Με σκληρές διαπραγματεύσεις για νέο πρόγραμμα και νέα δοκιμασία από το γερμανικό κοινοβούλιο απειλεί ο Β. Σόιμπλε, αν φύγει το ΔΝΤ. Δεν ψηφίζεται νέο μνημόνιο, απαντούν κυβερνητικοί κύκλοι. Εμμένει στις θέσεις του το Ταμείο. Σε ρόλο γεφυροποιού η Κομισιόν. Αγνωστη η ημερομηνία επιστροφής των δανειστών.
Με την ημερομηνία επιστροφής των θεσμών στην Αθήνα να παραμένει ερώτημα, μετά τη χθεσινή συνεδρίαση του EwG που δεν έβγαλε εισιτήριο επιστροφής στην Αθήνα για τους δανειστές, τα διλήμματα για την ελληνική κυβέρνηση αυξάνουν.
Ο Β. Σόιμπλε έσπευσε να ανακατέψει ξανά την τράπουλα, δηλώνοντας πως αν το ΔΝΤ αποφασίσει να μείνει εκτός ελληνικού προγράμματος, τότε αυτό τερματίζεται και ξεκινούν νέες διαπραγματεύσεις για νέο πρόγραμμα (μνημόνιο), με τον ESM στη θέση του Ταμείου.
Κατά τον Σόιμπλε, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, «θα πρέπει οι Ευρωπαίοι να επιβάλουν όσα συμφωνήθηκαν σαφώς πιο αποτελεσματικά».
«Το τωρινό πρόγραμμα προϋποθέτει τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Αν συνεχίσουμε μόνοι μας, τότε θα πρέπει να διασφαλίσουμε καλύτερα τα συμπεφωνημένα. Τον ρόλο αυτό μπορούμε να τον αναθέσουμε στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM). Σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, έχουμε να κάνουμε με εντελώς νέα δεδομένα και θα έπρεπε να διασφαλίσουμε προηγουμένως την έγκριση της γερμανικής βουλής», τόνισε, δείχνοντας μια δύσκολη και πιθανότατα χρονοβόρα διαδικασία.
Παρότι το σχετικό δημοσίευμα (στη σημερινή Süddeutsche Zeitung) διέρρευσε αργά χθες το βράδυ, επίσημο σχόλιο από την κυβέρνηση δεν υπήρξε. Ανεπισήμως, στελέχη της επανέλαβαν με κατηγορηματικό τρόπο ότι «νέο μνημόνιο δεν πρόκειται να ψηφισθεί από την κυβέρνηση» και ότι «στην ευρωζώνη δεν υπάρχει μόνο το γερμανικό Κοινοβούλιο»…
Την ίδια στιγμή, όμως, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, το ΔΝΤ επαναλάμβανε τις σκληρές θέσεις: αν δεν μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα σε 3,5% του ΑΕΠ, θα απαιτηθούν νέα μέτρα. Η «εναλλακτική» γνωστή: να μειωθεί ο στόχος στο 1,5% του ΑΕΠ, κάτι που προσκρούει στις γνωστές γερμανικές θέσεις.
Μέσα σε αυτές τις συμπληγάδες, καλείται να πορευτεί η κυβέρνηση που, δια στόματος Ευκλείδη Τσακαλώτου, παραμένει αισιόδοξη ότι μπορεί να βρεθεί λύση.
Μετά τη συνάντηση με τον Πιερ Μοσκοβισί, ανέδειξε τη σημασία να ληφθούν πολιτικές αποφάσεις και να αποσαφηνίσει το ΔΝΤ τη στάση του, ως το «κλειδί» για να ξεμπλοκάρουν οι διαπραγματεύσεις. «Το ΔΝΤ πρέπει να λάβει τις αποφάσεις του. Πρέπει να ζυγίσει τις απόψεις του για το πρόγραμμα και το επίπεδο συμμετοχής του, αφού για το ΔΝΤ τα πράγματα δεν είναι πάντα άσπρο ή μαύρο».
Κατά τον υπουργό Οικονομικών, υπάρχει μια τριπλέτα θεμάτων: Η πρώτη αφορά στις μεταρρυθμίσεις μέσα στη χρονική περίοδο του προγράμματος, η δεύτερη στο δημοσιονομικό μονοπάτι μετά το τέλος του προγράμματος και η τρίτη στα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.
