμές εισαγωγής φυσικού αερίου. 
Η ενεργειακή κρίση, που σοβεί διεθνώς και ιδιαιτέρως στην Ευρώπη, επηρεάζει ακόμη πιο έντονα χώρες όπως η Κύπρος λόγω διαφόρων παραγόντων (οικονομικών, πολιτικών, θεσμικών) και ενδεχομένως εσωτερικών στρεβλώσεων και άλλων ρυθμιστικών ατελειών στην λειτουργία της αγοράς. 
Για αυτό χρειαζόταν η λήψη δέσμης μέτρων έγκαιρα: α) δημοσιονομικών (μειώσεις ειδικών φόρων κατανάλωσης κλπ.), β) ρυθμιστικών (παρεμβάσεις ΡΑΕΚ όπου παρατηρούνται ρυθμιστικά κενά και δυσλειτουργίες), γ) ελεγκτικών (παρεμβάσεις άλλων ελεγκτικών αρχών όπως Αρχή Ανταγωνισμού), ενάντια στις ανατιμήσεις και σε ενδεχόμενα φαινόμενα αισχροκέρδειας και στρέβλωσης του ανταγωνισμού.
* O κ. Νικόλαος Φαραντούρης είναι Καθηγητής της Ευρωπαϊκής Έδρας Jean Monnet στο Δίκαιο Ενέργειας και Ανταγωνισμού στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και επισκέπτης καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Διετέλεσε επί 10ετία Διευθυντής Νομικών Υπηρεσιών και Νομικός Σύμβουλος στη ΔΕΠΑ και Πρόεδρος της Νομικής Επιτροπής της ένωσης ενεργειακών εταιρειών EUROGAS στις Βρυξέλλες. Είναι σύμβουλος του Έλληνα Αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
(της Νικολέττας Κουρούσιη, Φιλελεύθερος)

  • :
  • :


πρόγνωση καιρού από το weather.gr