Μια βασική αρχή στην προσέγγιση που υιοθετεί ο Διαχειριστής Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας της Αγγλίας, ο αντίστοιχος ΑΔΜΗΕ, είναι η ακόλουθη: «Η διαχείριση μιας κρίσης ενέχει λιγότερες προκλήσεις από τη διαχείριση μιας κανονικότητας». Τι ακριβώς σημαίνει η αρχή αυτή; Μια ερμηνεία είναι ότι οι ίδιοι παράγοντες, που αλληλεπιδρούν στις κρίσεις προκαλώντας οξύτατα φαινόμενα, συνεχίζουν να υφίστανται ή να υφέρπουν και σε κανονικές συνθήκες, χωρίς ωστόσο να εγείρουν τους ίδιους προβληματισμούς και τις ίδιες ανησυχίες. Επιπρόσθετα, ο Άγγλος Διαχειριστής είχε διαπιστώσει ότι στις κρίσεις ισχυροποιούνται τρεις θεμελιώδεις ιδιότητες: η συναίνεση, ο ρεαλισμός και η αποφασιστικότητα για αλλαγές. Οι ιδιότητες αυτές διευκολύνουν την αντιμετώπιση των ζητημάτων σε κρίσιμες περιόδους, χωρίς απαραίτητα να είναι αυτονόητες υπό κανονικές συνθήκες.
Καθώς πλέον έχουμε επανέλθει σε μια κατάσταση κανονικότητας, προσωρινής ενδεχομένως, είναι σημαντικό να αναλύσουμε τα δεδομένα με ιδιαίτερη προσοχή, αναδεικνύοντας τις πολλαπλές τους διαστάσεις. Η κατανόηση αυτή είναι αναγκαία, ώστε να προβούμε, με τρόπο συγκροτημένο και ισορροπημένο, στο στάδιο του ενεργειακού σχεδιασμού, όπως υπογράμμισε ο Πρόεδρος της ΡΑΕ, κ. Μπουλαξής.
Στην περίπτωση της χώρας μας, η κρίση είναι πολυπαραγοντική και η ΡΑΕ διερευνά τις σύνθετες, επιμέρους πτυχές της. Είναι εξαιρετική η πρωτοβουλία του ΙΕΝΕ να υπάρξει μια προκαταρκτική αποτίμηση των συνθηκών που προκάλεσαν την κρίση και του τρόπου αντιμετώπισής της. Στο παρόν στάδιο, θα ήταν μάλλον υπεραπλούστευση να αναφερθούμε στο βαθμό επίδρασης των επιμέρους διαστάσεων. Άλλωστε η ενεργειακή κρίση διερευνάται τόσο από τους ρυθμιστές όσο και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε περιφερειακό επίπεδο. Η έμφαση της διερεύνησης από τους ρυθμιστές είναι διττή: α) η αποτροπή αντίστοιχων καταστάσεων στο μέλλον και β) ο εντοπισμός αιτίων και η επιβολή κυρώσεων, αν στοιχειοθετηθούν συμπεριφορές που υπονόμευσαν την ασφάλεια εφοδιασμού.
Στόχος της παρούσας τοποθέτησης είναι να αναδείξει με απλούς όρους, κατά το δυνατόν μη τεχνικούς, κάποια από τα ζητήματα, ώστε να είναι εύληπτα για τους καταναλωτές ενέργειας. Οι καταναλωτές βρίσκονται προφανώς στον πυρήνα της προσέγγισής μας και κατά τη διαχείριση μιας κρίσης, τόσο ως προς τη διασφάλιση της τροφοδοσίας τους όσο και ως προς τον περιορισμό του πρόσθετου κόστους που καταλήγει σε αυτούς. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι ρυθμιστές είμαστε επιφυλακτικοί σε ισχυρισμούς ότι κάποια πρόσθετα κόστη δεν μετακυλίονται στους καταναλωτές. Αυτό που συχνά σημαίνουν οι δηλώσεις αυτές είναι ότι ήδη υφίστανται περιθώρια κέρδους στα τιμολόγια, τέτοιου ύψους σε κανονικές συνθήκες που επιτρέπουν την απορρόφηση πρόσθετων δαπανών σε ειδικές συνθήκες, ή εναλλακτικά, ότι υφίστανται ασυμμετρίες στην ανάκτηση αυτών των δαπανών, με τρόπο που για κάποιες κατηγορίες οι επιπτώσεις είναι αδιόρατες ενώ για άλλες δυσανάλογες.
Ι. Ο τρόπος αντιμετώπισης της κρίσης
Βασικός γνώμονας για την αντιμετώπιση καταστάσεων κρίσης στο φυσικό αέριο είναι το Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης. Το σχέδιο αυτό συνιστά ένα δομημένο πλάνο ενεργειών, προσδιορίζοντας τις διαδικασίες και το ρόλο κάθε εμπλεκόμενου φορέα για ένα από τα τρία επίπεδα κρίσης (πιο συγκεκριμένα, την έγκαιρη προειδοποίηση, την επιφυλακή και την έκτακτη ανάγκη, όπως προβλέπονται στο Άρθρο 10 του Κανονισμού 994/2010). Αντίστοιχα, στο βαθμό που η κρίση φυσικού αερίου διαχέεται στον ηλεκτρισμό, υπάρχουν σχετικές προβλέψεις στον Κώδικα Διαχείρισης του Συστήματος Ηλεκτρικής Ενέργειας. Οι αρχές, οι μηχανισμοί και τα κριτήρια που αποτυπώνονται στα κανονιστικά αυτά κείμενα είναι θεμελιώδους σημασίας για την αντιμετώπιση της κρίσης με τρόπο εύλογο, διαφανή και οικονομικά αποτελεσματικό.
Η Ομάδα Διαχείρισης Κρίσης, που συγκροτείται με συμμετοχή της ΡΑΕ και φορέων του ενεργειακού τομέα, αξιολογεί συνδυαστικά τα δεδομένα, τη δυναμική τους, και τους παράγοντες κινδύνου. Όταν ανακύπτει ενδεχόμενο περικοπής ζήτησης, ιδιαίτερη έμφαση αποδίδεται στη διασφάλιση των προστατευόμενων καταναλωτών φυσικού αερίου, οι οποίοι, σε μεγάλο βαθμό, είναι οικιακοί καταναλωτές αλλά και κρίσιμες υποδομές (γενικότερα, πρόσθετες κατηγορίες που καθορίζονται στο νομοθετικό πλαίσιο). Παράλληλα, θεμελιώδες ζητούμενο είναι ο περιορισμός των επιπτώσεων από το έλλειμμα παραγωγικού δυναμικού, λόγω έλλειψης φυσικού αερίου, στο Σύστημα Ηλεκτρικής Ενέργειας.
