Ο τομέας της ενέργειας αποτέλεσε και αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες της στρατηγικής συμπόρευσης Αθήνας και Ουάσιγκτον, ιδίως τα τελευταία χρόνια. Το γεγονός λοιπόν ότι στη φετινή ΔΕΘ, τιμώμενη χώρα είναι οι ΗΠΑ, οδηγεί στην υψηλόβαθμη αμερικανική εκπροσώπηση και παρουσία και του ενεργειακού τομέα στην έκθεση.
Άλλωστε, η χρονική περίοδος που διανύουμε θεωρείται σημαντική καθώς ολοκληρώνονται σημαντικά έργα ενεργειακής υποδομής (TAP) και ταυτόχρονα βρίσκονται σε εξέλιξη διεργασίες για την κατασκευή νέων (FSRU Αλεξανδρούπολης, ελληνοβουλγαρικός αγωγός IGB κλπ) για τα οποία έχει εκδηλώσει θεωρητικό αλλά και επιχειρηματικό ενδιαφέρον η αμερικανική πλευρά. Επίσης πάντα βρίσκεται στο προσκήνιο, το ενδεχόμενο να υπάρξει άμεση παρουσία αμερικανικών εταιρειών σε ενεργειακές αγορές της περιοχής, είτε ως προμηθεύτριες ενέργειας (φυσικό αέριο) είτε ως επενδυτές (κυρίως στην έρευνα και παραγωγή υδρογονανθράκων).
Στη φετινή έκθεση λοιπόν αναμένεται να δώσουν το παρών σημαντικοί υψηλόβαθμοι εκπρόσωποι της ενεργειακής αγοράς, όχι μόνο από τις ΗΠΑ αλλά και από την περιοχή των Βαλκανίων και της Αν. Μεσογείου.
Συγκεκριμένα από αμερικανικής πλευράς στη Θεσσαλονίκη θα βρεθούν ο υφυπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, Mark W. Menezes, ο Αμερικανός πρέσβης Geoffrey Pyatt, o αντιπρόεδρος της ExxonMobil, Τρίσταν Άσπρεϊ, ο αναπληρωτής Διευθυντής της Climate & Advanced Energy (Atlantic Council), David Livingston και η αναπληρώτρια Διευθύντρια στο Global Energy Center (Atlantic Council), Ellen Scholl.
Εκτός όμως από την ισχυρή αμερικανική ενεργειακή εκπροσώπηση, στη ΔΕΘ και τις ενεργειακές εκδηλώσεις που θα γίνουν, θα δώσουν το παρών και οι εξής οι υπουργοί ενέργειας:
• η υπουργός Ενέργειας της Βουλγαρίας, Temenuzhka Petkova
• ο υπουργός Υποδομών, Ενέργειας και Υδάτινων Πόρων του Ισραήλ, Yuval Steinitz
• ο υπουργός Μεταλλείων και Ενέργειας της Δημοκρατίας της Σερβίας, Aleksandar Antic
Στις συζητήσεις που έχουν προγραμματιστεί, στην κορυφή της ατζέντας βρίσκονται θέματα ενεργειακής ασφάλειας, ασφάλειας προμήθειας, διαφοροποίησης πηγών, απελευθέρωσης των αγορών και ενίσχυσης του ανταγωνισμού, ιδιαίτερα στην ευαίσθητη περιοχή της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
(capital.gr)