Το σενάριο της μονοψήφιας μείωσης του ΕΤΜΕΑΡ που αφήνει περιθώρια να μειωθεί στη συνέχεια και η «χρέωση προμηθευτή» κατά το ποσό που αντιστοιχεί στο υπόλοιπο του πλεονάσματος του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ, είναι εκείνο που φαίνεται να προκρίνει η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
Ως γνωστόν η ΡΑΕ έχει υποχρέωση να λάβει πριν την εκπνοή του χρόνου απόφαση για αναπροσαρμογή του ΕΤΜΕΑΡ με βάση τα δεδομένα που προκύπτουν από την εκτίμηση του ΛΑΓΗΕ σχετικά με τη λογιστική πορεία του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ.
Σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο Δελτίο του ΛΑΓΗΕ θα έπρεπε να υπάρξει τώρα μια απόφαση για «γεναία» μείωση του ΕΤΜΕΑΡ καθώς ο Λειτουργός προβλέπει για το 2018 πλεόνασμα πάνω από 240 εκατ. ευρώ.
Μετά όμως τη σφοδρή πίεση των θεσμών για κατάργηση της «χρέωσης προμηθευτή» (η οποία ως γνωστόν αποτελεί εξ΄ολοκλήρου έσοδο για τον ΕΛΑΠΕ) μεσολάβησε η συμφωνία της κυβέρνησης με τους εταίρους. Εκεί αναφέρεται ότι μέχρι το Μάρτιο του 2018 η «χρέωση προμηθευτή» θα πρέπει να απομειωθεί κατά το προβλεπόμενο ετήσιο πλεόνασμα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ.
Το πώς θα γίνει αυτό δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί εκ μέρους της κυβέρνησης. Τούτων δοθέντων, η ΡΑΕ φαίνεται να προσανατολίζεται στο να μοιράσει κατά κάποιο τρόπο το πλεόνασμα του ΕΛΑΠΕ. Ένα μέρος του να πάει για μια (σχετικά μικρότερη) μείωση του ΕΤΜΕΑΡ και το υπόλοιπο να πάει για να μειωθεί από την αρχή του χρόνου η «χρέωση προμηθευτή».
Με βάση το σενάριο αυτό η μείωση του ΕΤΜΕΑΡ θα είναι μονοψήφια. Το ποια θα είναι η μείωση της «χρέωσης προμηθευτή» θα προκύψει από το ποσό του πλεονάσματος που θα περισσέψει.
Τα περιθώρια
Τα νούμερα πάντως έχουν σε γενικές γραμμές ως εξής:
Με βάση το προηγούμενο Δελτίο του ΛΑΓΗΕ, το προβλεπόμενο πλεόνασμα του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ για το 2018, εάν δεν υπάρξει καμία μεταβολή στο ΕΤΜΕΑΡ, θα είναι 237 εκατ. ευρώ. Πιθανόν στο Δελτίο που θα εκδώσει τώρα ο ΛΑΓΗΕ το νούμερο αυτό θα είναι κατά τι αυξημένο.
Υπάρχουν όμως παλιές εκκρεμότητες που δεν υπολογίζονται στο νούμερο αυτό κιαι φτάνουν περίπου στα 100 εκατ. ευρώ. Ο λόγος για την οριστική εκκαθάριση του ΕΤΜΕΑΡ του έτους 2015 (πιστωτικό υπόλοιπο υπέρ ΔΕΗ ποσού 42,168 εκ. ευρώ) και των ετών 2012-2016 που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.
Εάν αφαιρεθεί το σύνολο των 100 εκατ. ευρώ που αναφέρθηκαν παραπάνω (δεν θεωρείται το πιθανότερο, μάλλον θα αφαιρεθεί ένα μέρος), το προβλεπόμενο πλεόνασμα θα μειωθεί περίπου στα 140 εκατ. ευρώ.
Επιπλέον θα πρέπει να υπολογιστεί κάποιο «μαξιλάρι» 50 – 60 εκατ. ευρώ το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει μεταξύ άλλων και για να διατηρηθούν σε λογικά επίπεδα οι υπερημερίες στις πληρωμές των παραγωγών ΑΠΕ.
Από το εναπομείναν προβλεπόμενο πλεόνασμα, όπως προαναφέρθηκε, ένα μέρος θα πάει για μείωση του ΕΤΜΕΑΡ και το υπόλοιπο θα πάει για μείωση της «χρέωσης προμηθευτή».
Πως θα γίνει η απομείωση
Εάν τελικά ληφθεί μια τέτοια απόφαση, είναι άγνωστο ποια θα είναι η αντίδραση των θεσμών. Τυπικά, με βάση όσα αναφέρει η συμφωνία, δεν υπάρχει κάποια δέσμευση περί μη μείωσης του ΕΤΕΑΡ. Στην ουσία όμως είναι βέβαιον ότι η Κομισιόν ήθελε την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση της «χρέωσης προμηθευτή», πράγμα που περιορίζεται από τη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ.
Για τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η απομείωση της «χρέωσης προμηθευτή» δεν έχει μέχρι σήμερα υπάρξει καμία κυβερνητική αναφορά. Πληροφορίες του energypress αναφέρουν ωστόσο ότι η μεθοδολογία δεν μπορεί να αλλάξει παρά μόνον σε επιμέρους πλευρές της που δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία. «Η χρέωση προμηθευτή δεν είναι τέλος για να καθορίσει η κυβέρνηση το ύψος της. Είναι χρέωση που βασίζεται σε συγκεκριμένες παραδοχές και προκύπτει με συγκεκριμένη μεθοδολογία. Συνεπώς ή την καταργείς ή την συνεχίζεις, μέση οδός δεν υπάρχει» υποστηρίζει, μιλώντας στο energypress, αρμόδιος παράγοντας.
Παρόλα αυτά, σε αναζήτηση της μέσης οδού εκ μέρους του ΥΠΕΝ, κατά πάσα πιθανότητα θα επιλεγεί η διατήρηση μεν της μεθοδολογίας υπολογισμού της «χρέωσης προμηθευτή» ως έχει (με μικρές πιθανόν διαφοροποιήσεις), αλλά με ταυτόχρονο καθορισμό συγκεκριμένου ποσοστού της χρέωσης που θα καταβάλλουν το 2018 οι προμηθευτές. Υπενθυμίζεται ότι και κατά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής της «χρέωσης προμηθευτή» οι προμηθευτές δεν κατέβαλλαν το 100% των ποσών που αντιστοιχούσαν, αλλά το 50%.
Το ποιο θα είναι το ποσοστό αυτό, (50% ή περισσότερο ή λιγότερο) θα καθοριστεί με βάση τους υπολογισμούς σχετικά με τα ποσά που θα πρέπει να καλυφθούν.