Καθώς, η πρόσφατη ενεργειακή κρίση στη χώρα μας παρέμεινε στο επίπεδο 2, χωρίς να κλιμακωθεί στο επίπεδο 3, θα ήταν χρήσιμο να περιγράψουμε συνοπτικά το ρόλο του ΔΕΣΦΑ στην περίπτωση αυτή και να παραθέσουμε τα προβλεπόμενα μέτρα. Στην κατάσταση 2, ο ΔΕΣΦΑ συλλέγει επικαιροποιημένα στοιχεία ζήτησης και προσφοράς, καταρτίζει το ισοζύγιο των επόμενων 7 ημερών, και αξιολογεί την απόδοση των μέτρων που εφαρμόζονται. Τα μέτρα αυτά αφορούν περιορισμό της ζήτησης αλλά και προσπάθειες για πρόσθετη προμήθεια.
Στην πρώτη κατηγορία μέτρων ανήκουν τα ακόλουθα:
1. Ο περιορισμός της ζήτησης τουλάχιστον κατά 40% για τους μεγάλους καταναλωτές (διακόψιμοι) που επέλεξαν να μην καταβάλουν Τέλος Ασφάλειας Εφοδιασμού.
2. Η εναλλαγή καυσίμου, από φυσικό αέριο σε diesel, για τις μονάδες που έχουν τη σχετική υποχρέωση ή δυνατότητα, σύμφωνα με εντολές κατανομής που εκδίδει ο ΑΔΜΗΕ.
3. Ο περιορισμός της ζήτησης από μεγάλους καταναλωτές (διακοπτόμενοι) που έχουν συνάψει εθελοντικά σύμβαση διαχείρισης ζήτησης με προμηθευτή τους και με τον ΔΕΣΦΑ.
Αναφορικά με τα παραπάνω μέτρα, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι αν και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποδίδει ιδιαίτερη έμφαση στη διαχείριση ζήτησης με μέτρα αγοράς (δηλαδή το τρίτο μέτρο εκ των προαναφερθέντων), οι σχετικές συμβάσεις δεν προσέλκυσαν προς το παρόν το ενδιαφέρον των μεγάλων καταναλωτών. Μια ερμηνεία είναι ότι το προβλεπόμενο τίμημα δεν θεωρήθηκε επαρκές και αυτό, σε συνδυασμό με την εξέλιξη του κοινοτικού πλαισίου, ίσως αποτελεί μια ένδειξη για τη μετεξέλιξη του σχήματος σε μια διαγωνιστική διαδικασία.
Για το εναλλακτικό καύσιμο, υφίσταται επίσης το πλαίσιο για σύναψη συμβάσεων μεταξύ ΔΕΣΦΑ και των ηλεκτροπαραγωγών εκείνων που έχουν στις άδειες τους τη σχετική υποχρέωση, δηλαδή τον όρο λειτουργίας με diesel. Τη σύμβαση αυτή έχει υπογράψει προς το παρόν η μονάδα ανοικτού κύκλου του Ήρωνα. Στην περίπτωση των μονάδων της Elpedison, έχει τεθεί το ζήτημα της αναθεώρησης του πλαισίου, ώστε να συμπεριληφθεί και το κόστος «recommissioning», δηλαδή της επαναφοράς της μονάδας σε ετοιμότητα για λειτουργία με diesel κατόπιν μακροχρόνιας αδράνειας της υποδομής. Οι μονάδες της ΔΕΗ Κομοτηνή και Λαύριο 4 δεν έχουν την υποχρέωση σύναψης σύμβασης καθώς δεν υφίσταται η σχετική υποχρέωση στην άδεια τους, ωστόσο στην πράξη έχουν τη δυνατότητα εναλλαγής καυσίμου, όπως άλλωστε αποδείχθηκε και από την ανταπόκρισή τους κατά το διάστημα της κρίσης.
Από τις παραπάνω αναφορές, γίνεται αντιληπτή η ετερογένεια μεταξύ των μονάδων που δύνανται να λειτουργήσουν με diesel ως προς το πλαίσιο στο οποίο υπάγονται. Eξετάζονται επομένως κάποιες τροποποιήσεις προκειμένου να επιτευχθεί η εναρμόνιση των επιμέρους περιπτώσεων και η δυνατότητα αποζημίωσης τους με τρόπο ισότιμο σε ένα ενιαίο πλαίσιο. Γενικότερα, καθίσταται αναγκαία μια επανεξέταση των όρων των αδειών των μονάδων παραγωγής, που αφορούν την ασφάλεια εφοδιασμού (πιο συγκεκριμένα την υποχρέωση για αδιάλειπτη τροφοδοσία τους για διάστημα 5 ημερών), και του τρόπου με τον οποίον επιτυγχάνεται η συμμόρφωση ως προς την υποχρέωση αυτή. Στόχος είναι η ισότιμη αντιμετώπιση όλων των μονάδων παραγωγής, παρά τις διαφοροποιήσεις των όρων αδειών τους, και η ισότιμη συμβολή τους, εμπράκτως και με αντικειμενικούς όρους, στην ασφάλεια εφοδιασμού.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο αντισυμβαλλόμενος στην περίπτωση των συμβάσεων των ηλεκτροπαραγωγών για εναλλακτικό καύσιμο είναι ο ΔΕΣΦΑ, και όχι ο ΑΔΜΗΕ όπως θα μπορούσε να υποθέσει κάποιος. Αυτό συμβαίνει γιατί η αποζημίωση των ηλεκτροπαραγωγών για το κεφαλαιουχικό κόστος τόσο των υποδομών όσο και της διατήρησης αποθεμάτων πετρελαίου καθώς και η ανάκτηση της διαφοράς κόστους καυσίμου για τη διενέργεια δοκιμών με diesel, προκύπτει από το Τέλος Ασφάλειας Εφοδιασμού, το οποίο ο ΔΕΣΦΑ εισπράττει από τους χρήστες του Συστήματος. Βάσει της Απόφασης ΡΑΕ 344/2014, το τέλος που καταβάλλεται από τις διάφορες κατηγορίες καταναλωτών κυμαίνεται από 0 έως 0.48 €/ΜWh, με τη διαφοροποίηση να αποτυπώνει, όπως είναι εύλογο, κατά τρόπο «αντιστρόφως ανάλογο», τη σειρά με την οποία περικόπτονται οι επιμέρους κατηγορίες σε μια κρίση. Το ποσό που έχει συσσωρευτεί έως σήμερα στον αντίστοιχο λογαριασμό που τηρεί ο ΔΕΣΦΑ είναι της τάξης των 9 εκατ. €.
