και κατέβαλαν σισύφειες προσπάθειες για οικονομική και πολιτική επιβίωση έχοντας να αντιμετωπίσουν έναν άκρως επικίνδυνο, εν πολλοίς άγνωστο και οπωσδήποτε ύπουλο εχθρό. Και μια πλήρη αβεβαιότητα ως προς την εξέλιξη της ίδιας της πανδημίας.
Επειδή το τελευταίο διάστημα μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και υπό την πίεση εξωγενών παραγόντων επήλθε κοσμογονία στο οικονομικό και κοινωνικό στερέωμα υπάρχει διάχυτη η αίσθηση, ακόμα και στον απλό πολίτη, ότι διανύουμε ένα ιστορικό μεταίχμιο. Πράγματι, ποτέ μέχρι σήμερα, στην σύγχρονη ιστορία μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο η γνωστή ρήση του Ιβάν Ίλιτς Λένιν (κατά κόσμο Ουλιάνοβιτς) ότι "υπάρχουν δεκαετίες όπου δεν γίνεται τίποτε και εβδομάδες μέσα στις οποίες γίνονται όσα χρειάζονται δεκαετίες", δεν μπορούσε να είναι ποιό επίκαιρη και με ιδιαίτερα μεγάλη απήχηση. Γιατί πράγματι μέσα στο διάστημα των τελευταίων τριών μηνών συντελέστηκαν τόσες (εξ ανάγκης) αλλαγές στο οικονομικό, επιχειρηματικό και κοινωνικό γίγνεσθαι ενώ είναι πραγματικά αμφίβολο εάν πολλές από αυτές θα αντιστραφούν. Λέγεται ότι η κάθε κρίση επιταχύνει και ενισχύει τάσεις που προϋπήρχαν. Υπό αυτήν την έννοια και παρατηρώντας τις αλλαγές που έγιναν κυρίως σε οικονομικό, οργανωτικό και εργασιακό επίπεδο, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι πολλές από αυτές ήσαν από καιρό έτοιμες να γίνουν και έτσι η κρίση του κορωνοϊού ήλθε ως καταλύτης να τις επιταχύνει και να τις επιβάλλει.
Από τις αρχές Μαρτίου μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις προκειμένου να εμποδίσουν την εξάπλωση του ιού επέβαλλαν σειρά από αυστηρά μέτρα, τις περισσότερες φορές εις βάρος της οικονομίας, με κοινό χαρακτηριστικό την κάθετη μείωση της κυκλοφορίας, επιβάλλοντας την κοινωνική αποστασιοποίηση (social distancing), και την απαγόρευση των μετακινήσεων (μένουμε στο σπίτι), που είχαν ως άμεση επίπτωση την κατάρρευση της ζήτησης. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε στην παράλυση της οικονομικής ζωής, στο κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων, στην απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας σε όλες σχεδόν τις χώρες και στη ραγδαία μείωση της ζήτησης ενέργειας, κάτι που έπληξε πρωτίστως την αγορά πετρελαίου μέσα από την κατάρρευση της τιμής του αργού.
Με την πλήρη ακινητοποίηση των αεροπορικών μεταφορών και την τεράστια μείωση των οδικών μετακινήσεων η ζήτηση συρρικνώθηκε και μαζί με αυτήν και η δραστηριότητα του κλάδου του πετρελαίου επιφέροντας τεράστιες ζημιές σε μικρές και μεγάλες εταιρείες σε όλο το εύρος της παραγωγικής και εφοδιαστικής αλυσίδας. Άμεσο αποτέλεσμα ήταν η υποχρεωτική μείωση της παραγωγής όχι μόνο γιατί δεν υπήρχαν πρόθυμοι αγοραστές αλλά διότι επίσης εξέλιπαν επαρκείς αποθηκευτικοί χώροι στην ξηρά και στην θάλασσα, όπως αναφέραμε με λεπτομέρεια σε άρθρο μας στο Energia.gr την περασμένη εβδομάδα (βλέπε "Κρίσιμη παράμετρος παραμένει η αποθήκευση στην παρούσα πετρελαϊκή κρίση", 9-5-2020).
