Αναζωπυρώνεται η συζήτηση για τις προοπτικές δημιουργίας σταθμού LNG στο λιμάνι της Πάτρας, καθώς, όπως αναφέρει η εφημερίδα Πελοπόννησος, εκπρόσωποι της ΔΕΠΑ θα επισκεφθούν την περιοχή για επαφές με τους φορείς στις αρχές Φεβρουαρίου.
Η προοπτική αυτή μπορεί να ευοδωθεί μέσω του προγράμματος POSEIDON MED II, συντονιστής του οποίου είναι η ΔΕΠΑ, και στο οποίο συμμετέχουν τα λιμάνια του Πειραιά, της Πάτρας, του Ηρακλείου, της Ηγουμενίτσας (από την Ελλάδα), της Βενετίας (από την Ιταλία) και της Λεμεσού (από την Κύπρο).
Παρότι το πρόγραμμα αφορά LNG ναυτιλιακής χρήσης, η μονάδα που προβλέπεται να δημιουργηθεί στο λιμάνι μπορεί να είναι, υπό προϋποθέσεις, επεκτάσιμη προς τη ΒΙΠΕ της Πάτρας.
Ο ΟΛΠΑ φιλοδοξεί να τεθεί σε λειτουργία η μονάδα σε πέντε χρόνια
«Φιλοδοξούμε από τα 4 ελληνικά λιμάνια να είμαστε αυτό που θα φθάσει πρώτο να κόψει το νήμα. Το θέλει και η ΔΕΠΑ με την έννοια ότι η Πάτρα είναι τερματικό λιμάνι για τον διάδρομο της Αδριατικής και αυτό της δίνει ένα πλεονέκτημα. Χωροθετούμε το σημείο που θα γίνουν οι εγκαταστάσεις. Η παραλαβή θα γίνεται σε μια εξέδρα που θα είναι μέσα στο λιμάνι μας και από εκεί και πέρα θα υπάρχουν σωληνώσεις οι οποίες θα φέρνουν το υγροποιημένο φυσικό αέριο σε κάποιες δεξαμενές αποθήκευσης.
Μιλάμε για αέριο που είναι ψυγμένο στους -160 βαθμούς υπό μικρή πίεση, είναι μια απολύτως ασφαλής εγκατάσταση και το πρόγραμμα ωριμάζει τις μελέτες και τις αδειοδοτήσεις που πρέπει να γίνουν ώστε να πάμε στο αμέσως επόμενο πρόγραμμα που είναι το κατασκευαστικό. Έχει πολύ μεγάλη σημασία να έρθει το φυσικό αέριο στη Δυτική Ελλάδα γιατί το στερείται από χρόνια», υπογραμμίζει μιλώντας για το θέμα ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΟΛΠΑ Νίκος Κοντοές, όπως αναφέρει το thebest.gr.
Φιλοδοξία του ΟΛΠΑ αποτελεί εντός της πενταετίας να είναι ολοκληρωμένη η μονάδα και να τεθεί σε λειτουργία.
«Η υποδομή αυτή σχεδιάζεται να γίνει στο νότιο άκρο του νέου λιμανιού, η Δημόσια Επιχείρηση Αερίου με τα επιχειρησιακά της κριτήρια και την εμπειρία της την θεωρεί ιδανική αυτή τη θέση και επομένως ίσως αυτός είναι ο λόγος που την προωθεί. Εφόσον ολοκληρωθούν οι αδειοδοτήσεις υποβάλλεται ο κατασκευαστικός φάκελος και πρέπει να δούμε σε πιο χρηματοδοτικό πρόγραμμα θα μπει. Σύντομα θα είναι η ΔΕΠΑ στην Πάτρα για να συναντηθεί με τους φορείς της πόλης και αυτοί από την πλευρά τους να επισημάνουν την μεγάλη σημασία του εγχειρήματος αυτού» σημειώνει σχετικά ο κ. Κοντοές.
Όπως εξηγεί ο επικεφαλής του ΟΛΠΑ είναι πλέον διεθνής τάση η αντικατάσταση των συμβατικών καυσίμων με φυσικό αέριο, στην κατεύθυνση πιο φιλικών προς των περιβάλλον επιλογών, αλλά και πιο οικονομικών λύσεων για τα πλοία.
«Η εμπορική ναυτιλία μας κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, επομένως είναι μια αγορά που φαίνεται να ανοίγει. Μια αγορά τέτοια προς το LNG με μονάδα στην Πάτρα αντιλαμβάνεστε ότι ανοίγει νέες δραστηριότητες, επομένως θέσεις εργασίας, φθηνό καύσιμο για την βιομηχανία, άρα καλύτερη ανταγωνιστικότητα. Νομίζω ότι είναι μια σοβαρή αναπτυξιακή πρωτοβουλία που αναδεικνύει το λιμάνι σε πόλο ανάπτυξης και του δίνει πιο σημαντικό ρόλο», εκτιμά ο κ. Κοντοές.
Παράλληλα, σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, ο κ. Κοντοές δηλώνει αισιόδοξος ότι μπορεί στην πορεία το φυσικό αέριο να περάσει στη βιομηχανία και στην οικιακή χρήση καθώς η μονάδα, όπως σχεδιάζεται, είναι επεκτάσιμη είτε με αύξηση του όγκου των δεξαμενών είτε με πολύ συχνότερη επίσκεψη των πλοίων που θα τροφοδοτούν την μονάδα.
Το πρόγραμμα POSEIDON MED II
Στόχος του προγράμματος POSEIDON MED II είναι η εισαγωγή του υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) ως κύριο καύσιμο για τη ναυτιλιακή βιομηχανία και στην ανάπτυξη ενός επαρκούς δικτύου υποδομών ανεφοδιασμού των πλοίων με LNG.
Κι αυτό γιατί, έχει υιοθετηθεί σε πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο ο στόχος για 0,5% περιεκτικότητα των ναυτιλιακών καυσίμων σε θείο μέχρι το 2020.
Προς τούτο, οι πόροι του προγράμματος προβλέπεται να κατευθυνθούν στο σχεδιασμό μιας ολοκληρωμένης αλυσίδας λιμανιών για τη χρήση LNG ως καύσιμο στα πλοία, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης ενός εφοδιαστικού δικτύου για τη μεταφορά και διανομή LNG.
Το πρόγραμμα, συνολικού προϋπολογισμού 53.279.405 ευρώ, συγχρηματοδοτείται κατά 50% από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή («Συνδέοντας την Ευρώπη»), ενώ το υπόλοιπο 50% καλύπτεται από τους 26 εταίρους του προγράμματος που αφορούν επιχειρήσεις σε Ελλάδα, Κύπρο και Ιταλία.
Το έργο έχει διάρκεια 5 χρόνια και λήγει στο τέλος του 2020.