Θα ήθελα να τονίσω ότι οι τομείς φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργούν συμπληρωματικά στο σημείο αυτό, καλύπτοντας συνιστώσες κόστους διαφορετικής υφής. Ειδικότερα, αν μια μονάδα λειτουργήσει με diesel κατόπιν εντολής του ΑΔΜΗΕ, το κόστος λειτουργίας της αποζημιώνεται κατόπιν υποβολής των σχετικών παραστατικών στον ΑΔΜΗΕ, στο πλαίσιο του μηχανισμού ανάκτησης μεταβλητού κόστους. Έτσι, καταρχάς το λειτουργικό κόστος μετακυλίεται στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω της χρέωσης ΛΠ-3. Λόγω της κοστοστρέφειας των τιμολογίων, το κόστος αυτός δύναται να καταλήξει στον καταναλωτή ανάλογα με τους όρους της σύμβασης προμήθειας (όπως το αν ενεργοποιείται ρήτρα όταν υπάρξει υπέρβαση ενός ορίου κόστους) ή και να μην αποτυπωθεί, καθώς ήδη υφίσταται ένα περιθώριο κέρδους ικανό να το απορροφήσει.
Η παραπάνω περιγραφή εστίασε στο φυσικό αέριο. Αντίστοιχα, στην περίπτωση κρίσης στην ηλεκτρική ενέργεια, ο ΑΔΜΗΕ έχει στη διάθεση του τα ακόλουθα μέτρα: τη μετάβαση σε εναλλακτικό καύσιμο (diesel), την εισαγωγή ενεργειακών περιορισμών στην υδροηλεκτρική παραγωγή με στόχο την αποτροπή της απότομης εξάντλησης των αποθεμάτων, την εφαρμογή του μέτρου της διακοψιμότητας σε βιομηχανικούς καταναλωτές, και τις έκτακτες εισαγωγές από όμορες χώρες.
Οι παραπάνω δυνατότητες αξιοποιήθηκαν και από τους δύο Διαχειριστές, στο πεδίο των αρμοδιοτήτων τους. Στην περίπτωση του ηλεκτρισμού, θα πρέπει να αξιολογηθεί, γενικότερα, αν είναι σαφής η ιεράρχηση κάποιων μέτρων, αν είναι θεμιτό να εφαρμόζονται παράλληλα με στόχο μια πιο ευέλικτη και ομαλή διαχείριση του Συστήματος, και αν μπορεί να ενισχυθεί η διαφάνεια κατά το στάδιο της εφαρμογής. Η ΡΑΕ αναμένει τα πλήρη στοιχεία για τον τρόπο εφαρμογής των μέτρων και το βαθμό ανταπόκρισης των διαφόρων κατηγοριών διακοψιμότητας (τόσο στο φυσικό αέριο όσο στον ηλεκτρισμό) για το σύνολο της περιόδου. Μια αρχική ένδειξη είναι ότι υπήρξε θετική ανταπόκριση από την πλευρά της ζήτησης, αλλά όχι από όλους. Επιπλέον, τα αποτελέσματα διαφοροποιούνται στις επιμέρους φάσεις της κρίσης.
Η πρόσθετη αξία της συναίνεσης
Με αφετηρία την προσέγγιση του Άγγλου Διαχειριστή, που ανέφερα στην αρχή, θα ήθελα να κάνω μια ενδεικτική αναφορά στη συναίνεση, όπως αναδείχθηκε κατά τη διαχείριση της πρόσφατης κρίσης, και να επισημάνω τη σημασία της.
Οι αγορές ενέργειας ενέχουν τεχνικές πολυπλοκότητες που είναι αδύνατο να αποτυπωθούν σε ένα σχέδιο δράσης, όσο διεξοδικό και αν είναι. Οι αντικειμενικές συνθήκες δεν εξαντλούνται σε ένα κείμενο. Στο πλαίσιο αυτό, είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι πέραν των δυνατοτήτων που περιγράφονται στο σχέδιο έκτακτης ανάγκης, και οι οποίες ασκήθηκαν από τους Διαχειριστές, καθοριστική για την διευθέτηση της κρίσης ήταν και μια επιπρόσθετη παράμετρος. Οι ηλεκτροπαραγωγοί από φυσικό αέριο συναίνεσαν στην κατανομή των μονάδων τους από τον ΑΔΜΗΕ, με τρόπο ώστε η λειτουργία τους να είναι προσαρμοσμένη στις εκτιμήσεις του ΔΕΣΦΑ για την ποσότητα του διαθέσιμου καυσίμου στο προσεχές διάστημα και την βέλτιστη αντιστοίχιση των ποσοτήτων αυτών σε ΜWh ηλεκτρισμού από τον ΑΔΜΗΕ.
Από πρακτικής πλευράς, η συναίνεση αυτή της αγοράς, σε συνδυασμό με τα μέτρα που εφάρμοσαν οι Διαχειριστές, διευκόλυνε την άμβλυνση των προβλημάτων ενώ αποτράπηκε και η μετάβαση στην κατάσταση 3, κατά την οποία θα περικόπτονταν ηλεκτροπαραγωγοί, χωρίς καμία αποζημίωση, και επιπλέον θα ετίθετο ζήτημα περικοπής οικιακών καταναλωτών και επιχειρήσεων. Συναίνεση επιδείχθηκε επίσης από βιομηχανίες, οι οποίες αποδέχθηκαν το ενδεχόμενο περικοπής φορτίου τους, πέραν των προβλεπομένων στον μηχανισμό διακοψιμότητας.
ΙΙ. Οι παράγοντες που αλληλεπέδρασαν
Γενικότερα, η ενεργειακή κρίση που εκδηλώθηκε κατά το διάστημα 19 Δεκεμβρίου έως 13 Φεβρουαρίου υπερβαίνει ενδεχομένως σε διάρκεια, ένταση και γεωγραφική διάσταση αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κρίση εκδηλώθηκε σε ένα ευρύ φάσμα χωρών, από τη Δυτική έως την Νοτιοανατολική Ευρώπη, οι οποίες διαφοροποιούνται ως προς το ενεργειακό τους μίγμα, το βαθμό ωρίμανσης των αγορών τους αλλά και το επίπεδο ανταγωνισμού που εμφανίζουν.
