του Αδάμ Αδαμόπουλου
Παρ, 31 Ιουλίου 2020 - 08:00
Στην παγκόσμια ενεργειακή σκακιέρα, καμία κίνηση δεν μπορεί να προεξοφληθεί σε περιβάλλοντα που προσιδιάζουν του υφιστάμενου, με τις έντονες αναταράξεις, την αβεβαιότητα για τα μελλούμενα και τον αναθεωρητισμό των μεγάλων δυνάμεων και των πολιτικών που διακονούν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, που αναδύθηκαν τα τελευταία χρόνια σε καθαρή εξαγωγική δύναμη υδρογονανθράκων, χάρη στην επανάσταση του σχιστόλιθου, προσπαθούν να διατηρήσουν τα κεκτημένα μετά την επίθεση που δέχτηκε ο ενεργειακός τομέας τους από τη συνδυασμένη επίθεση Ρώσων-Σαουδαράβων και κορονοϊού. Ο αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ σε χθεσινή ομιλία του στο Τέξας, φρόντισε να διατυμπανίσει την ενεργειακή ανεξαρτησία της Αμερικής,
ενώ δεσμεύτηκε ότι η εγχώρια πετρελαϊκή βιομηχανία δεν θα εξαρτηθεί ποτέ ξανά από εχθρικούς διεθνείς προμηθευτές. Φρόντισε, παράλληλα, να ενισχύσει την ενεργειακή αυτονομία της χώρας του, με την υπογραφή δύο αδειών για την κατασκευή υποδομών εξαγωγής αργού, κατά μήκος των συνόρων ΗΠΑ-Μεξικού.
Η πρώτη άδεια αφορά σε αγωγό που θα διαχειρίζεται η NuStar Energy, και θα περνά κάτω από τον ποταμό Ρίο Γκράντε και θα μεταφέρει αργό και εξευγενισμένα προϊόντα πετρελαίου από το Τέξας στο Μεξικό και η δεύτερη για την κατασκευή σιδηροδρομικής γέφυρας από την Kansas City Southern Railway Co.
Σημειώνεται ότι το Μεξικό είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας αμερικανικού αργού με τις ΗΠΑ να αποστέλλουν, πέρυσι, συνολικά 1,2 εκατ. βαρέλια ημερησίως σε πετρέλαιο και υποπροϊόντα του στη γειτονική χώρα, ή ποσοστό 14% των συνολικών εξαγωγών των ΗΠΑ, ενώ αποτελεί και έναν από τους κορυφαίους εισαγωγείς αμερικανικού φυσικού αερίου. Μόνο κατά το β’ εξάμηνο του τρέχοντος έτους, και καθόλο το 2021, ο μέσος όρος εξαγωγών του καυσίμου προς το Μεξικό εκτιμάται ότι θα ανέλθει στα 1,5 δισ. κυβικά πόδια ημερησίως, σύμφωνα με την Rystad Energy.
Και ενώ αυτά συμβαίνουν στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, οι τιμές του αργού εξακολουθούν να κινούνται επί ξηρού ακμής, πότε ανοδικά και πότε καθοδικά. Την Τετάρτη η τιμή κατέγραψε κέρδη χάρη στην ώθηση που προσέφεραν στην αγορά τα αναθεωρημένα στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ), με τους αναλυτές να μην παραλείπουν να προειδοποιήσουν ότι το υφιστάμενο περιβάλλον και η συγκυρία κρύβουν πολλούς κινδύνους. Σημειώνουμε ότι ο ΙΕΑ ανέφερε ότι έχει καταγραφεί μείωση των αποθεμάτων αργού κατά το εντυπωσιακό νούμερο των 10,6 εκατ. βαρελιών, γεγονός που είχε άμεση ανοδική επίπτωση στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων.
(γράφημα που απεικονίζει την τροχιά της τιμής του Brent το τελευταίο εξάμηνο. Πηγή: FT.com)
Χθες, όμως, οι τιμές διόρθωσαν επί τα χείρω, με την τιμή του Brent, που θεωρείται το διεθνές benchmark να υποχωρεί σημαντικά, κατά 2,01% κατά τις απογευματινές συναλλαγές και να κινείται στην περιοχή των 42,87 δολαρίων το βαρέλι.
