Τους βασικούς άξονες του νέου νομοσχεδίου του Υπουργείου Εργασίας παρουσίασε σήμερα, κατά τη διάρκεια του υπουργικού συμβουλίου, ο αρμόδιος υπουργός Γιάννης Βρούτσης.
Το ν/σ έχει ελάχιστα θετικά σημεία (όπως η κατάργηση της διαφοράς στην αποζημίωση των εργατοτεχνιτών από αυτήν των υπαλλήλων ή η απογραφή στο μητρώο των συνδικαλιστών), τα οποία δεν επαρκούν για να αμβλύνουν τις εντυπώσεις από τα πολλά και σημαντικά αρνητικά που εμπεριέχει. Πρόκειται δηλαδή για ένα τελείως αντεργατικό «εργασιακό» νομοσχέδιο που επιδεινώνει την κατάσταση στους εργασιακούς χώρους, εν μέσω μάλιστα των ειδικών συνθηκών που δημιουργεί η πανδημία του κορονοϊού.
Αναλυτικότερα, το νέο ν/σ του Υπουργείου Εργασίας:
⇒ εξασφαλίζει αύξηση των επιτρεπόμενων υπερωριών αντί για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ικανοποιώντας αιτήματα του ΣΕΒ κι επεκτείνοντας το χρόνο εργασίας με ατομική ευθύνη του εργαζόμενου. «Κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, επιχειρήσεις θα μπορούν να απασχολούν εργαζομένους ως 10 ώρες ημερησίως κατά μέγιστο, χωρίς πρόσθετη αμοιβή, εφόσον εντός του ίδιου 6μήνου εξοφλούν τις ώρες με αντίστοιχη μείωση ωρών ή ρεπό ή ημέρες άδειας» αναφέρει το σημείωμα του κυβερνητικού εκπροσώπου, σημειώνοντας ότι θα προστεθούν κι άλλες επιχειρήσεις στη λίστα με τα καταστήματα που παραμένουν ανοικτά την Κυριακή.
⇒ διαλύει παντελώς το σύστημα διαμεσολάβησης εργατικών διαφορών και διαμεσολάβησης των Επιθεωρήσεων Εργασίας και αντί της ενίσχυσης του ΣΕΠΕ, μεταφέρει αρμοδιότητες στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ) με δέλεαρ την πρόσληψη στελεχών αορίστου χρόνου
⇒ δημιουργεί κλίμα εχθρότητας με τους εργαζόμενους στους οποίους έχει ανακοινωθεί προειδοποίηση απόλυσης και τους αποπέμπει από τον εργασιακό χώρο ακόμη κι αν μετά τη βάσει ισχύοντος νόμου προειδοποίηση απόλυσης, αυτοί έχουν δικαίωμα να προσέρχονται επί μήνες στην εργασία τους μέχρι τη λήξη της καταγγελθείσας σύβασης εργασίας. Μέτρο το οποίο φωτογραφίζει πρακτικές που ήδη εφαρμόζονται σε μεγάλες επιχειρήσεις από τον χώρο του Τύπου.
⇒ επαναφέρει το λόκ-άουτ από την πίσω πόρτα και οχυρώνει την απεργοσπασία απειλώντας τους συνδικαλιστές και το ήδη αποδεκατισμένο και ανίσχυρο συνδικαλιστικό κίνημα εφόσον εντοπιστεί ότι σε περίοδο απεργίας, εμποδίζεται η προσέλευση απεργοσπαστών στη δουλειά ακόμη και με... ψυχολογικούς όρους! «Αν εκπρόσωπος εργοδότη παραλείψει να κάνει όλα όσα πρέπει για να καθοριστεί το προσωπικό στοιχειώδους λειτουργίας, τελεί ποινικώς κολάσιμη πράξη» αναφέρει το σημείωμα του κυβερνητικού εκπροσώπου, ενώ «απαγορεύονται οι καταλήψεις χώρων και εισόδων και η άσκηση ψυχολογικής ή σωματικής βίας. Αν λάβουν χώρα, η απεργία καθίσταται παράνομη. Όσοι μετέχουν σε κατάληψη ή βιαιοπραγούν, τελούν ποινικώς κολάσιμη πράξη» επισημαίνει το ιστορικής σημασίας απόσπασμα της αναφοράς στο υπουργικό Συμβούλιο.
Ήδη υπάρχουν σφοδρές αντιδράσεις από κόμματα της αντιπολίτευσης, με τον ΣΥΡΙΖΑ να κάνει λόγο για νομοσχέδιο - οδοστρωτήρα, ενώ το ΚΚΕ για νομοσχέδιο - έκτρωμα.
Η δήλωση της τομεάρχη Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου
Η κυβέρνηση της ΝΔ θεσμοθετεί τον οδοστρωτήρα στα εργασιακά.
Εν μέσω έξαρσης της πανδημίας, αύξησης της ανεργίας και γενικευμένης εργασιακής και κοινωνικής ανασφάλειας, η κυβέρνηση της ΝΔ συνεχίζει απτόητη την αποδιάρθρωση της αγοράς εργασίας και την επίθεση στους εργαζομένους και τα δικαιώματα τους.
