Η ανακάλυψη σημαντικών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις ανεξάρτητες οικονομικές ζώνες (ΑΟΖ) του Ισραήλ και της Κύπρου κατά τα τελευταία έτη, καθώς και η προσδοκία ανακάλυψης ανάλογων πόρων στην ελληνική ΑΟΖ, έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας γόνιμης σύμπραξης των τριών αυτών χωρών στον ενεργειακό τομέα. Οι βασικές εναλλακτικές προτάσεις αξιοποίησης αυτών των ενεργειακών κοιτασμάτων αφορούν τις ακόλουθες επιλογές:
- Την κατασκευή ενός αγωγού φυσικού αερίου που θα ξεκινάει απ’ την Κύπρο και θα διοχετεύει το φυσικό αέριο στην Τουρκία και από εκεί στην υπόλοιπη Ευρώπη.
- Την κατασκευή ενός τερματικού σταθμού υγροποίησης του αερίου (LNG) στο Βασιλικό της Κύπρου και την περαιτέρω μεταφορά του σε άλλες χώρες μέσω πλωτών μέσων.
- Την μεταφορά του αερίου προς τους δύο υπάρχοντες σταθμούς υγροποίησης LNG που διαθέτει η Αίγυπτος στο Idku και στην Damietta και της ακόλουθης εξαγωγής του με πλωτά μέσα.
- Την κατασκευή ενός πλωτού σταθμού υγροποίησης του αερίου (FLNG) και της περαιτέρω μεταφόρτωσης του σε τάνκερ προς εξαγωγή ή την μεταφορά του αερίου σε συμπιεσμένη μορφή (CNG) με τη χρήση πλωτών μέσων.
- Την κατασκευή ενός αγωγού που θα ενώνει Ισραήλ-Κύπρο-Ελλάδα-Ιταλία για να διοχετεύει το αέριο της Λεβαντίνης στην Ευρώπη (αγωγός Ανατολικής Μεσογείου-EastMed pipeline).
Σε σχέση με την τελευταία επιλογή, παρατηρείται έντονη κινητικότητα τους τελευταίους μήνες, τόσο εκ μέρους της ελληνο-κυπριακής και ισραηλινής πλευράς όσο και από την πλευρά της Ε.Ε.
Τα χαρακτηριστικά και το σχέδιο ανάπτυξης του EastMed
Ο αγωγός EastMed είναι ένας προτεινόμενος υποθαλάσσιος/χερσαίος αγωγός μήκους 1900 χιλιομέτρων και χωρητικότητας περίπου 16 δις m3/έτος που θα μεταφέρει το αέριο της Ανατολικής Μεσογείου στην Ευρώπη, ακολουθώντας τη διαδρομή Κύπρος-Κρήτη-Πελοπόνησσος-Δυτική Ελλάδα-Ιταλία. Αρχικά, το αέριο θα προέρχεται απ’ τα ισραηλινά και κυπριακά κοιτάσματα αερίου, αλλά σε δεύτερο στάδιο αναμένεται να μεταφέρει και το αέριο που πιθανότατα υπάρχει εντός της ελληνικής ΑΟΖ. Ο αγωγός θα ενώνεται με τον αγωγό IGI Poseidon για να μεταφέρει το φυσικό αέριο στην Ιταλία, καθώς και με τον αγωγό IGB για την μεταφορά του αερίου στη Βουλγαρία και σε άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μέσω ενός δικτύου αγωγών που ονομάζεται «Κάθετος Διάδρομος».
Ο EastMed συμπεριλήφθηκε το 2015 απ’ την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα έργα κοινού ενδιαφέροντος (PCI), ως μέρος του συνολικού σχεδιασμού για την δημιουργία του «Νότιου Ενεργειακού Διαδρόμου», ενός συστήματος αγωγών που αποσκοπούν στην διεύρυνση της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης. Επίσης, το έργο συμπεριλαμβάνεται στο «Δεκαετές Αναπτυξιακό Πλάνο» (TYNDP) που στοχεύει στην δημιουργία μιας ενοποιημένης, ασφαλούς και αξιόπιστης αγοράς φυσικού αερίου στην Ευρώπη.[1] Απ’ τα τέλη Ιουλίου 2014, η περαιτέρω ανάπτυξη του EastMed πέρασε στη δικαιοδοσία της εταιρείας «ΥΑΦΑ-ΠΟΣΕΙΔΩΝ», στην οποία συμμετέχουν ισομερώς η ΔΕΠΑ και η Edison[2]. Το έργο διαθέτει την ένθερμη υποστήριξη των κυβερνήσεων των χωρών που πρόκειται να συμμετέχουν στην υλοποίησή του, κάτι που διαφάνηκε και κατά τη σύγκλιση της τριμερούς συνόδου Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ τον περασμένο Δεκέμβριο, στην οποία η κατασκευή του EastMed αποτέλεσε κεντρικό θέμα συζήτησης[3].