Στην περίπτωση της χώρας μας, η κρίση είναι πολυπαραμετρική και η ΡΑΕ διερευνά τις σύνθετες, επιμέρους πτυχές, αναμένοντας παράλληλα από τους Διαχειριστές να υποβάλουν τα πλήρη στοιχεία, για το σύνολο της περιόδου και στο βαθμό λεπτομέρειας που ζητήθηκαν. Συνοπτικά, θα μπορούσε να αναφερθεί ότι η κρίση αντανακλά ένα συνονθύλευμα από στοχαστικότητες, αστοχίες (τεχνικής φύσης ή ενδεχομένως και προγραμματισμού), ασυμμετρίες καθώς και ανεπάρκειες πλαισίου.
1.Καιρικές Συνθήκες σε συνδυασμό με Ζητήματα Διαθεσιμότητας Ισχύος
Καταρχάς, ένα πλέγμα ακραίων καιρικών συνθηκών όχι μόνο σε περιφερειακό αλλά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, εκτίναξαν τη ζήτηση τόσο σε ηλεκτρική ενέργεια όσο και σε φυσικό αέριο. Στην δεύτερη μάλιστα περίπτωση, εμφανίστηκαν ταυτοχρονισμένες αιχμές τόσο σε ηλεκτροπαραγωγούς όσο και σε οικιακούς καταναλωτές, δημιουργώντας επίπεδα ιστορικά υψηλά. Παράλληλα, οι καιρικές συνθήκες, και ιδίως φαινόμενα παγετού, επηρέασαν τη διαθεσιμότητα μονάδων παραγωγής σε ένα ευρύ φάσμα τεχνολογιών, τόσο συμβατικών όσο και ΑΠΕ. Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμη και η δυνατότητα λειτουργίας μονάδων με εναλλακτικό καύσιμο περιορίστηκε λόγω προβλημάτων στην πρόσβαση των βυτιοφόρων.
Σε ευρωπαϊκή κλίμακα, η γεωγραφική διάσταση των φαινομένων ήταν εκτεταμένη, αποτυπώνοντας, πέραν των καιρικών συνθηκών, τον περιορισμό της πυρηνικής παραγωγής (καταρχάς στη Γαλλία και στη συνέχεια στο Βέλγιο) αλλά και ζητήματα που ανέκυψαν στη Μεγάλη Βρετανία. Στο πλαίσιο αυτό, ο ανταγωνισμός για φορτία LNGήταν ισχυρότατος, με την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα να διεκδικούν ποσότητες φυσικού αερίου από την Αλγερία. Ωστόσο και εκεί, τα έτοιμα, διαθέσιμα φορτία ήταν μάλλον περιορισμένα σε ποσότητα, ενδεχομένως λόγω των σημάτων περιορισμένου ενδιαφέροντος που είχαν εκπέμψει προς την Sonatrach ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Οι αντίξοες καιρικές συνθήκες προκάλεσαν καθυστερήσεις στον απόπλου των πλοίων και αβεβαιότητες ως προς το χρόνο άφιξης τους.
Σε εθνικό επίπεδο, συντηρήσεις μακροχρόνιου χαρακτήρα λιγνιτικών μονάδων (περιβαλλοντικής αναβάθμισης) προγραμματίστηκαν σε χρόνο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ατυχής ή άστοχος. Παράλληλα, υπήρξαν και αστοχίες μονάδων, που ενδεχομένως δεν διαφοροποιήθηκαν από ιστορικά δεδομένα. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά το χρονικό διάστημα Δεκέμβριος 2016 έως 14 Φεβρουαρίου 2017, η πραγματική παραγωγή λιγνιτικών μονάδων υπολείπονταν των ημερήσιων δηλώσεων τους στον ΗΕΠ κατά 0.5 TWh. Το μέγεθος αυτό θα μπορούσε ίσως να αντιπαραβληθεί με την παραγωγή από εναλλακτικό καύσιμο (diesel), η οποία εκτιμάται στις 0.2 TWh.
2. Περιορισμένες εισροές κατά τη χειμερινή περίοδο
Εστιάζοντας στα υδατικά αποθέματα, είναι σημαντικό ότι στα τέλη Νοεμβρίου βρίσκονταν σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο (2116 GWh), ωστόσο οι δύο μήνες που ακολούθησαν εμφάνισαν εξαιρετικά περιορισμένες εισροές, με μια μικρή διόρθωση τον Φεβρουάριο. Αναλυτικότερα, ιδιαίτερα μειωμένες ήταν οι εισροές τον Ιανουάριο του 2017, καθώς δεν υπερέβησαν τις 282 GWh έναντι εκτιμήσεων κατά τον Δεκέμβριο για επίπεδα από 304 έως 574 GWh. Η σύγκριση με τον ίδιο μήνα των τριών προηγούμενων ετών αναδεικνύει μια σημαντική υποχώρηση των εισροών, καθώς τα ιστορικά επίπεδα ήταν 905, 536, 337 GWh αντίστοιχα για τα έτη 2016, 2015 και 2014. Για τον Φεβρουάριο του 2017, οι εισροές ανήλθαν στις 600 GWh, ένα επίπεδο μάλλον μέτριο, όπως αναδεικνύει η σύγκριση με τον ίδιο μήνα των τριών προηγούμενων ετών (1243, 743, 346 GWh αντίστοιχα).
Επιπλέον, τον Δεκέμβριο 2016, οι μηνιαίες εισροές υποχώρησαν στις 185 GWh (έναντι των σεναρίων που δημοσιεύτηκαν τον Νοέμβριο και κυμαίνονταν στις 360-579 GWh). Η σύγκριση με τον ίδιο μήνα προηγούμενων ετών αναδεικνύει αισθητή υποχώρηση σε σχέση με όλα τα προηγούμενα έτη (207, 527, 317 GWh αντίστοιχα). Πιο συγκεκριμένα, κατά την 23η Δεκεμβρίου, δηλαδή την πρώτη ουσιαστικά ημέρα που κλιμακώθηκε η ενεργειακή κρίση, τα υδατικά αποθέματα εκτιμήθηκαν στα 1786 GWh και εν τέλει διαμορφώθηκαν στις 1810 GWh. Τα επίπεδα αυτά ήταν αισθητά μειωμένα συγκριτικά με τα αναμενόμενα επίπεδα (σενάρια) τον μήνα Νοέμβριο (2046 έως 2178 GWh), όπου οι προβλέψεις είχαν αναθεωρηθεί προς τη «λάθος» (όπως διαφαίνεται εκ των υστέρων) κατεύθυνση συγκριτικά με τα πιο συντηρητικά σενάρια που είχαν καταρτιστεί τον Οκτώβριο (1929-2084 GWh). Αν θεωρήσουμε ότι επαληθεύτηκε το σενάριο χαμηλής υδραυλικότητας, τότε η απόκλιση από την πρόβλεψη του Οκτωβρίου είναι της τάξης των 100 GWh.