Μετά την τεράστια σε μέγεθος συρρίκνωση της ζήτησης και αντίστοιχα της παραγωγής (κατά 30 εκατ. βαρ/ημέρα τον Απρίλιο και περί τα 10 εκατ. βαρ/ημέρα μέσο όρο για όλο το τρέχον έτος) και την πτώση της τιμής περί το 60%, η πετρελαϊκή αγορά που θα προκύψει μετά από αυτή την ανωμαλία δεν θα είναι ξανά η ίδια. Και σε αυτήν την περίπτωση η κρίση του κορωνοϊού ήλθε απλώς να επιταχύνει τις διεργασίες και ζυμώσεις που ήσαν από καιρό ορατές στους παρατηρητές της αγοράς. Με χαμηλότερη ζήτηση, την επίσπευση της "ενεργειακής μετάβασης" και γενικά την στόχευση για αλλαγή του ενεργειακού μίγματος με μικρότερη συμμετοχή των ορυκτών καυσίμων, η ζήτηση για πετρέλαιο νομοτελειακά θα βαίνει μειούμενη. Όπως παρατηρούσαμε σε πρόσφατο άρθρο μας που αναρτήθηκε στο Linkedin στις 4 Μαίου (As coronavirus pandemic is shaping a new social reality we may have reached peak oil demand) είναι πολύ πιθανό ότι το 2019 να αποτελέσει σημείο καμπής με την πετρελαϊκή ζήτηση να φθάνει το ρεκόρ των 100 εκατ. βαρ/ημέρα, σηματοδοτώντας την περίοδο μεγίστης ζήτησης (peak oil demand)
Πέρα όμως από τον ενεργειακό τομέα οι τελευταίες εβδομάδες είναι γεμάτες από κοσμογονικές εξελίξεις στην οικονομία, την απασχόληση και στην κοινωνική οργάνωση. Η πολύ συνειδητή απόφαση εκ μέρους κυβερνήσεων και οργανισμών για εγκατάλειψη των ασφυκτικών περιορισμών που επέβαλλαν εδώ και πολλά χρόνια η οικονομική ορθοδοξία και οι ανάλογοι κανονισμοί και συνθήκες για χρηματοοικονομικά πλεονάσματα και ελλείμματα και η πλήρης ανατροπή των με διέξοδο στον υπερδανεισμό με σκοπό την διάσωση των οικονομιών δημιουργεί πρωτόγνωρες συνθήκες για την λειτουργία των οικονομιών και των επιχειρήσεων.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι μέσα σε διάστημα 8 μόλις εβδομάδων, δηλ. από τις αρχές Μαρτίου μέχρι τις αρχές Μαΐου, οι κυβερνήσεις των ώριμων οικονομιών αύξησαν το χρέος τους κατά σχεδόν $7,0 τρισεκ. προκειμένου να καλύψουν το κόστος υγειονομικών αναγκών και κυρίως για να διοχετεύσουν ζεστό χρήμα στην αγορά και τις επιχειρήσεις (δηλ. helicopter money).
Τις τελευταίες εβδομάδες εκόντες άκοντες οδηγηθήκαμε σε πρωτάκουστα επίπεδα χρέους, αφού υπολογίζεται ότι ο δανεισμός των κρατών αυξήθηκε κατά 13% φθάνοντας πλέον στο 96,4% του μεγέθους της παγκόσμιας οικονομίας (στα 120% στην περίπτωση των ώριμων οικονομιών), η ανεργία εκτοξεύθηκε στο επίπεδο του 10-15% για τις περισσότερες χώρες και 15-20% για ορισμένες (λχ. Ισπανία και Ελλάδα λόγω τουρισμού). Ποιό συγκεκριμένα μόνο στις ΗΠΑ υπολογίζεται ότι οι άνεργοι έχουν ήδη ξεπεράσει τα 22 εκατομμύρια (με πρόβλεψη για 30 εκατ. το 3τρίμηνο) και σχεδόν 15 εκατ. στην Ευρώπη, και πολλά περισσότερο στον υπόλοιπο κόσμο ενώ η παγκόσμιος οικονομία και το εμπόριο θα χρειασθούν πολλά χρόνια για την προσαρμογή τους στις νέες συνθήκες. Με το δημόσιο χρέος των περισσότερων χωρών να αιωρείται ως ζωντανός εφιάλτης και να αποτρέπει κάθε προσπάθεια οικονομικής και επιχειρηματικής ανάκαμψης μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. Εκτός βέβαια εάν η νέα επαχθής πραγματικότητα οδηγήσει τις μεγάλες δυνάμεις (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, ΕΕ ) και την παγκόσμιο κοινότητα σε μια πλέον σώφρονα αντιμετώπιση και σε περιφερειακές ή και παγκόσμιες συμφωνίες για την αμοιβαία απομείωση ή και ακύρωσή του.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ακόμα εάν η οικονομική ανάκαμψη μετά την κρίση του κορωνοϊού ακολουθήσει το σχήμα V ή θα είναι W ή στην χειρότερη περίπτωση εξελιχθεί σε ένα μακρόσυρτο L. Τελευταία στοιχεία του ΔΝΤ κάνουν λόγο για -3,0% ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας για όλο το 2020 (-7,5% μόνο στην Ευρώπη) καθιστώντας την κατά πολύ μεγαλύτερη από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2007/2008. Σε μάθε περίπτωση αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι το ρήγμα που δημιουργήθηκε δύσκολα θα ξεπερασθεί και η νέα εποχή που έχει ήδη ξεκινήσει θα έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Με πλέον σημαντικό τον φόβο και την εγρήγορση για την αποφυγή μιας νέας θεομηνίας, την κοινωνική αποστασιοποίηση, την ατομική απομόνωση, την χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη και την επακόλουθη μείωση της ενεργειακής ζήτησης .Τα δεινά που έχουν συσσωρευθεί και οι πολλοί αβέβαιοι παράγοντες, που μόνο τα χειρότερα προμηνύουν για το μέλλον, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η παρούσα κρίση δεν αποτελεί απλά μια ανωμαλία ή διόρθωση στην μακρόχρονη αναπτυξιακή πορεία της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά συνιστά ουσιαστική αλλαγή παραδείγματος (paradigm shift), ενώ παραμένει εν πολλοίς άγνωστος ο ρυθμός και η κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η πολυπόθητος ανάκαμψη.