Οι έντονες διακυμάνσεις των τιμών είναι εκείνες που οδηγούν αρκετούς αναλυτές να ενστερνίζονται την άποψη ότι το μέλλον του αργού παραμένει δυσοίωνο, ιδίως, καθώς η πανδημία του κορονοϊού μοιάζει να παραμένει πεισματικά στο προσκήνιο.
«Ενώ η ανοδική ανοδική τάση έχει πάψει να υφίσταται από τον περασμένο μήνα, εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι οι τιμές έχουν καθυστερήσει να ακολουθήσουν τροχιά καθοδικής διόρθωσης, ώστε να αντικατοπτρίσουν την εξασθένηση της ανάκαμψης της ζήτησης πετρελαίου και την επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών», ανέφεραν οι αναλυτές της Standard Chartered.
«Σήμερα, ακούμε ολοένα και πιο σπάνια να γίνεται λόγος για ανάκαμψη τύπου V (ήτοι, ταχεία άνοδο που ακολουθείται από έντονη ύφεση) για τη ζήτηση και εξαιρετικά περιορισμένες αγορές, τουτέστιν, οι λόγοι που επέτρεψαν στο Brent να καταγράψει ράλι πάνω από τα 40 δολάρια το βαρέλι», υποστηρίζει η Standard Chartered. «Αντιθέτως, το κύριο αντικείμενο συζητήσεων στις αγορές φαίνεται να έχει μετατοπιστεί στο πόσο ακριβώς θα μας απογοητεύσει η ζήτηση και το πόσο καιρό θα χρειαστεί για να ομαλοποιηθούν εκ νέου τα αποθέματα.»
(διακύμανση τιμής WTI από το 1986)
Η παραπάνω εκτιμήσεις έρχονται, βέβαια, σε πλήρη αντίθεση με τη διακύμανση των τιμών αργού κατά τις τελευταίες έξι εβδομάδες. Η μεταβλητότητα έχει εξαφανιστεί, με την τιμή του αμερικανικού WTI να παραμένει πέριξ της ζώνης διακύμανσης των 40 δολαρίων το βαρέλι, και του Brent λίγα δολάρια περισσότερα. Οι τιμές μοιάζουν να έχουν εγκλωβιστεί σε αυτά τα επίπεδα, ακόμη και όταν η αισιοδοξία που προκαλούν ορισμένα ευοίωνα οικονομικά στοιχεία ανά τον πλανήτη έχει ατονίσει. Η μόνη ένδειξη που κατατείνει σε μια πιο απαισιόδοξη προοπτική για τις αγορές πετρελαίου, είναι η μετάβαση από την οπισθοδρομικότητα προς το λεγόμενο «contango», δηλαδή, φθηνότερο πετρέλαιο και ακριβοί ναύλοι των δεξαμενοπλοίων. Όπως επεσήμανε η Standard Chartered, οι εκπτώσεις για τα συμβόλαια μελλοντικής παράδοσης (τετραμήνου) του Brent, κοντά στην ημρομηνία λήξης τους, αυξήθηκαν στη διάρκεια του Ιουλίου.
Κατά την άποψη των αναλυτών της Standard Chartered μια τιμή του Brent που θα υπερβαίνει τα 40 δολάρια το βαρέλι μοιάζει ολοένα και πιο παράταιρη σε σύγκριση με τα θεμελιώδη στοιχεία της αγοράς και της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και με τις εξελίξεις της πανδημίας του νέου κορονοϊού.
