Η χαμηλή χρηματιστηριακή αξία της ΔΕΗ, η οποία χθες έπεσε μόλις στα 445 εκ. ευρώ μετά το σορτάρισμα που υπέστη η μετοχή της εταιρείας από το fund Landsdowne Partners στις τελευταίες συνεδριάσεις, είναι ένας από τους βασικούς πονοκεφάλους της κυβέρνησης, η οποία καλείται εντός του 2018 να διαθέσει εκτός από το 40% των λιγνιτικών της εταιρείας και το 17% των μετοχών σε επενδυτή.
Με βάση λοιπόν τη συμφωνία κυβέρνησης θεσμών για το σκέλος των αποκρατικοποιήσεων, ο σκόπελος της χαμηλής χρηματιστηριακής αποτίμησης της ΔΕΗ θα ξεπεραστεί με τη διάθεση του 17% της εταιρείας με την έκδοση μετατρέψιμου ομολόγου. Η διαδικασία προβλέπεται να ξεκινήσει με την έναρξη του διαγωνισμού για την πώληση του 40% των λιγνιτικών τον Ιούνιο του 2018 και εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος της επόμενης χρονιάς.
Θυμίζεται ότι για το 2018 έχουν προϋπολογιστεί στα έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις, 100 εκ. ευρώ από την πώληση του 17% της ΔΕΗ, ποσό που μέσω της διαδικασίας έκδοσης μετατρέψιμου ομολόγου αναμένεται να είναι κατά πολύ μεγαλύτερο (εάν βεβαίως προχωρήσει η πώληση του 17%).
Σε ό,τι αφορά την πώληση του μεριδίου του Δημοσίου στα ΕΛΠΕ, η συμφωνία με τους θεσμούς πάει ακόμη πιο πίσω χρονικά την πώληση, αφού περιλαμβάνεται πρόβλεψη για εξέταση της διάθεσης μικρότερου μεριδίου από το 35% που σήμερα έχει το Δημόσιο στην εταιρεία. Η λύση που προτείνεται επαναφέρει στο προσκήνιο το σενάριο για από κοινού πώληση μεριδίων όχι μόνο του Δημοσίου αλλά και του έτερου μετόχου του ομίλου (Paneuropean του ομίλου Λάτση, που κατέχει το 45,47%). Στόχος είναι να εξεταστεί ένα σενάριο με παραμονή του δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο και ταυτόχρονα ο αγοραστής να αποκτήσει ένα μεγάλο ποσοστό με δικαιώματα στο μάνατζμεντ. Ανάλογα σενάρια είχαν εξεταστεί και στο παρελθόν χωρίς ωστόσο να τελεσφορήσουν. Από την πώληση των ΕΛΠΕ έχουν υπολογιστεί για το 2018 έσοδα ύψους 500 εκ. ευρώ.
Εάν υπολογιστούν και τα 250 εκ. ευρώ που έχουν υπολογιστεί από την πώληση της ΔΕΠΑ, είναι σαφές ότι τα έσοδα των 850 εκ. ευρώ είναι το λιγότερο αμφίβολο να εισπραχθούν εντός της επόμενης χρονιάς.