Το «εργασιακό νομοσχέδιο» που παρουσίασε σήμερα ο Υπουργός Εργασίας στο Υπουργικό Συμβούλιο αποτυπώνει την αντιμεταρρύθμιση στις εργασιακές σχέσεις θεσμοθετώντας την απορρύθμιση του συστήματος υπερωριών και την απλήρωτη υπερωριακή εργασία, την κατάφωρη επίθεση στις συνδικαλιστικές ελευθερίες και τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων του ΣΕΠΕ στον ΟΜΕΔ, δίνοντας το τελειωτικό χτύπημα στη λειτουργία του και απαξιώνοντας τη διαδικασία επίλυσης εργατικών διαφορών εις βάρος των εργαζομένων.
Είναι προφανές ότι ο εργασιακός οδοστρωτήρας είναι η μόνη προεκλογική δέσμευση του κ. Μητσοτάκη που υλοποιεί με συνέπεια αυτή η κυβέρνηση. Η επίθεση στους εργαζομένους είναι συνδυασμένη και πολυμέτωπη, αφενός στο ωράριο, στις αμοιβές και στα δικαιώματα τους και, αφετέρου, στην υπονόμευση της συνδικαλιστικής τους έκφρασης και του ΣΕΠΕ.
Η κυβέρνηση θα μας βρει αποφασιστικά απέναντι στη Βουλή και στην κοινωνία, στο πλευρό των εργαζομένων για την υπεράσπιση του μόχθου και των δικαιωμάτων τους.
Η ανακοίνωση του ΚΚΕ
Το νομοθετικό έκτρωμα της κυβέρνησης για τα Εργασιακά, που δόθηκε στη δημοσιότητα, στοχεύει να μετατρέψει όλη τη χώρα σε μια μεγάλη ειδική οικονομική ζώνη πλήρους ασυδοσίας του κεφαλαίου, απαγόρευσης των συνδικαλιστικών ελευθεριών και φίμωσης κάθε φωνής που αγωνίζεται για τα εργατικά δικαιώματα.
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο στην κυριολεξία φέρνει τις "ανατροπές του αιώνα", αφού:
Νομοθετούν για πρώτη φορά στη χώρα μας τη 10ωρη εργασία, 134 χρόνια μετά την απεργία του Σικάγο και ακριβώς 100 χρόνια ύστερα από την πρώτη νομοθέτηση του 8ωρου στην Ελλάδα.
Με βάση την κυβερνητική ανακοίνωση αναφέρεται αυτολεξεί: "…οι επιχειρήσεις θα μπορούν να απασχολούν εργαζομένους ως 10 ώρες ημερησίως κατά μέγιστο, χωρίς πρόσθετη αμοιβή, εφόσον εντός του ίδιου 6μήνου εξοφλούν τις ώρες με αντίστοιχη μείωση ωρών ή ρεπό ή ημέρες άδειας…", ενώ σε άλλο σημείο προβλέπεται "προσθήκη επιχειρήσεων και εργασιών στη λίστα που ήδη επιτρέπει την εργασία την Κυριακή". Δηλαδή οι εργαζόμενοι ως σύγχρονοι σκλάβοι θα αναγκάζονται να εργάζονται 10 ώρες με απλήρωτες υπερωρίες για σχεδόν 6 μήνες, με μόνη προϋπόθεση οι εργοδότες να τους δίνουν λίγες μέρες άδεια στο ίδιο διάστημα.
Επανέρχεται ουσιαστικά η απαγόρευση της απεργίας στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ, στα ΝΠΔΔ και στους περισσότερους συγκεντρωμένους εργασιακούς χώρους, 44 χρόνια μετά τον μαύρο νόμο του Λάσκαρη.
Το νομοσχέδιο της κυβέρνησης αναφέρει πως "...καθίσταται προϋπόθεση για την άσκηση συνδικαλιστικού δικαιώματος, η απογραφή στο ήδη νομοθετημένο Γενικό Μητρώο», δηλαδή εγκαινιάζει ένα κυνήγι απέναντι στα Συνδικάτα, δημιουργώντας ανοιχτό μηχανισμό φακελώματος σε όσους εργαζόμενους επιλέγουν να οργανωθούν. Επιδιώκουν να φτιάξουν ένα αρχείο συνδικαλισμένων εργαζομένων, το οποίο θα είναι στη διάθεση του υπουργείου και της εργοδοσίας.
Μειώνεται ακόμα περισσότερο ο μέσος μισθός, επεκτείνεται η ευελιξία και παράλληλα αναβαθμίζεται ως υπέρτατος ρυθμιστής ο Οργανισμός όπου πλειοψηφεί το κράτος και η εργοδοσία (ΟΜΕΔ).
Και αυτά είναι μερικά μόνο από τα εγκλήματα σε βάρος των εργαζομένων, που δρομολογούνται κατ’ απαίτηση του κεφαλαίου και της ΕΕ και τα οποία δεν μπορεί να εξωραΐσει καμία καλοπληρωμένη κυβερνητική προπαγάνδα.
Την ίδια στιγμή, ο χρόνος που επέλεξε η κυβέρνηση μόνο τυχαίος δεν είναι. Εκμεταλλεύεται με άθλιο τρόπο την έξαρση της πανδημίας, νομίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα πιάσει στον ύπνο τους εργαζόμενους.
Είναι βαθιά γελασμένη. Οι εμπνευστές του νομοσχεδίου θα έχουν την τύχη των προηγούμενων από αυτούς που προσπάθησαν να βάλουν στο γύψο τις μεγαλύτερες κατακτήσεις της εργατικής τάξης και τελικά έμειναν στην ιστορία ως πολιτικές γελοιογραφίες.
Είναι ώρα απεργιακού συναγερμού, οργανωμένης λαϊκής αντεπίθεσης!».