Η κρίση του κορωνοϊού έχει προκαλέσει σοβαρούς τριγμούς στην αγορά του πετρελαίου και ενδιαφέρον έχει όχι μόνο η βραχυπρόθεσμη κατάσταση με την υπερπροσφορά και τις χαμηλές τιμές, αλλά επίσης η μακροπρόθεσμη.
Σήμερα, λοιπόν, η ραγδαία πτώση της τιμής συνεπάγεται μειωμένα έσοδα και κέρδη για τις πετρελαϊκές, αλλά και άμεση περικοπή των επενδυτικών τους προγραμμάτων για νέα παραγωγή, κάτι το οποίο θα έχει συνέπειες σε βάθος μερικών ετών. Δεδομένου του ότι οι πετρελαϊκές αγωνίζονται συνεχώς να αντικαταστήσουν τη "γερασμένη" παραγωγή τους με καινούρια έργα, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η έλλειψη επενδύσεων θα προκαλέσει ανισορροπία σε βάθος χρόνου και πιθανότατα αυξημένες τιμές πετρελαίου. Εν ολίγοις, η τιμή θα λειτουργήσει ως εκκρεμές και θα πάει στο άλλο άκρο από ότι σήμερα.
Από τη στιγμή λοιπόν που οι περισσότερες αναλύσεις κάνουν λόγο για μια ανάκαμψη της οικονομίας σε βάθος μερικών ετών, υπάρχει ο κίνδυνος να συνοδευτεί από πολύ υψηλές τιμές πετρελαίου που θα την επιβραδύνουν. Άλλωστε, στα κράτη-καταναλωτές πετρελαίου, όπως είναι και η Ελλάδα, είναι γνωστή η αντίστροφη σχέση της τιμής του αργού με την οικονομική ανάπτυξη.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το 2008 η τιμή του αργού εκτοξεύτηκε στα επίπεδα των 140 δολαρίων ανά βαρέλι μόνο και μόνο επειδή η παραγωγή ήταν 1-1,5 εκατ. βαρέλια χαμηλότερη από τη ζήτηση. Η σημερινή κατάσταση είναι πολύ πιο εκρηκτική για τον κλάδο από οτιδήποτε στο παρελθόν, άρα κανείς δεν μπορεί να προεξοφλήσει αν και σε τι έλλειψη θα οδηγήσει μελλοντικά. Εκεί ακριβώς βρίσκεται η απειλή μακροπρόθεσμα.