Γράφει ο: Κώστας Ψωμιάδης
Τρίτη, 13 Δεκεμβρίου 2016 - 14:40
Η Socar και ο εκπρόσωπος της Κομισιόν στους Θεσμούς έχουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για το «ναυάγιο» στην πώληση του ΔΕΣΦΑ, όπως προκύπτει από στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η «F&M Voice» και προκύπτουν από πηγές των Βρυξελλών.
Από τα ίδια στοιχεία, προκύπτει ότι η ελληνική πλευρά δεν ευθύνεται για την κατάληξη των διαπραγματεύσεων, αλλά για τους χειρισμούς της υπόθεσης διαχρονικά, από την ανάδειξη του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση, τον Ιανουάριο του 2015.
Ακριβώς εκείνη την περίοδο βρίσκεται το… μυστικό της αποτυχίας ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ, μία αποκρατικοποίηση που -εξ αρχής (επί κυβέρνησης Σαμαρά)- ελέγχεται για το όφελος που θα είχε στο εγχώριο και ευρωπαϊκό σύστημα φυσικού αερίου, αλλά και για το οικονομικό αποτέλεσμα που θα προέκυπτε, όπως έχει αποκαλύψει στο παρελθόν η «F&M Voice».
Καμία απάντηση
Τα νέα στοιχεία, που φέρνουμε σήμερα στη δημοσιότητα, αποκαλύπτουν ότι η έρευνα που είχε σε εξέλιξη η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG Comp) της Κομισιόν, είχε σταματήσει από τις 21 Ιανουαρίου του 2015, δηλαδή πέντε ημέρες πριν τις εκλογές στην Ελλάδα.
Οι υπηρεσίες των Βρυξελλών δεν έλαβαν ποτέ τα στοιχεία που είχαν ζητήσει από την Socar, σχετικά με το εάν και κατά πόσο θα επηρεάσει την ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου, η εξαγορά του ΔΕΣΦΑ.
Πολύ περισσότερο, που, όπως αποκαλύπτει η έρευνα της «F&M Voice», η ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, σε άλλο έγγραφό της, από το 2014 είχε επιβάλλει στην κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν να προχωρήσει πρώτα σε συμφωνία με την Κομισιόν για την προσαρμογή στο ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς φυσικού αερίου.
Μείωση ποσοστού Φυσικά, τίποτε από όλα τα παραπάνω δεν έγινε, με αποτέλεσμα η έρευνα της DG Comp να «παγώσει». Αυτό σημαίνει ότι δεν υπήρξε ούτε η περιβόητη γνωμοδότηση της Κομισιόν, που ανέμεναν οι δύο πλευρές (κυβέρνηση και Αζέροι) σχετικά με την πώληση του 66% του ΔΕΣΦΑ, όπως ισχυρίζονταν στα ρεπορτάζ τους τα άλλα Μέσα Ενημέρωσης.
Ακόμη πιο αποκαλυπτικό είναι το γεγονός ότι οι κοινοτικές υπηρεσίες ποτέ δεν υποστήριξαν ότι η μείωση του ποσοστού που θα εξαγόραζε η Socar (κάτω από 49%) θα «ξεμπλόκαρε» την υπόθεση, κάτι που φαίνεται πως έπεσε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων στις ελληνο-αζερικές συνομιλίες.
Αποκλειστική ευθύνη Από τα στοιχεία, που προκύπτουν από τις Βρυξέλλες, είναι απολύτως εμφανές ότι την ευθύνη για το «ναυάγιο» την έχουν κατά κύριο λόγο οι Αζέροι και οι Θεσμοί. Κι αυτό διότι:
1.Η Socar δεν απάντησε στην DG Comp για τα στοιχεία που της ζητήθηκαν, οδηγώντας στο «πάγωμα» της έρευνας.
2.Οι Θεσμοί και, κυρίως, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, γνώριζαν για την εξέλιξη αυτή, αλλά δεν έκαναν το παραμικρό για να αφαιρεθεί η υπόθεση ΔΕΣΦΑ από τα προαπαιτούμενα της συμφωνίας του Αυγούστου 2015, ούτε από την «ενεργειακή ατζέντα» των μετέπειτα αξιολογήσεων.
3.Οι εκπρόσωποι της ελληνικής κυβέρνησης που χειρίστηκαν το θέμα, αρχής γενομένης από τον Παναγιώτη Λαφαζάνη, στη συνέχεια τον Πάνο Σκουρλέτη και τον Γιώργο Σταθάκη, αλλά και τους κ.κ. Αλ. Φλαμπουράρη και Δημ. Λιάκο, που διαπραγματεύθηκαν με τη Socar, φαίνεται πως δεν έθεσαν το θέμα της «παγωμένης» έρευνας, ούτε την προϋπόθεση για συμφωνία μεταξύ Βρυξελλών και Μπακού, ώστε να προχωρήσει η αποκρατικοποίηση.