Έν τέλει, τον Φεβρουάριο του 2017, τα επίπεδα των αποθεμάτων ανήλθαν στα 1815 GWh και σχεδόν συμπίπτουν με την τιμή που είχαν εμφανίσει περίπου προ τριετίας (Δεκέμβριος του 2013), σε μια χρονική περίοδο με ομοιότητα στη δυναμική των εισροών. Τα στοιχεία αυτά υπογραμμίζουν την καταλυτική σημασία των περιορισμένων εισροών κατά τους χειμερινούς μήνες, ειδικά για τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο, και δίνουν ένα συμπληρωματικό πρίσμα στον τρόπο χρησιμοποίησης των νερών στη διάρκεια της κρίσης. Επρόκειτο όντως για υπερεκμετάλλευση των υδροηλεκτρικών μονάδων ή και για αποτύπωση σε σημαντικό βαθμό των περιορισμένων εισροών; Στο πλαίσιο αυτό, θα ήταν χρήσιμο να αξιολογηθούν και τα επίπεδα διαθεσιμότητας των υδροηλεκτρικών, όπως δηλώθηκαν στην αγορά.
3. Ανεπαρκές πλαίσιο στο φυσικό αέριο
Οι καιρικές συνθήκες αλληλεπέδρασαν με τις ανεπάρκειες του πλαισίου που διέπει τον τομέα του φυσικού αερίου, καθώς εκλείπει επί της ουσίας η αγορά φυσικού αερίου αλλά και σε πρώτο επίπεδο η αγορά εξισορρόπησης. Έτσι, η έλλειψη φυσικού αερίου που ανέκυψε δεν μπορούσε να αποτυπωθεί, παρά μόνο εκ των υστέρων και στο βαθμό που αυτό ήταν εφικτό στο πλαίσιο των συμβάσεων (αναλόγως με τους συμβατικούς όρους), στα κόστη που αντιμετώπιζαν οι ηλεκτροπαραγωγοί. Πρακτικά, μέσω του αερίου εξισορρόπησης, το καύσιμο ήταν διαθέσιμο χωρίς όρια, ανεξάρτητα από την επικείμενη εξάντλησή του, και με κόστος που θα αποκαλύπτονταν εκ των υστέρων, ανάλογα και με την υπέρβαση των ορίων ανοχής. Επιπλέον, όσοι δεν είχαν απευθείας σύμβαση με τον ΔΕΣΦΑ δεν υφίστανται κόστη εξισορρόπησης στην ίδια φιλοσοφία με τους υπόλοιπους χρήστες.
4. Συμβατικά ζητήματα
Πέρα από την αβεβαιότητα ως προς την εξεύρεση και το χρονισμό των φορτίων LNG, το γεγονός ότι η ποσότητα ενός πλοίου εξαντλούνταν σε 2.5 - 3 ημέρες ανέδειξε διάφορα ζητήματα εντοπιζόμενα στις συμβάσεις προμήθειας των ηλεκτροπαραγωγών. Αν και οι ρυθμιστές ενέργειας δεν υπεισέρχονται σε αστικού ή εμπορικού χαρακτήρα ζητήματα, ωστόσο τίθενται διάφορα ερωτήματα αναφορικά με τις επιπτώσεις που δύνανται να έχουν επιμέρους όροι (αλλά και η απουσία τους, π.χ. η μη πρόβλεψη «ασφαλιστικών δικλείδων», όπως ο περιορισμός, υπό προϋποθέσεις, της υποχρέωσης του Προμηθευτή στην προμήθεια του αντισυμβαλλομένου του πέραν ενός ορίου) στην ασφάλεια εφοδιασμού αλλά και στον ανταγωνισμό.
Για παράδειγμα, η ιδιαίτερα αυξημένη ζήτηση σε φυσικό αέριο των ηλεκτροπαραγωγών ήταν σύμφωνη με τις προβλεπόμενες συμβατικά ποσότητες, για την παράδοση των οποίων δεσμευόταν ο Προμηθευτής (ΔΕΠΑ); Ο καθορισμός των εν λόγω ποσοτήτων ήταν εύλογος; Είχαν προβλεφθεί όροι για τον περιορισμό της υποχρέωσης του Προμηθευτή προς παράδοση των ενδοσυμβατικών ποσοτήτων και με ποιες προϋποθέσεις; Αφορούσαν ταυτοχρονισμένες αιχμές μεταξύ των παραγωγών; Μήπως το ύψος των ποσοτήτων ήταν τέτοιο που εξέθετε τον προμηθευτή σε σημαντικό κίνδυνο υπό ακραίες συνθήκες; Πώς θα μετακυλιόταν το πρόσθετο κόστος που θα καλούνταν να αντιμετωπίσει ο προμηθευτής; Υπήρχαν ασυμμετρίες μεταξύ των συμβάσεων; Είναι εύλογες υπό το πρίσμα του ελεύθερου εμπορίου ή προβληματικές ως προς τη διάσταση του ανταγωνισμού, όταν συνδυάζονται με δομικές ασυμμετρίες;
Ένα θολό τοπίο διέπει το υφιστάμενο πλαίσιο συμβάσεων κατά το τρέχον έτος, καθώς δεν είναι ακόμη ξεκάθαρο αν έχει οριστικοποιηθεί το πλαίσιο για όλους τους παραγωγούς, αν κάποιοι έχουν προσωρινές συμβάσεις και αν αυτές που θα υπογραφούν θα έχουν αναδρομική ισχύ ή θα ισχύουν εφεξής.
5. Στρεβλώσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
Σημαντικές ήταν οι αποκλίσεις που διαπιστώθηκαν σε λιγνιτικές μονάδες, μεταξύ των δηλώσεων τους στην ημερήσια αγορά και τη λειτουργία τους στον πραγματικό χρόνο. Αν και τα τελευταία έτη διαπιστώθηκε περιορισμός των αποκλίσεων λιγνιτικής παραγωγής σε αρκετά χρονικά διαστήματα, το ζήτημα της συστηματικότητας και του ύψους των αποκλίσεων παραμένει διαχρονικά υπαρκτό, προκαλώντας συμπίεση της ΟΤΣ. Οι αβεβαιότητες που ενέχει η λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων λόγω της παλαιότητάς τους και οι διακυμάνσεις στην ποιότητα καυσίμου είναι παράγοντες που αντικειμενικά δυσχεραίνουν τις προβλέψεις της διαθεσιμότητάς τους.