(Μέσος όρος τιμής λιανικής πώλησης βενζίνης στις ΗΠΑ -δολάρια ανά γαλόνι. Πηγή: ΕΙΑ)
Βέβαια, δεν θα πρέπει να παραγνωρίσουμε το γεγονός ότι ενώ βρισκόμαστε υπό τον αστερισμό όλης αυτής της αναταραχής, η ζήτηση βενζίνης στις ΗΠΑ έως τις 24 Ιουλίου, σημείωσε άνοδο, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΙΕΑ, αυξανόμενη στα 8,8 εκατ. βαρέλια ημερησίως, τερματίζοντας μια περίοδο καθίζησης που διήρκεσε επί αρκετές εβδομάδες. Υπό προϋποθέσεις, επομένως, το δεύτερο κύμα κάμψης των τιμών του πετρελαίου στις Η.Π.Α. θα μπορούσε να εξομαλυνθεί, επί του παρόντος, με την ανάκαμψη της ζήτησης βενζίνης, σε συνδυασμό με την κάθετη μείωση των αποθεμάτων, να έχει αποφέρει την αύξηση των τιμών που παρατηρήσαμε στα μέσα της εβδομάδας που λήγει.
Το δυσοίωνο σε όλη αυτή την εικόνα είναι ότι τα συναισθήματα αλλάζουν σε εβδομαδιαία βάση, με αποτέλεσμα να μην είναι ευδιάκριτο προς τα πού θα κινηθούν οι πετρελαϊκές αγορές μεσοπρόθεσμα, που σημαίνει ότι κανείς δεν γνωρίζει το αν θα εξακολουθήσουμε να παρατηρούμε αυτό το σημαντικό έλλειμμα στην προσφορά και τη ζήτηση, στη διάρκεια του β’ εξαμήνου του έτους. Μόλις την προηγούμενη Τρίτη, η Rystad Energy προειδοποίησε ότι η χαλάρωση των περικοπών της παραγωγής του ΟPEC + θα μπορούσε να επιφέρει την αναπλήρωση των πλεονασμάτων για το επόμενο τετράμηνο. Η παγκόσμια προσφορά αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τους αμέσως επόμενους μήνες, ξεπερνώντας την αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης, καθώς πέραν όλων των άλλων διαρθρωτικών προβλημάτων στην αγορά, έχουμε να αντιμετωπίσουμε την ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού, παγκοσμίως, γεγονός που είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει περιορισμούς στην κυκλοφορία οχημάτων και τις μτακινήσεις των πολιτών με όλα τα μέσα.
Στην πραγματικότητα, οι εμπειρογνώμονες της αγοράς προειδοποιούν πως τα όποια κέρδη των τιμών, μπορεί να αποδειχτούν πρόσκαιρα και να καταγράψουν στροφή 180 μοιρών αμέσως μόλις η παραγωγή υπερβεί τη ζήτηση, κάτι που η πλειονότητα των αναλυτών θεωρεί ότι πλησιάζει.
Τιμές και κορονοϊός
H πανδημία είναι πιθανό να αποτελεί το σημείο καμπής της ζήτησης για πετρέλαιο. Μόλις πριν από λίγους μήνες, στο αποκορύφωμά της κατάφερε να προκαλέσει τεράστιο πλήγμα στην ημερήσια κατανάλωση αργού που έφθασε σχεδόν στο ένα τρίτο, και σε μια περίοδο κατά την οποία η διείσδυση της ηλεκτροκίνησης καθώς και η μετατόπιση του ενδιαφέροντος των κυβερνήσεων από τους παραδοσιακούς τρόπους ηλεκτροπαραγωγής, προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας είχαν ήδη αφήσει να διαφανούν οι πρώτες εκτιμήσεις για πτωτική αναθεώρηση της μακροπρόθεσμης ζήτησης για πετρέλαιο.
Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, αναγκάζει ορισμένους αξιωματούχους του OPEC να διερωτώνται μήπως, τελικά, η κάθετη μείωση της ζήτησης το τρέχον έτος, υποδηλώνει ενδεχομένως, μια κάποια μόνιμη μεταβολή της τάσης που να έχει διαρκείς επιτώσεις στην κατανάλωση, αλλά και να προετοιμάζονται να σχεδιάσουν την επόμενη ημέρα, εάν αυτή βρίσκεται ήδη επί θύραις.