Είναι τεχνικά εφικτός και οικονομικά βιώσιμος ο αγωγός;
Οι αρχικοί υπολογισμοί εκτιμούσαν το κόστος κατασκευής του κοντά στα 10 δις ευρώ, ποσό που θα ήταν απαγορευτικό για την πραγματοποίησή του, δεδομένων των άλλων προτεινόμενων λύσεων. Επιπλέον, υπάρχουν αμφιβολίες για την δυνατότητα κατασκευής του αγωγού, καθώς προκύπτουν αρκετές τεχνικές δυσκολίες εξαιτίας του μεγάλου υποθαλάσσιου βάθους απ’ το οποίο πρόκειται να διέλθει.
Τον Ιανουάριο, η Edison παρουσίασε τα αποτελέσματα μελέτης κατασκευής του αγωγού προς την Γενική Διεύθυνση Ενέργειας της Ε.Ε. και τους Γενικούς Διευθυντές των Υπουργείων Ενέργειας των εμπλεκόμενων χωρών, σύμφωνα με την οποία ο αγωγός είναι τεχνικά εφικτός και εμπορικά βιώσιμος, με το κόστος κατασκευής του να ανέρχεται μεταξύ 5,2 και 6 δις ευρώ (αναλόγως της χωρητικότητάς του). Κατά τη μελέτη λήφθηκε υπόψιν και η προοπτική ανακάλυψης νέων κοιτασμάτων στην περιοχή της Ανατ. Μεσογείου, η οποία καθώς είναι πολύ πιθανή, αναμένεται να εμπλουτίσει με επιπλέον ποσότητες αερίου τον αγωγό[4]. Τον Φεβρουάριο, δημοσιοποιήθηκαν νέες μελέτες των οίκων IHS, Intec SEA και C&M Engineering που εκπονήθηκαν για λογαριασμό της Poseidon, οι οποίες επιβεβαιώνουν τα ανωτέρω συμπεράσματα.
Αντιθέτως, κατά την διάρκεια του Athens Energy Forum 2017, ορισμένοι ομιλήτες αμφισβήτησαν τη δυνατότητα υλοποίησης του αγωγού[5] . Η πιο πρόσφατη αναφορά στο έργο έγινε κατά τη διάρκεια του Οικονομικού Φόρουμ Δελφών, στο οποίο ο Διεθύνων Σύμβουλος της ΔΕΠΑ, κ. Θεόδωρος Κιτσάκος, δήλωσε ότι από τεχνικής πλευράς το έργο είναι εφικτό και η μόνη δυσκολία αφορά μια διαδρομή περίπου 10 χιλιομέτρων, λόγω αυξημένου θαλασσίου βάθους. Ο κ. Κιτσάκος τόνισε ότι δεν θεωρεί το εμπόδιο αυτό αξεπέραστο, ενώ εξέφρασε και την άποψη ότι η εναλλακτική λύση κατασκευής ενός αγωγού προς την Τουρκία θα είναι ακριβότερη απ’ τον EastMed[6].
Τα πλεονεκτήματα της υλοποίησης του αγωγού
Ο αγωγός αυτός, όπως προαναφέρθηκε, αναμένεται να συμβάλλει στην αύξηση της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης, διαφοροποιώντας τόσο τις πηγές όσο και τις οδούς προμήθειας φυσικού αερίου για τη Γηραιά Ήπειρο. Η ποσότητα που θα μεταφέρει ο EastMed μπορεί να αυξηθεί στο μέλλον μέσω της κατασκευής μιας δεύτερης «γραμμής» του αγωγού, καθώς όπως αναφέρει ο καθηγητής κ. Φώσκολος υπάρχουν 95% πιθανότητες τα αποθέματα βιογενούς φυσικού αερίου της Κύπρου να ανέρχονται σε 1,4 τρις m3, ενώ σύμφωνα με τη Γεωλογική Υπηρεσία των ΗΠΑ, υπάρχουν και άλλα 2,45 τρις m3 μη ανακαλυφθέντων κοιτασμάτων αερίου στη λεκάνη της Λεβαντίνης (ΑΟΖ Ισραήλ και Λιβάνου[7]). Αν οι εκτιμήσεις αυτές επιβεβαιωθούν, ο EastMed και οι «επεκτάσεις» του, θα αποτελέσουν μια σημαντική εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας για την Ευρώπη στο μέλλον.