Στο πλαίσιο της υφιστάμενης αγοράς, το κόστος των αποκλίσεων, που προκύπτει από τον μηχανισμό εκκαθάρισης αποκλίσεων, θα έπρεπε να αποτελεί κίνητρο για πιο ρεαλιστικές δηλώσεις διαθεσιμότητας στην ημερήσια αγορά. Στο βαθμό ωστόσο που το έλλειμμα λιγνιτικής παραγωγής αντισταθμίζεται από επαύξηση της υδροηλεκτρικής παραγωγής, το κόστος των αρνητικών αποκλίσεων περιορίζεται σε σημαντικό βαθμό, ή και πλήρως σε κάποιες περιπτώσεις, από το έσοδο που απορρέει από τις θετικές αποκλίσεις. Έτσι, οι αποκλίσεις δεν έχουν στην πράξη ισχυρή διορθωτική επίδραση αλλά καθιστούν τη δεσπόζουσα εταιρεία σχετικά ουδέτερη. Είναι ενδεικτικό ότι κατά το μήνα Ιανουάριο οι πιστώσεις (έσοδο) λόγω αποκλίσεων ανήλθαν για τον κυρίαρχο παραγωγό συνολικά, δηλαδή για το σύνολο του χαρτοφυλακίου του, σε 5.8 εκατ. €. Επομένως, υπήρξε πρόσθετο έσοδο και όχι οικονομική απώλεια, παρά τις σοβαρές αστοχίες των λιγνιτικών μονάδων.
Οι αποκλίσεις των λιγνιτικών μονάδων, όπως και οι διαφοροποιήσεις άλλων παραμέτρων μεταξύ ΗΕΠ και πραγματικού χρόνου, αντανακλάστηκαν στη διαφοροποίηση μεταξύ ΟΤΣ και ΟΤΑ. Πιο συγκεκριμένα, για το διάστημα 1.12.2016 - 14.2.2017, η μέση Οριακή Τιμή Αποκλίσεων (ΟΤΑ) υπερβαίνει τη μέση ΟΤΣ κατά 10 €/MWh, ενώ σε κάποιες ώρες η απόκλιση υπερβαίνει τα 200 €/MWh. Επισημαίνεται ότι κατά τις ημέρες που ο ΑΔΜΗΕ προέβη σε περικοπές εξαγωγών ηλεκτρικής ενέργειας, δηλαδή 11 και 12 Ιανουαρίου 2017, η ΟΤΑ ανήλθε στα 300 €/MWh για 7 ώρες κατανομής, ενώ η ΟΤΣ δεν υπερέβη τα 82 €/MWh.
Όπως προαναφέρθηκε, ο θεμελιώδης κανόνας προσφοράς και ζήτησης αντιστράφηκε θεαματικά, καθώς το φυσικό αέριο, αν και σε έλλειψη και παρά την εκτίναξη της ζήτησης, συνέχιζε να προσφέρεται στα ίδια επίπεδα. Για κάποιους παραγωγούς, το πρόσθετο κόστος απλά δεν υφίστατο. Για άλλους, θα αποκαλύπτονταν ενδεχομένως αργότερα. Αν υποθέσουμε θεωρητικά ότι ο δεσπόζων παίκτης δεν είχε πρόσθετο κόστος φυσικού αερίου λόγω των όρων της σύμβασής του με τον προμηθευτή του, τότε η δυνατότητα των υπολοίπων παραγωγών να αναπροσαρμόσουν τις προσφορές των μονάδων τους θα ήταν μάλλον περιορισμένη, καθώς αυτή η αντίδραση θα συνεπάγετο ενδεχομένως τη μην ένταξη των μονάδων τους στον ΗΕΠ. Σε κάθε περίπτωση, στα πρόθυρα κατάστασης συναγερμού 3, κατά την οποία επίκειτο περικοπές παραγωγής από φυσικό αέριο και ενδεχομένως και ζήτησης στον ηλεκτρισμό, οι οικονομολόγοι θα ανέμεναν η τιμή να αποτυπώσει την έλλειψη του πόρου και να λειτουργήσει το scarcity pricing. Έτσι, θα περικόπτονταν εξαγωγές με οικονομικό τρόπο, δηλαδή με σήματα αγοράς και όχι άλλες παρεμβάσεις.
Υπό το πρίσμα της ΕΕ, η συγκράτηση των τιμών σε τεχνητά επίπεδα, παρά τις ακραίες συνθήκες, συνιστά στρέβλωση, καθώς η αγορά δεν μπόρεσε να αποκαλύψει το βαθμό του προβλήματος, ώστε να επέλθουν οι αντίστοιχες διορθώσεις στις εξαγωγές, και η ροή της ενέργειας να γίνει με όρους αγοράς. Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι μια αγορά δεν μπόρεσε να φανερώσει το βαθμό επάρκειας ισχύος ή το έλλειμμα της, δεν αφορά απλά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αλλά έχει επιπτώσεις και σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, καθώς αποτρέπεται η δημιουργία σημάτων για τις αναγκαίες επενδύσεις.
Παράλληλες ερμηνείες
Όταν σε μια αγορά υπάρχει μια εταιρεία που κατέχει δεσπόζουσα θέση τόσο στην παραγωγή όσο και στην προμήθεια, υπό το δικό της οικονομικό πρίσμα ως καθαρός αγοραστής (net buyer), στόχος της είναι ο περιορισμός της τιμής στην χονδρεμπορική αγορά. Υπό το πρίσμα του κυρίαρχου προμηθευτή, η συγκράτηση των τιμών αποτελεί ενδεχομένως ελαχιστοποίηση του κόστους προμήθειας, το οποίο, θα μετακυλίονταν στους καταναλωτές, αν τα τιμολόγια λιανικής προσαρμοζόταν στις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής. Ωστόσο, η ελαστικότητα αυτή δεν υφίσταται στην πράξη, όπως αποδεικνύει η στατικότητα των ανταγωνιστικών χρεώσεων των τιμολογίων του βασικού προμηθευτή κατά την τελευταία τριετία, παρά την αισθητή πτώση των τιμών καυσίμων αλλά και τον εξορθολογισμό του μηχανισμού επάρκειας. Εξαίρεση αποτελεί η έκπτωση που εφαρμόζεται από 1.7.2017 για την εμπρόθεσμη καταβολή των λογαριασμών, η οποία συντείνει θετικά στην εισπραξιμότητα, ωστόσο αφήνει αμετάβλητη τη μοναδιαία χρέωση, χωρίς να είναι σαφής και η χρονική διάρκεια του μέτρου.