Είναι ενδεικτικό του τρόπου σκέψης που διακατέχει τον OPEC, το γεγονός ότι η κρίση που ξέσπασε φέτος, και επέφερε την κατάρρευση των τιμών κάτω και από τα 16 δολάρια το βαρέλι, θέτει σε αμφισβήτηση τις ήδη διατυπωμένες εκτιμήσεις για τις προοπτικές της παγκόσμιας ζήτησης πετρελαίου, μόλις δώδεκα χρόνια αφότου το διεθνές καρτέλ αποκόμιζε τεράστια έσοδα χάρη στις τιμές που είχαν εξακοντιστεί πέραν των 145 δολαρίων, αλλά και στην διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση.
(Παγκόσμια ζήτηση αργού του ΟPEC 2019-2021- σε εκατ. βαρέλια ημερησίως. Πηγή: OPEC)
Σήμερα όλα είναι διαφορετικά. Ο OPEC είναι υποχρεωμένος να συνεργαστεί στενότερα με τις πετρελαιοπαραγωγικές χώρες που δεν είναι μέλη του, όπως η Ρωσία, προκειμένου να μπορέσει να αυξήσει τα κέρδη του που βαίνουν διαρκώς μειούμενα, αλλά και να διασφαλίσει πως δεν θα υπάρξει κίνδυνος διάλυσής του εκ των έσω, κάτι που κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει, με βάση την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων των κρατών-μελών και των μεριδίων τους στην αγορά.
Αναλυτής που εκπονεί ενεργειακές μελέτες για λογαριασμό υπουργείου Πετρελαίου σημαίνουσας χώρας-μέλους του Οργανισμού υποστηρίζει ότι τα όσα έχουν συμβεί στο παρελθόν, στη διάρκεια πετρελαϊκών κρίσεων, και επέφεραν δραστικές μεταβολές της καταναλωτικής συμπεριφοράς, θα επαναληφθούν με αφορμή την παρούσα κρίση. Πέρυσι, καταναλώναμε 99,7 εκατ. βαρέλια τη ημέρα, με το καρτέλ να προβλέπει ότι φέτος η ζήτηση θα ξεπερνούσε τα 101 εκατ.!
Αρκούσε το lock down και το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας, λόγω του κορονοϊού, για να σκορπίσουν στους πέντε ανέμους αυτές οι προσδοκίες. Ήδη ο OPEC αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις του και σήμερα μιλά για μόλις 91 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Όσο για το 2021… βλέπουμε!
Εξάλλου, στο τελευταίο εβδομαδιαίο δελτίο της (27/7), η Alpha Bank επιβεβαιώνει πως ο φόβος εμφάνισης ενός δεύτερου κύματος πανδημίας επισκιάζει την όποια ανάκαμψη των τιμών παρατηρούμε σήμερα και αναφέρει ότι οι ενέργειες των κρατών-μελών του ΟPEC+, να αντισταθμιστούν πιθανώς, από τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η πανδημία του COVID-19 στη ζήτηση. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας στην έκθεσή του, Oil Market Report, που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο, εκτιμά ότι αν και η ζήτηση πετρελαίου μειώθηκε κατά 16,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα, κατά το β’ τρίμηνο του 2020, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο το 2019, στη συνέχεια θα υπάρξει ισχυρή ανάκαμψη, καθώς προσδοκά ότι οι μηνιαίες τιμές spot του Brent θα κυμανθούν κατά μέσο όρο στα 41 δολάρια ανά βαρέλι, στη διάρκεια του β’ εξαμήνου του έτους που διανύουμε και θα αυξηθούν κατά μέσο όρο στα 50 δολάρια κατά το 202, ήτοι υψηλότερα από τις προβλέψεις που είχε διατυπώσει τον Ιούνιο.
«Ωστόσο, η εξάπλωση της πανδημίας σε χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βραζιλία επισκιάζει τις προοπτικές, καθώς αυξάνεται η πιθανότητα διατήρησης και επιβολής της αναστολής της οικονομικής δραστηριότητας, γεγονός που θα μπορούσε να αποθαρρύνει την κατανάλωση και κατά συνέπεια να περιορίσει τη ζήτηση», τονίζεται στην έκθεση της Alpha Bank.