Λίγες μόλις ώρες απομένουν πλέον για την κατάληξη του διαγωνισμού για την πώληση του ΔΕΣΦΑ, καθώς αύριο εκπνέει η προθεσμία για την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών από τις δυο κοινοπραξίες που διεκδικούν το 66% της εταιρείας.
Με δεδομένο ότι, παρά τα «αγκάθια» που ανέκυψαν οδεύοντας προς την καταληκτική ημερομηνία, όπως έγραψε πρόσφατα το energypress, δεν πρόκειται να δοθεί και νέα παράταση –άλλωστε, η υπόθεση ΔΕΣΦΑ είναι μια από τις εκκρεμότητες που παραμένουν ανοικτές εν όψει του Eurogroup της Δευτέρας 19/2, που θα κρίνει την ομαλή ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης- η αγωνία εντείνεται για την εξέλιξη του διαγωνισμού.
Στην τελική ευθεία, λοιπόν, βρίσκονται οι δυο κοινοπραξίες, η μια υπό την ιταλική Snam, που συμπράττει με την βελγική Fluxys, την ολλανδική Gasunie και την ισπανική Enagas, και η άλλη υπό την ισπανική Reganosa, που συμπράττει με τη ρουμανική Transgaz, με τη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD).
Χωρίς να προβαίνουν σε εκτιμήσεις ως προς το ύψος του τιμήματος που θα προσφέρει καθεμιά εκ των δυο διεκδικητριών κοινοπραξιών, που εν τέλει θα αποτελέσει και το βασικό κριτήριο επιλογής, παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι τα δυο σχήματα έχουν διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά, τόσο ως προς τη σύνθεση, όσο και ως προς τα οικονομικά μεγέθη.
Όπως υπογραμμίζουν, το σχήμα του οποίου ηγείται η Snam έχει κατ’ εξοχήν βιομηχανική βάση και αποτελείται από τις μεγαλύτερες εταιρείες αγωγών φυσικού αερίου στην Ευρώπη, που έχουν να επιδείξουν σημαντική εμπειρία σε διεθνή πρότζεκτ. Χαρακτηριστική π.χ. είναι η σύμπραξή τους και στην περίπτωση του TAP.
Πέραν αυτού, η Snam έχει παρουσία στις αγορές της Ιταλίας, της Αυστρίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας. Στο χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνονται 40000 χλμ. αγωγών, 2 τερματικά LNG, ενώ διαθέτει και 19 δισ. κ.μ. αποθηκευμένου φυσικού αερίου. Η Fluxys δραστηριοποιείται σε Βέλγιο, Ελβετία, Γερμανία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο και Λουξεμβούργο, ενώ η Enagas, πέραν της ισπανικής αγοράς, δραστηριοποιείται και στη Λατινική Αμερική.
Η διεθνής παρουσία της Reganosa, από την άλλη, αντικατοπτρίζεται σε ένα τερματικό LNG στη Μάλτα. Διαθέτει επίσης ακόμα ένα τερματικό LNG στην Ισπανία, καθώς και αγωγό 130 χλμ. στην Ισπανία. Η Transgaz δραστηριοποιείται διεθνώς κυρίως σε πρότζεκτ που αφορούν τη Ρουμανία, καθώς και σε όμορες αγορές.
Δεδομένου ότι η στόχευση για το ΔΕΣΦΑ είναι να ενισχυθεί η δυναμική του στα πλαίσια της στρατηγικής που θέλει την Ελλάδα να αναδεικνύεται σε περιφερειακό κόμβο φυσικού αερίου, στελέχη της αγοράς επισημαίνουν ότι είναι κρίσιμο για τη μελλοντική ανάπτυξη της εταιρείας να μπορέσει να επωφεληθεί τα μέγιστα και από την αφομοίωση των βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών στα αντίστοιχα πεδία δραστηριότητας και – ιδίως - για την περαιτέρω ανάπτυξη των υποδομών φυσικού αερίου στην Ελλάδα.
Διαφορετικό, όμως, είναι και το οικονομικό προφίλ των δυο σχημάτων. Όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς, η κοινοπραξία υπό τη Snam φαίνεται να έχει πιο συμπαγή δομή και να διαθέτει χαρακτηριστικά που προσφέρουν εχέγγυα σταθερότητας. Δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι η Snam έχει σήμερα χρηματιστηριακή αξία περί τα 13 δισ. ευρώ και το 2016 κατέγραψε έσοδα 2,5 δισ. ευρώ. Η Fluxys έχει χρηματιστηριακή αξία περίπου 2 δισ. ευρώ και η Enagas 5 δισ. ευρώ.
Από την άλλη, οι μετοχές της Reganosa δε διαπραγματεύονται χρηματιστηριακά, ενώ το 2016 κατέγραψε 58,5 εκατ. ευρώ ρυθμιζόμενα έσοδα. Η χρηματιστηριακή αξία της Transgaz ανέρχεται σε 1 δισ. ευρώ περίπου, ενώ τα έσοδά της για το 2016 έφθασαν τα 363 εκατ. ευρώ. Από την άλλη, η άμεση συμμετοχή της EBRD φαίνεται να ενισχύει το οικονομικό προφίλ του σχήματος, παρά το γεγονός ότι, όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς με τους οποίους μίλησε το energypress, «πρόκειται για ασυνήθιστη πρακτική δεδομένου του θεσμικού της ρόλου».
Φυσικά, όλα αυτά μένει να αποδειχτούν στην πράξη. Με το πέρας της καταληκτικής προθεσμίας για την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών αύριο, θα μάθουμε τον πλειοδότη και τότε θα φανεί αν η προσφορά που αποφάσισε να καταθέσει η καθεμιά εκ των δυο διεκδικητριών κοινοπραξιών ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες της κυβέρνησης, που προσβλέπει στον μεταξύ τους ανταγωνισμό ώστε να επιτευχθεί το μέγιστο δυνατό τίμημα.