Η έλλειψη προθεσμιακής αγοράς, πέραν των προϊόντων ΝΟΜΕ που παρέχουν μια εγγυημένη τιμή για τους εναλλακτικούς προμηθευτές για τις ποσότητες των δημοπρασιών, αναδεικνύει το μέγεθος του κινδύνου που προκύπτει για τον κυρίαρχο προμηθευτή. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι οι τιμές ουσιαστικά αυξήθηκαν σε επίπεδα που περιόριζαν τις εξαγωγές, μόνο όταν υποχώρησε αισθητά η παραγωγή από υδροηλεκτρικά, παύοντας έτσι να συμπιέζει την τιμή. Η εφαρμογή, από την 1η Οκτωβρίου 2016, της μεθοδολογίας «τιμολόγησης» υδροηλεκτρικών εγχύσεων, η οποία προσδιορίζει το κάτω όριο των προσφορών τους ως συνάρτηση της στάθμης του ταμιευτήρα, επέτρεψε την αντανάκλαση στην αγορά των πραγματικών συνθηκών στους ταμιευτήρες. Η αρχή επομένως του “scarcity pricing” αποτυπώθηκε στις προσφορές των υδροηλεκτρικών μονάδων, σε αντιδιαστολή με την κυρίαρχη εικόνα για τις μονάδες φυσικού αερίου.
6. Ζητήματα δημοσιοποίησης εσωτερικής πληροφόρησης
Ένα από τα ζητήματα που ανακύπτουν στο πλαίσιο του Κανονισμού REMIT, είναι αν είχαν όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά πρόσβαση σε κρίσιμες πληροφορίες αναφορικά με κομβικής σημασίας ζητήματα, όπως οι διαθεσιμότητες των μονάδων ή οι προβλέψεις ζήτησης. Ήταν όλοι οι συμμετέχοντες στην ίδια θέση να αναμένουν τις εξελίξεις; Αν για παράδειγμα κάποιος παραγωγός ανέμενε, ήδη από τον Νοέμβριο μια αύξηση της κατανάλωσης του σε ισχυρό βαθμό, αυτή η προσδοκία απέρρεε από δημοσιευμένα δεδομένα (όπως μετεωρολογικές προβλέψεις ή εξελίξεις σε άλλες χώρες) ή μήπως απαιτούσε και εμπιστευτικά δεδομένα, όπως το συμβατικό του πλαίσιο, προκειμένου να γίνει αντιληπτή η διάσταση των επικείμενων συνθηκών; Mήπως η δημοσιοποίηση κάποιων πληροφοριών θα μετέβαλε τη δυνατότητα πρόβλεψης από άλλους συμμετέχοντες; Στο πλαίσιο του κανονισμού για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια των ενεργειακών αγορών (Remit), τα ζητήματα αυτά θα μπορούσαν επίσης να διερευνηθούν σε περιφερειακό επίπεδο.
ΙΙΙ. Συμπεράσματα - Ευρωπαϊκό Πλαίσιο
Εν γένει, η πρόσφατη ενεργειακή κρίση αποτελεί μια σύνθετη κατάσταση, πολυπαραμετρική, με αλληλεπιδράσεις στοχαστικών αλλά και δομικών χαρακτηριστικών. Θα ήταν υπεραπλούστευση και πρώιμο να εξάγει κανείς συμπεράσματα, πριν αναλυθούν όλες οι πτυχές, η επίδρασή τους, και το πλαίσιο στο οποίο εδράζονται. Ένας βασικός προβληματισμός είναι ότι το κόστος που ανέκυψε δεν έχει ακόμη πλήρως προσδιοριστεί. Η μη δυνατότητα αντανάκλασης του πρόσθετου κόστους που προέκυψε στην αγορά καθιστά δύσκολη τη συγκριτική αξιολόγηση της προσέγγισης που ακολουθήθηκε στην πράξη με άλλες, θεωρητικές, επιλογές, υπό το πρίσμα της άντλησης συμπερασμάτων για το μέλλον.
Οι πρωτοβουλίες της Αρχής περιγράφηκαν διεξοδικά από τον Πρόεδρο της ΡΑΕ. Θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι δύο από τους κρίσιμους παράγοντες της κρίσης, και ειδικότερα τα συμβατικά ζητήματα και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά, συνιστούν βασικά ζητούμενα και βάσει του κοινοτικού δικαίου και της εξέλιξης του. Ειδικότερα, στο πλαίσιο του χειμερινού Πακέτου, κατά την αναθεώρηση του Κανονισμού Ασφάλειας Εφοδιασμού στο Φυσικό Αέριο, ο προσανατολισμός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι η κοινοποίηση στην Επιτροπή όλων των συμβάσεων με διάρκεια που υπερβαίνει το ένα έτος, λόγω των επιπτώσεων τους στην ασφάλεια εφοδιασμού.
Επιπλέον, η εφαρμογή του target model στον ηλεκτρισμό, στο πλαίσιο της ενοποίησης των αγορών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα επιτρέψει την αντιστάθμιση κινδύνου για τους προμηθευτές μέσω των προθεσμιακών προϊόντων αλλά και την αποτελεσματικότερη χρήση των διασυνδέσεων. Ιδιαίτερα σημαντική είναι και η αποτύπωση της αξίας των υπηρεσιών με βάση δεδομένα πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο.
Αντίστοιχα, στο φυσικό αέριο, βρίσκεται σε εξέλιξη η σταδιακή συμμόρφωση με τις απαιτήσεις των ευρωπαϊκών κωδίκων. Ενδεικτικά αναφέρεται η δέσμευση του ΔΕΣΦΑ για υλοποίηση της πλατφόρμας εξισορρόπησης έως τον Σεπτέμβριο του 2017, η οποία θα επιτρέψει τις ενδοημερήσιες συναλλαγές και επομένως τη βέλτιστη διαχείριση των θέσεων των χρηστών και τον περιορισμό του κόστους τους. Καθώς οι χρήστες είναι σε μεγάλο βαθμό και προμηθευτές τελικών καταναλωτών, η εξέλιξη θα προκαλέσει και μείωση του κόστους προμήθειας. Αν και στην αρχή, η ρευστότητα θα είναι ενδεχομένως περιορισμένη, ο ρόλος της αναμένεται να ισχυροποιηθεί με την ανάπτυξη του ανταγωνισμού, την ολοκλήρωση του TAP και την υλοποίηση έργων στρατηγικής σημασίας, όπως ο IGB και η πλωτή πλατφόρμα LNG στην Αλεξανδρούπολη.
