Πτώση κατά 4,6% παρουσίασαν οι πωλήσεις αμόλυβδης βενζίνης το πρώτο τρίμηνο του έτους, μετά τις νέες φορολογικές επιβαρύνσεις που έχουν καταστήσει τη χώρα μία από τις ακριβότερες στην ΕΕ στην τελική τιμή των καυσίμων, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να περιορίζουν τη ζήτηση και να οξύνεται η κρίση στα πρατήρια.
Όπως επισημαίνεται σε σχετικό δημοσίευμα της «Ημερησίας», κύκλοι της αγοράς εκτιμούν ότι επίκειται νέο κύμα κλεισίματος πρατηρίων.
Οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης (ΕΦΚ) αυξήθηκαν κατακόρυφα, με αποτέλεσμα οι τιμές της Ελλάδας να φιγουράρουν πάντα στην ακριβότερη πεντάδα ή τριάδα της Ε.Ε. των 28, ενώ στις τιμές χωρίς φόρους και δασμούς η Ελλάδα βρίσκεται σε αρκετά χαμηλότερη θέση.
Ειδικότερα, η Ελλάδα στη λιανική τιμή της απλής αμόλυβδης είναι η 4η ακριβότερη στην Ε.Ε. και στο πετρέλαιο κίνησης η 7η ακριβότερη. Όσον αφορά τις μέσες λιανικές τιμές της ΕΕ των 28, η Ελλάδα είναι ακριβότερη κατά 10,73% στη βενζίνη και 3,74% στο ντίζελ, ενώ στις τιμές των ίδιων καυσίμων χωρίς φόρους και δασμούς, η Ελλάδα στην αμόλυβδη κατέχει την 20ή θέση σε 28 χώρες και στο πετρέλαιο κίνησης την 26η θέση.
Σύμφωνα με πρατηριούχους που επικαλείται η εφημερίδα, η συνδυασμένη εφαρμογή, από 1.1.2017, των μέτρων για τη φορολογία, τις ασφαλιστικές εισφορές, τις ηλεκτρονικές πληρωμές και τις υποχρεωτικές καταβολές φόρου του επόμενου έτους, έχουν δημιουργήσει κατάσταση οικονομικής ασφυξίας για τα πρατήρια.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνον από πληρωμές με κάρτα τα πρατήρια επιβαρύνονται με ποσοστό τραπεζικής προμήθειας από 0,70% μέχρι και 1,50% επί του τζίρου, ποσοστό αρκετά υψηλό, δεδομένου ότι τα μεικτά κέρδη ενός πρατηρίου κυμαίνονται μεταξύ 3% και 4,5%, σύμφωνα με τους πρατηριούχους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ένα πρατήριο που διαθέτει αποκλειστικά καύσιμα είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσει. Και οι δυσκολίες μεγαλώνουν. Το νέο καθεστώς αδειοδότησης που ισχύει από το τέλος του 2016 απαιτεί τεράστιες επενδύσεις από τους πρατηριούχους. Χρειάζεται για παράδειγμα τη δημιουργία αντι-εκρηκτικών ζωνών και την εγκατάσταση νέου συστήματος ανάκτησης ατμού, κλπ, επενδύσεις που ανέρχονται περίπου στις 30-40.000 ευρώ για κάθε πρατήριο.
Παράλληλα εντείνεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός. Προκαλεί απορία, όπως αναφέρουν αρκετοί πρατηριούχοι, πώς ανοίγουν νέα στη θέση πρατηρίων που έκλεισαν λόγω έλλειψης κερδών και διαθέτουν καύσιμα σε κατώτερες τιμές. Στο πλαίσιο αυτό καλούν την πολιτεία να ελέγξει αυτές τις περιπτώσεις και να διασφαλίσει τον καταναλωτή από το λαθρεμπόριο, τη νοθεία και την κλοπή, αλλά και την αγορά από τον αθέμιτο ανταγωνισμό.
Οι σωστοί επαγγελματίες του κλάδου καυσίμων ζητούν από την κυβέρνηση να λάβει μέτρα αλλαγής πολιτικής και μείωσης των βαρών, προκειμένου να προστατευθεί ο κλάδος από τον αφανισμό και από την άλωση της αγοράς από ανεξέλεγκτα συμφέροντα, με όλες τις αρνητικές συνέπειες που θα έχει αυτή η εξέλιξη στην οικονομία, στην κοινωνία και στους καταναλωτές.