Από την πλευρά του και ο Πιερ Μοσκοβισί εμφανίστηκε καθησυχαστικός ως προς την επιστροφή των θεσμών: «Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η επιστροφή των θεσμών στην Αθήνα. Αν οι θεσμοί επιστρέψουν, θα είναι για να προετοιμάσουν τα τελευταία στοιχεία της συμφωνίας σε τεχνικό επίπεδο (staff level agreement), η οποία πιστεύουμε ότι θα πρέπει να προηγηθεί της ολοκλήρωσης της διαδικασίας, πριν την αξιολόγηση από το Eurogroup. Στην πραγματικότητα, σε ό,τι αφορά στις μεταρρυθμίσεις, πολύ λίγα παραμένουν ακόμα στο τραπέζι, όπως η μεταρρύθμιση της ενέργειας, η συζήτηση για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και η διορθωτική εκτίμηση του δημοσιονομικού κενού, σημείο στο οποίο η Επιτροπή εμμένει στα στοιχεία που αναφέρθηκαν τους προηγούμενους μήνες», είπε.
Αντιδράσεις και διάψευση
Στο μεταξύ, μετά από πολυήμερη καθυστέρηση, η κυβέρνηση διέψευσε επισήμως, δια του εκπροσώπου της Δημήτρη Τζανακόπουλου, το σενάριο που την ήθελε να συζητά και μείωση του αφορολόγητου για μετά το 2018 -μαζί με την παράταση του «κόφτη» για το ίδιο διάστημα-, σε μία ακόμα προσπάθεια να κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση.
Κατά τις πληροφορίες, υπήρξαν ισχυρές αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος όσο και εντός της κυβέρνησης, με κορυφαία στελέχη της να τονίζουν σε κατ' ιδίαν συζητήσεις τους ότι η μείωση του αφορολόγητου είναι «μη διαχειρίσιμη πολιτικά» κίνηση.
Ο κ. Τζανακόπουλος, ερωτηθείς σχετικά στο χθεσινό briefing, ξεκαθάρισε ότι δεν τίθεται θέμα μείωσης, είτε ως ένταξής της στον «κόφτη» είτε ως αυτόνομη ενέργεια.
Από την ΕΚΤ τα σπουδαία τον Μάρτιο
Μετά τα χαμένα «ορόσημα» των συνεδριάσεων του Eurogroup για την επίτευξη συμφωνίας (σ.σ. του Δεκεμβρίου και, όπως φαίνεται, του Ιανουαρίου), ο κ. Τζανακόπουλος εμφάνισε νέα «κομβική ημερομηνία»: αυτή της συνεδρίασης του ΔΣ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον Μάρτιο, όπου θα αποφασισθεί η ένταξη ή όχι της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση.
Επ’ αυτού, κυβερνητικές πηγές σημειώνουν ότι η ΕΚΤ καταρτίζει δική της έκθεση βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος, στη βάση της οποίας θα αποφασίσει την ένταξη στο QE. Ως εκ τούτου, εκτιμούν ότι η πίεση που ασκεί η Τράπεζα (σ.σ. εσχάτως μέσω του Μπενουά Κερέ), προκειμένου να κλείσουν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, έχει αποδέκτες το ΔΝΤ και το Βερολίνο, «και όχι την ελληνική πλευρά που εκπληρώνει τους στόχους του προγράμματος».
Την ίδια στιγμή, πάντως, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εμφανίσθηκε «άνετος» σε σχέση με τα χρονικά περιθώρια που έχει η κυβέρνηση για το κλείσιμο της αξιολόγησης.
«Αυτή τη στιγμή δεν είναι η ελληνική πλευρά η οποία πιέζεται. Δεν έχουμε χρηματοδοτικές ανάγκες που να είναι άμεσες. Αντιθέτως, έχουν εξασφαλιστεί οι χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού Δημοσίου για μακρό χρονικό διάστημα», είπε. Και πρόσθεσε ότι ο χρόνος πιέζει άλλα κράτη-μέλη, τα οποία μπαίνουν σε προεκλογική περίοδο και δεν έχουν κανένα λόγο να αναζωπυρώσουν την ελληνική κρίση με τεχνητό τρόπο.
Επ' αυτού τουλάχιστον φαίνεται να υπάρχει «συμφωνία» με το ΔΝΤ. Λίγες ώρες αργότερα, ο εκπρόσωπος του Ταμείου δήλωνε ότι δεν υπάρχει deadline για την απόφαση του ΔΝΤ, αν και πώς θα εμπλακεί στο πρόγραμμα, καθώς μεσοπρόθεσμα δεν υπάρχουν ασφυκτικές χρηματοδοτικές ανάγκες για την Ελλάδα. Προανήγγειλε δε ότι οι εκθέσεις για τη χώρα (άρθρο 4, ανάλυση βιωσιμότητας χρέους), που εκκρεμούν από τον Δεκέμβριο, θα δημοσιοποιηθούν «τις επόμενες εβδομάδες»…