Είναι αλήθεια ότι στην ηλεκτρική ενέργεια το θεσμικό πλαίσιο, παρά τα όποια τρωτά του σημεία και την υστέρηση του σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, είναι διεξοδικό και αρκετά εξελιγμένο. Αντιθέτως, στο φυσικό αέριο το πλαίσιο είναι σε πρώιμο στάδιο και ατελές, ωστόσο διαθέτει ισχυρή δυναμική εξέλιξης. Από τον Σεπτέμβριο του 2016 έως σήμερα, η ΡΑΕ έχει εκδώσει μια σειρά κανονιστικών κειμένων, όπως ο Κώδικας Διαχείρισης Δικτύου Διανομής και ο αντίστοιχος Κανονισμός Τιμολόγησης, εν συνεχεία της απόσχισης της δραστηριότητας της προμήθειας από την διανομή, και τη σύσταση από 1.1.2017 των ΕΔΑ ως διακριτών οντοτήτων από τις ΕΠΑ. Εντός του Μαρτίου, αναμένεται η 3η αναθεώρηση του Κώδικα Διαχείρισης του ΕΣΦΑ, η οποία εισάγει και προβλέψεις που αποτρέπουν τις υποδηλώσεις αερίου σε κατάσταση κρίσης 2. Επίκειται επίσης η αναθεώρηση του Κανονισμού Αδειών Φυσικού Αερίου. Η επόμενη πρόκληση είναι να καταρτιστεί ο Κώδικας Προμήθειας, ένα κανονιστικό κείμενο θεμελιώδους σημασία για την ανάπτυξη του ανταγωνισμού.
Εν μέσω της κρίσης, η ΡΑΕ ζήτησε από τον ΑΔΜΗΕ τη διεύρυνση των σεναρίων που θα εξεταστούν στη Μεσο-μακροπρόθεσμη Μελέτη Επάρκειας, καθώς πλέον δεν αποτελούν ακραία θεωρητικά σενάρια αλλά ιστορικά δεδομένα. Καθορίστηκαν με ακρίβεια οι παραδοχές των σεναρίων και είναι πολύ σημαντική η δέσμευση του ΑΔΜΗΕ ότι θα εκπονήσει την αντίστοιχη μελέτη εντός των επόμενων εβδομάδων, παράλληλα με τη μελέτη ευελιξίας. Οι δύο μελέτες οφείλουν να είναι εναρμονισμένες κατά το δυνατόν με τα σχόλια της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ώστε να αξιολογηθούν εντός του Απριλίου και να κοινοποιηθεί το αντίστοιχο σχήμα, γεγονός που αποτελεί δέσμευση της Ελληνικής Πολιτείας. Αντιστοίχως, επικαιροποιείται η μελέτη επικινδυνότητας στο φυσικό αέριο (risk assessment), ώστε να αξιολογηθεί στη συνέχεια η οικονομικότητα των διαφόρων επιλογών και να καταρτιστεί το Σχέδιο Προληπτικής Δράσης. Συνολικά, είναι αναγκαία μια συνθετική προσέγγιση, ώστε να επιτευχθεί η χρυσή τομή μεταξύ ασφάλειας εφοδιασμού, διαφοροποίηση λύσεων, και εύλογου κόστους.
Θα ήθελα να τονίσω ότι με την εφαρμογή του Χειμερινού Πακέτου, σημείο αφετηρίας για τους μηχανισμούς επάρκειας θα είναι πλέον η πανευρωπαϊκή μελέτη επάρκειας, με ορίζοντα δεκαετίας, που θα εκπονείται από τον ENTSO-E. Τα σχήματα που προτείνονται από τα κράτη μέλη θα αξιολογούνται βάσει των πορισμάτων της προαναφερθείσας μελέτης. Εάν δηλαδή η μελέτη του ENTSO-E δεν υποδεικνύει πρόβλημα επάρκειας σε κάποια χώρα, τότε δεν θα επιτρέπεται η εισαγωγή σχετικού μηχανισμού. Στην περίπτωση που υφίσταται ήδη κάποιος μηχανισμός, τότε θα απαιτηθεί η προσαρμογή με τις προβλέψεις του Χειμερινού Πακέτου, ενώ δεν θα υπογράφονται νέες συμβάσεις διαθεσιμότητας αν η πανευρωπαϊκή μελέτη δεν εντοπίζει ζήτημα επάρκειας.
Πριν τη θέσπιση των μηχανισμών επάρκειας, τα κράτη μέλη οφείλουν μεταξύ άλλων να επιτρέπουν την αντανάκλαση στις τιμές τυχόν ελλείμματος ενέργειας ή ισχύος (scarcitypricing). Ο βαθμός στον οποίο η ιδιότητα αυτή, που αποτελεί θεμελιώδη αρχή στο Χειμερινό Πακέτο, υφίσταται στην ελληνική αγορά και οι μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να επιτευχθεί είναι ένα από τα βασικά ζητήματα που αναδείχθηκε στην ενεργειακή κρίση και το οποίο καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Οι τρεις ιδιότητες που ανέφερα στην αρχή, δηλαδή η συναίνεση, ο ρεαλισμός και η αποφασιστικότητα για αλλαγές, εκτιμώ ότι θα αποβούν καταλυτικής σημασίας για τον μετασχηματισμό της ενεργειακής αγοράς.
Τέλος, θα ήθελα να αναφέρω ότι συμπωματικά σήμερα, 15η Μαρτίου, είναι η Παγκόσμια Ημέρα Καταναλωτή. Πριν από 60 περίπου χρόνια, ο John Kennedy, σε μια ομιλία που συνιστά ορόσημο για την πολιτική επιστήμη, περιέγραψε τα 4 θεμελιώδη δικαιώματα των καταναλωτών ως εξής: ασφάλεια, ικανοποίηση βασικών αναγκών, επιλογή και πληροφόρηση. Εστιάζοντας στην Ευρώπη του 2017, είναι αλήθεια ότι η ενεργειακή κρίση, οι δείκτες ενεργειακής πενίας, το περιορισμένο επίπεδο ανταγωνισμού σε κάποιες χώρες, και η ελλιπής ενημέρωση των καταναλωτών για ζητήματα που τους αφορούν, προκαλούν έντονο προβληματισμό. Οι ρυθμιστές θα συνεχίζουν να προσπαθούν για την άμβλυνση των δυσλειτουργιών και για ένα διαφανές πλαίσιο, με ορθολογικά κίνητρα, εύλογα κόστη και μηχανισμούς αγοράς, παρά τις όποιες αντιξοότητες.
------------------------------
Η Νεκταρία Καρακατσάνη είναι μέλος της Ολομέλειας της ΡΑΕ. Το παρόν άρθρο βασίζεται στην τοποθέτησή της στην εσπερίδα που οργάνωσε το ΙΕΝΕ με θέμα την ασφάλεια εφοδιασμού, σε ερωτήματα που τέθηκαν στη συνέχεια, και σε ομιλία της στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης.