Δευτέρα 30/11/2020 - 06:10
Μέχρι 10 bcm θα φτάσι η εγχώρια παραγωγή φυσικού αερίου σύμφωνα με το ΙΕΝΕ
Διπλάσια αναμένεται να είναι η εγχώρια κατανάλωση φυσικού αερίου την έως το 2030 και συγκεκριμένα θα κινείται μεταξύ 8-10 bcm έναντι των 5 bcm που ήταν στο τέλος του 2019.
Κύριος λόγος της κατακόρυφης αύξησης θεωρείται η απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ αλλά και η προοπτική επέκτασης των δικτύων φυσικού αερίου στα αστικά κέντρα και στην περιφέρεια.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει μελέτη του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) στην οποία υπογραμμίζεται η μεγάλη προοπτική αύξησης της κατανάλωσης φυσικού αερίου ειδικά στην ηλεκτροπαραγωγή.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 2019 που καταγράφηκε μείωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα κατά 6,6% σε σχέση με το 2018 και παρήχθησαν 42,2 TWh ηλεκτρικής ενέργειας, το φυσικό αέριο ήταν η μεγαλύτερη πηγή ενέργειας, με 16.2 TWh.
Ακολουθούσαν οι ΑΠΕ, οι οποίες αύξησαν το μερίδιό τους από τις 11.1 TWh το 2018 στις 12.2 TWh το 2019, ενώ αξιοσημείωτη ήταν η συρρίκνωση της συνεισφοράς του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή την τελευταία διετία, από τις 14.9 TWh το 2018 στα 10.4 TWh το 2019.
Το μεγαλύτερο ποσοστό φυσικού αερίου το 2019, όπως και όλα τα προηγούμενα έτη, καταναλώθηκε στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ και των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών.
Μάλιστα η παραγωγή των μονάδων με καύσιμο φυσικό αέριο αυξήθηκε το 2019 κατά 15%, σε σχέση με το 2018, ενώ αντίθετα η παραγωγή των μονάδων με καύσιμο λιγνίτη μειώθηκε το 2019 κατά 30%, σε σχέση με το 2018.
Σημαντικές επενδύσεις στα δίκτυα
Ενδεικτικό των προοπτικών αύξησης της κατανάλωσης φυσικού αερίου είναι το γεγονός ότι μέσα στην επόμενη πενταετία, προβλέπεται η κατασκευή τουλάχιστον τεσσάρων νέων μονάδων συνδυασμένου κύκλου με καύσιμο φυσικό αέριο, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 3GW, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που ήδη κατασκευάζεται στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας από τον Όμιλο Μυτιληναίου, ισχύος 826 MW, αλλά και της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ισχύος 626 MW στην Κομοτηνή, της Elpedison, ισχύος 826 MW, στη Θεσσαλονίκη και του Ομίλου Κοπελούζου, ισχύος 660 MW, στην Αλεξανδρούπολη.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι επενδύσεις που πραγματοποιούνται στα δίκτυα φυσικού αερίου τόσο για τη δημιουργία υποδομών αύξησης των εισαγωγών όσο και για την επέκταση της χρήσης του προσεγγίσουν τα 3 δις ευρώ.
Συγκεκριμένα για την ανάπτυξη αστικών και περιφερειακών δικτύων προβλέπονται επενδύσεις 1,2 δις ευρώ, για διασυνοριακούς αγωγούς όπως ο TAP, ο IGB και ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας (χωρίς τον East Med) 300 εκατ. ευρώ, για την υπόγεια αποθήκη στη Νότια Καβάλα 400 εκατ. ευρώ και για τους τερματικούς σταθμούς LNG (συμπεριλαμβανομένων του FSRU της Αλεξανδρούπολης και των Αγίων Θεοδώρων και συμπληρωματικά έργα στο σταθμό της Ρεβυθούσας) 900 εκατ ευρώ.
Άλλωστε καθώς αυξάνεται η ζήτηση για φυσικό αέριο στην Ελλάδα, προβλέπεται ενίσχυση και περαιτέρω επέκταση του δικτύου διανομής, καθώς και η κατασκευή νέων διακλαδώσεων και διασυνοριακών αγωγών. Ήδη, βρίσκεται υπό κατασκευή ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), με προβλεπόμενη ολοκλήρωση μέχρι το τέλος του 2021, ενώ σε προχωρημένο στάδιο σχεδίασης βρίσκεται ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας.
Με την ολοκλήρωση του αγωγού TAP, δημιουργούνται προοπτικές για την κατασκευή νέων διακλαδώσεων, με στόχο την προμήθεια φυσικού αερίου σε αστικά και περιαστικά κέντρα (πχ. Αμύνταιο, Κοζάνη, Φλώρινα, Γρεβενά, Καστοριά, Γιάννενα).
Παράλληλα, βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο ανάπτυξης δύο έργα FSRU, ένα στα ανοικτά της Αλεξανδρούπολης και ένα στους Αγίους Θεοδώρους, πλησίον της Κορίνθου, γνωστό ως Διώρυγα Gas.
Επίσης, προβλέπεται η κατασκευή τερματικού σταθμού LNG στην Κρήτη για την υποδοχή δεξαμενόπλοιων υγροποιημένου φυσικού αερίου, παραλαβή, αποθήκευση, αεριοποίηση και τροφοδοσία με φυσικό αέριο του δικτύου της νήσου.
Κύριος λόγος της κατακόρυφης αύξησης θεωρείται η απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της ΔΕΗ αλλά και η προοπτική επέκτασης των δικτύων φυσικού αερίου στα αστικά κέντρα και στην περιφέρεια.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει μελέτη του Ινστιτούτου Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΙΕΝΕ) στην οποία υπογραμμίζεται η μεγάλη προοπτική αύξησης της κατανάλωσης φυσικού αερίου ειδικά στην ηλεκτροπαραγωγή.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 2019 που καταγράφηκε μείωση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο διασυνδεδεμένο σύστημα κατά 6,6% σε σχέση με το 2018 και παρήχθησαν 42,2 TWh ηλεκτρικής ενέργειας, το φυσικό αέριο ήταν η μεγαλύτερη πηγή ενέργειας, με 16.2 TWh.
Ακολουθούσαν οι ΑΠΕ, οι οποίες αύξησαν το μερίδιό τους από τις 11.1 TWh το 2018 στις 12.2 TWh το 2019, ενώ αξιοσημείωτη ήταν η συρρίκνωση της συνεισφοράς του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή την τελευταία διετία, από τις 14.9 TWh το 2018 στα 10.4 TWh το 2019.
Το μεγαλύτερο ποσοστό φυσικού αερίου το 2019, όπως και όλα τα προηγούμενα έτη, καταναλώθηκε στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τις θερμικές μονάδες της ΔΕΗ και των ιδιωτών ηλεκτροπαραγωγών.
Μάλιστα η παραγωγή των μονάδων με καύσιμο φυσικό αέριο αυξήθηκε το 2019 κατά 15%, σε σχέση με το 2018, ενώ αντίθετα η παραγωγή των μονάδων με καύσιμο λιγνίτη μειώθηκε το 2019 κατά 30%, σε σχέση με το 2018.
Σημαντικές επενδύσεις στα δίκτυα
Ενδεικτικό των προοπτικών αύξησης της κατανάλωσης φυσικού αερίου είναι το γεγονός ότι μέσα στην επόμενη πενταετία, προβλέπεται η κατασκευή τουλάχιστον τεσσάρων νέων μονάδων συνδυασμένου κύκλου με καύσιμο φυσικό αέριο, συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 3GW, συμπεριλαμβανομένης και αυτής που ήδη κατασκευάζεται στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας από τον Όμιλο Μυτιληναίου, ισχύος 826 MW, αλλά και της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, ισχύος 626 MW στην Κομοτηνή, της Elpedison, ισχύος 826 MW, στη Θεσσαλονίκη και του Ομίλου Κοπελούζου, ισχύος 660 MW, στην Αλεξανδρούπολη.
Συγκεκριμένα για την ανάπτυξη αστικών και περιφερειακών δικτύων προβλέπονται επενδύσεις 1,2 δις ευρώ, για διασυνοριακούς αγωγούς όπως ο TAP, ο IGB και ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας (χωρίς τον East Med) 300 εκατ. ευρώ, για την υπόγεια αποθήκη στη Νότια Καβάλα 400 εκατ. ευρώ και για τους τερματικούς σταθμούς LNG (συμπεριλαμβανομένων του FSRU της Αλεξανδρούπολης και των Αγίων Θεοδώρων και συμπληρωματικά έργα στο σταθμό της Ρεβυθούσας) 900 εκατ ευρώ.
Άλλωστε καθώς αυξάνεται η ζήτηση για φυσικό αέριο στην Ελλάδα, προβλέπεται ενίσχυση και περαιτέρω επέκταση του δικτύου διανομής, καθώς και η κατασκευή νέων διακλαδώσεων και διασυνοριακών αγωγών. Ήδη, βρίσκεται υπό κατασκευή ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB), με προβλεπόμενη ολοκλήρωση μέχρι το τέλος του 2021, ενώ σε προχωρημένο στάδιο σχεδίασης βρίσκεται ο διασυνδετήριος αγωγός Ελλάδας-Βόρειας Μακεδονίας.
Με την ολοκλήρωση του αγωγού TAP, δημιουργούνται προοπτικές για την κατασκευή νέων διακλαδώσεων, με στόχο την προμήθεια φυσικού αερίου σε αστικά και περιαστικά κέντρα (πχ. Αμύνταιο, Κοζάνη, Φλώρινα, Γρεβενά, Καστοριά, Γιάννενα).
Παράλληλα, βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο ανάπτυξης δύο έργα FSRU, ένα στα ανοικτά της Αλεξανδρούπολης και ένα στους Αγίους Θεοδώρους, πλησίον της Κορίνθου, γνωστό ως Διώρυγα Gas.
Επίσης, προβλέπεται η κατασκευή τερματικού σταθμού LNG στην Κρήτη για την υποδοχή δεξαμενόπλοιων υγροποιημένου φυσικού αερίου, παραλαβή, αποθήκευση, αεριοποίηση και τροφοδοσία με φυσικό αέριο του δικτύου της νήσου.
ΠΗΓΗ:www.worldenergynews.gr