Δεύτερον, η πραγμάτωση του αγωγού αυτού σε συνδυασμό με τoν Διαδριατικό Αγωγό (TAP), τον IGB, τον IGI, την κατασκευή του πλωτού σταθμού υγροποίησης στην Αλεξανδρούπολη, αλλά και την επέκταση της χωρητικότητας και των δυνατοτήτων επανεριοποίησης της Ρεβυθούσας, θέτουν τις βάσεις για να καταστεί η Ελλάδα ένας σημαντικός περιφερειακός ενεργειακός κόμβος. Τυχόν διοχέτευση και των ελληνικών κοιτασμάτων στον EastMed, θα συμβάλλει ακόμη περισσότερο προς αυτή την κατεύθυνση.
Τρίτον, η υλοποίηση του έργου θα δημιουργήσει θετικές εξωτερικότητες για την ελληνική οικονομία. Η αύξηση της απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο λόγω της κατασκευής του αγωγού, μπορεί να συμβαδίσει με την ύπαρξη εσόδων απ’ τον δυνητικό εμπλουτισμό του EastMed με το ελληνικό αέριο. Παράλληλα, η ΔΕΗ θα μπορούσε να δημιουργήσει ατμοηλεκτρικούς σταθμούς σε Κρήτη και Πελοπόννησο, με σημαντικά οφέλη να προκύπτουν τόσο για τις επιχειρήσεις, όσο και για τα νοικοκυριά απ’ τη μείωση του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος. Το γεγονός αυτό θα συνέτεινε στην ανάπτυξη βιομηχανιών πλαστικών, γεωργικών φαρμάκων, λιπασματοβιομηχανιών[8] κλπ.
Τέταρτον, η σύμπραξη με μία ισχυρή περιφερειακή δύναμη όπως το Ισραήλ, αλλά και ο κομβικός ρόλος που θα διαδραματίσει η χώρα μας στην ενεργειακή τροφοδοσία της περιοχής, θα συμβάλλουν στην αύξηση της γεωπολιτικής της αξίας και θα ενισχύσουν το βαθμό προστασίας της έναντι εχθρικών επιβουλών. Ταυτοχρόνως, η χώρα μας θα επιτύχει και τον μερικό περιορισμό των ενεργειακών της εξαρτήσεων απ’ την Τουρκία (καθώς ήδη συνδέεται με αυτήν μέσω του αγωγού ITG και μελλοντικά μέσω του TAP).
Εναλλακτικές επιλογές και τι πρέπει να προσεχθεί
Πέραν των δυσκολιών στο τεχνικό σκέλος, ο αγωγός αυτός θεωρείται ότι είναι μια πιο «ακριβή» επιλογή σε σχέση με τον αγωγό Κύπρου-Τουρκίας. Σύμφωνα με τη μελέτη “Competitive Assesment on Supply Options for Eastern Mediterranean Gas” το κόστος για τη μεταφορά φυσικού αερίου μέσω του East Med κυμαίνεται από 2,81 έως 3,5 δολάρια ανά εκατομμύριο Btu. Αντίστοιχα, το κόστος για την μεταφορά του αερίου με αγωγό μέσω Τουρκίας είναι 0,97 δολ., ενώ για την διοχέτευσή του σε υγροποιημένη μορφή μέσω Αιγύπτου το κόστος κυμαίνεται μεταξύ 3,65 και 4,5 δολ.[9] Η μεταφορά αερίου μέσω τουρκο-κυπριακού αγωγού, αν και μάλλον συνιστά λύση φθηνότερη του EastMed, παρουσιάζει τις δικές της δυσκολίες υλοποίησης. Αφενός προϋποθέτει την επίλυση του κυπριακού προβλήματος για να διευθετηθεί το θέμα της οριοθέτησης της ΑΟΖ και του διαμοιρασμού των εσόδων ανάμεσα στις δύο κοινότητες του νησιού, αφετέρου υπόκειται στο υψηλό πολιτικό ρίσκο που χαρακτηρίζει την Τουρκία. Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση της Αιγύπτου, όπου η κυβέρνηση Σίσι είναι αμφίβολο αν θα μπορέσει να διατηρήσει την εσωτερική κοινωνική συνοχή και σταθερότητα. Η δημιουργία τερματικού σταθμού υγροποίησης στο Βασιλικό, επίσης, δεν μπορεί να αποκλειστεί μελλοντικά, εφόσον ανακαλυφθούν νέες σημαντικές ποσότητες αερίου. Η εναλλακτική αυτή, όπως και η χρήση πλωτών σταθμών FLNG και CNG, θα έδινε αφενός την δυνατότητα επιλογής του πελάτη (καθώς δεν υπάρχει μόνιμη σχέση με μία χώρα όπως στην περίπτωση του αγωγού), ενώ θα συνέτεινε και στην ανάπτυξη της ελληνικής εμπορικής ναυτιλίας μέσω της μεταφοράς του αερίου.
Σε κάθε περίπτωση, είναι πολύ πιθανό να προκριθούν ταυτοχρόνως δύο έργα, πράγμα που σημαίνει ότι ο EastMed δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενος σε σχέση με τις υπόλοιπες εναλλακτικές επιλογές. Αυτό το ενδεχόμενο, πρέπει όμως να εξετάζεται πάντα υπό μία σημαντική παράμετρο: τα δεδομένα της αγοράς. Καθώς, οι τιμές της ενέργειας αναμένεται να παραμείνουν χαμηλά κατά τα επόμενα 4-5 χρόνια, πολλά επενδυτικά έργα είναι πιθανόν να καταστούν οικονομικά ασύμφορα. Ο ανταγωνισμός σε παγκόσμιο επίπεδο αναμένεται να γίνει εντονότερος, δεδομένου ότι οι νέες τεχνολογικές μέθοδοι έχουν κατεβάσει πολύ τα κόστη και έχουν αυξήσει την προσφορά, ιδιαίτερα στον κλάδο του υγροποιημένου αερίου. Συνεπώς, αν η ζήτηση δεν αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, υπάρχει πιθανότητα να μην καταστεί δυνατό να βρεθούν υποψήφιοι αγοραστές για το αέριο.
Με βάση τα δεδομένα αυτά, η υλοποίηση του EastMed φαίνεται να υπακούει περισσότερο στη μακροχρόνια γεωπολιτική επιταγή της σταδιακής απεξάρτησης της Ευρώπης απ’ το ρωσικό αέριο και όχι μόνον σε οικονομικά κριτήρια. Το πώς και αν θα συμβαδίσει η επιθυμία αυτή, με την πρόθεση της κυβέρνησης Τραμπ να προσεγγίσει διπλωματικά τη Ρωσία, την ίδια στιγμή που οι ΗΠΑ επιδιώκουν τη ραγδαία επέκταση του αμερικανικού ενεργειακού κλάδου, μένει να φανεί στο μέλλον.
Επιπροσθέτως, η Ελλάδα, θα πρέπει να λάβει υπόψιν της δύο ακόμη παράγοντες, στην περίπτωση που αποφασίσει να προχωρήσει στην υλοποίηση του EastMed: την έντονη αντίδραση και επιθετικότητα της Άγκυρας, που αν νιώσει ότι αποκλείεται απ’ το ενεργειακό παίγνιο στην Ανατολική Μεσόγειο θα προσπαθήσει με κάθε μέσο να ανατρέψει την κατάσταση αυτή· τις ενδεχόμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις που θα προκαλέσει η κατασκευή του αγωγού στην τουριστική βιομηχανία της χώρας.
Καταληκτικά, ο αγωγός EastMed, δείχνει να αποτελεί μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση για την ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης, πέραν των σαφών οικονομικών και γεωπολιτικών κινήτρων που προσφέρει στις συμμετέχουσες σε αυτόν χώρες. Η συνέχιση της ρωσικής ενεργειακής παρουσιάς στην Ευρώπη μέσω της πιθανότατης επέκτασης του αγωγού Nordstream, η διάθεση της Τουρκίας να θέτει εκβιαστικά διλήμματα στους Ευρωπαίους με την πρώτη δυνατή ευκαιρία και η αστάθεια που θα προκαλέσει μελλοντικά το κουρδικό ζήτημα, εγείρουν σοβαρούς κινδύνους στην περίπτωση που προκύψουν ενεργειακά μονοπώλια. Υπό αυτή την έννοια, ο EastMed είναι ένα έργο που θα προσδώσει την απαραίτητη διαφοροποίηση κινδύνου, που απαιτείται όχι μόνο για την ενεργειακή ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης.
*Ο Μιχάλης Διακαντώνης είναι οικονομολόγος, με μεταπτυχιακές σπουδές στις διεθνείς σχέσεις και συντονιστής έρευνας στον Τομέα Ρωσίας, Ευρασίας και Νοτιο-ανατολικής Ευρώπης (ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ.) του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.