Αντίθετα, συνέχισαν τη διαπραγμάτευση μέχρι την τελευταία ημέρα, ενώ συνέχιζαν να απαντούν στην αντιπολίτευση, που υποστήριζε ότι το βασικό πρόβλημα ήταν η περιβόητη «τροπολογία Σκουρλέτη» και κατηγορούσε την κυβέρνηση ως «διώκτη επενδυτών».
Το colpo grosso των Αζέρων
Τα ερωτήματα, λοιπόν, που προκύπτουν είναι πολλά και προς όλες τις κατευθύνσεις, καθώς από τις σημερινές μας αποκαλύψεις προκύπτει ότι οι δύο πρώτοι γνώριζαν, αλλά συνέχιζαν να «τρέχουν» την υπόθεση, ενώ η ελληνική πλευρά είτε δεν γνώριζε τις εξελίξεις, είτε δεν χειρίστηκε όπως θα έπρεπε το θέμα κατά τις διαπραγματεύσεις.
Το κυριότερο συμπέρασμα, πάντως, είναι ότι σε αυτό καθ’ εαυτό το «ναυάγιο» της υπόθεσης ΔΕΣΦΑ δεν ευθύνεται η κυβέρνηση, όπως επιχείρησε να παρουσιάσει η αντιπολίτευση, αλλά η πλευρά των Αζέρων, που με κουτοπόνηρο τρόπο προσπάθησαν να βάλουν μπροστά τους Έλληνες να λύσουν τη δική τους διαφορά με τις Βρυξέλλες.
Επιπλέον, ενώ οι κοινοτικοί αξιωματούχοι είχαν, ήδη, διαπιστώσει ότι η πώληση του ΔΕΣΦΑ θα επηρέαζε αρνητικά τον ανταγωνισμό και την ασφάλεια εφοδιασμού της Ευρώπης, συνέχιζαν να περιλαμβάνουν την αποκρατικοποίηση στα προαπαιτούμενα.
Διαπραγματευτικό χαρτί
Με τις αποκαλύψεις της «F&M Voice» προκύπτει ένα σοβαρό επιχείρημα στα χέρια της ελληνικής κυβέρνησης, για να ζητήσει από τους Θεσμούς να αφαιρέσουν το ποσό των 188 εκατ. ευρώ από το κόστος των προαπαιτούμενων, καθώς το «ναυάγιο» δεν το προκάλεσε η Αθήνα, αλλά οι Αζέροι, εν γνώσει των ίδιων των Θεσμών.
Ασύμφορη η αρχική συμφωνία
Η υπόθεση αποκρατικοποίησης του ΔΕΣΦΑ πέρασε από… σαράντα κύματα, με την πρώτη σύμβαση, που υπέγραψε η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου με τους Αζέρους.
Τότε, το τίμημα διαμορφώθηκε σε 400 εκατ. ευρώ, από τα οποία τα 188 εκατ. θα κατέληγαν στο Δημόσιο και τα υπόλοιπα στον όμιλο «Ελληνικά Πετρέλαια», που θα διέθεταν το 35% των μετοχών του Διαχειριστή. Πέρα από το μικρό όφελος για το δημόσιο ταμείο, η αρχική σύμβαση περιελάμβανε και κάποιες παραμέτρους, που άφηναν έντονο άρωμα «ξεπουλήματος».
Η ρύθμιση για την ανάκτηση των τελών δικτύου, από προηγούμενες χρήσεις, οδηγούσε τον μελλοντικό επενδυτή να προσδοκά έσοδα που ξεπερνούσαν τα 830 εκατ. ευρώ, ποσό, δηλαδή, διπλάσιο από το τίμημα που προσέφερε!
Εξομάλυνση ρύθμισης
Παράλληλα, παρά τα αιτήματα της τότε κυβέρνησης, οι Αζέροι δεν έδωσαν ποτέ υποσχέσεις για φθηνότερες ποσότητες αερίου, που θα έφερναν στην Ελλάδα μέσω του αγωγού TAP και θα τις διαχειρίζονταν οι ίδιοι μέσω του ΔΕΣΦΑ.
Η σημερινή κυβέρνηση, μέσω της «τροπολογίας Σκουρλέτη» επιχείρησε να εξομαλύνει την αρχική ρύθμιση, που ήταν εξόφθαλμα (και εξωπραγματικά για ελεύθερη αγορά) υπέρ του μελλοντικού επενδυτή, με την αλλαγή του υπολογισμού των τελών δικτύου, μειώνοντας το τελικό ποσό στο ένα τρίτο (περίπου 285 εκατ. ευρώ), ενώ με τη γνωμοδότηση της ΡΑΕ το ύψος του αναπροσαρμόστηκε σε περίπου 325 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο, από το ρεπορτάζ της «F&M Voice» προκύπτει ότι αφενός η υπόθεση του ΔΕΣΦΑ «ναρκοθετήθηκε» από τους ίδιους τους Αζέρους κι αφετέρου η συγκεκριμένη επένδυση δεν έχει καμία σύνδεση με την αντίστοιχη του αγωγού TAP, όπως ρητά αναφέρεται στα έγγραφα των υπηρεσιών της Κομισιόν.
Άλλωστε, οι ισχύοντες κοινοτικοί κανονισμοί επικεντρώνονται στις συνθήκες ανταγωνισμού στην ευρωπαϊκή αγορά, τις οποίες υπήρχε υποψία ότι θα παραβίαζε η Socar, με το άτυπο μονοπώλιο που θα είχε, εξαγοράζοντας τον ΔΕΣΦΑ, ενώ προέκυψε και σοβαρό θέμα για την ασφάλεια εφοδιασμού των ευρωπαϊκών αγορών.
Ένας πολίτης γνωρίζει περισσότερα!
Τα στοιχεία-φωτιά, που προκύπτουν στην υπόθεση της αποκρατικοποίησης του ΔΕΣΦΑ επιβεβαιώνονται και από την αλληλογραφία με τις υπηρεσίες των Βρυξελλών, που είχε ένας παλαιός γνώριμος της «F&M Voice», ο σύμβουλος Στρατηγικής και Ανάπτυξης της αγοράς φυσικού αερίου, Σάββας Πούλος.
Γνωρίζοντας πολύ καλά τη λειτουργία και τις κρίσιμες λεπτομέρειες της αγοράς σε όλη την Ευρώπη, ο κ. Πούλος απευθύνθηκε στην ηγεσία της Ε.Ε., θέτοντας υπόψη τους ότι η πώληση του ΔΕΣΦΑ με το συγκεκριμένο μοντέλο αποκρατικοποίησης και κάτω από τις παρούσες συνθήκες διπλωματίας, θα είχε αρνητικές συνέπειες στο σύνολο της ευρωπαϊκής αγοράς, πριν καν εκδηλωθεί το ενδιαφέρον των Αζέρων για τον ΔΕΣΦΑ.
Ανοιχτή επιστολή σε Τσίπρα
Μάλιστα, σχεδόν αμέσως απάντησαν ο τότε πρόεδρος της Κομισιόν, Μανουέλ Μπαρόσο, ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν βαν Ρομπάι και ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος παρέπεμψε το θέμα στις αντίστοιχες υπηρεσίες, για περαιτέρω εξέταση, καθώς τα στοιχεία που παρέθετε ο Έλληνας σύμβουλος ήταν σοβαρά, τεκμηριωμένα και έπρεπε να συνεξετασθούν.
Την παραμονή του «ναυαγίου» στην υπόθεση του ΔΕΣΦΑ, ο κ. Πούλος δημοσίευσε μία ανοιχτή επιστολή προς τον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, στην οποία παρουσίαζε και τις απόψεις και τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει ο ίδιος ή προέκυπταν από την αλληλογραφία του με τις Βρυξέλλες, από την οποία προέκυπτε ότι το deal με τη Socar είχε τελειώσει για την DG Comp, από τον Φεβρουάριο του 2015, με υπαιτιότητα των Αζέρων.
Έπραξε το… αυτονόητο
Σε επικοινωνία της «F&M Voice» με τον κ. Πούλο, μετά από τα στοιχεία που προέκυψαν από το ρεπορτάζ και στο ερώτημα με ποια στρατηγική κατάφερε να προκαλέσει το ενδιαφέρον τόσο της ευρωπαϊκής ηγεσίας, όσο και των υπηρεσιών της Ε.Ε., ο σύμβουλος στρατηγικής δήλωσε ότι έπραξε το… αυτονόητο, με βάση τον τρόπο λειτουργίας των κοινοτικών οργάνων: Απέδειξε με στοιχεία ότι η πώληση του ΔΕΣΦΑ δεν ήταν απλώς ένα «ελληνικό πρόβλημα», αλλά θα απέβαινε εις βάρος της ευρωπαϊκή ασφάλειας εφοδιασμού με φυσικό αέριο.
Επέμεινε δε, ότι μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί η χώρα να προωθήσει τα συμφέροντά της στις Βρυξέλες.
Αρνητικές συνέπειες
Όσον αφορά στο εάν η ελληνική πλευρά κινήθηκε με ανάλογο τρόπο, ο κ. Πούλος ήταν επιφυλακτικός: Εκτιμά ότι η Αθήνα δεν κίνησε ανάλογες διαδικασίες, όπως ο ίδιος. Πολύ περισσότερο, ότι κυβερνητικά στελέχη που ενεπλάκησαν με την υπόθεση έδειχναν ότι το κύριο θέμα για τον ΔΕΣΦΑ ήταν μόνο η οικονομική διάσταση της υπόθεσης, ενώ τα κοινοτικά όργανα εξέταζαν την υπόθεση μόνο για θέματα ανταγωνισμού και ασφάλειας εφοδιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Διατηρώ επιφυλάξεις για το εάν γνώριζαν ακόμη και την κατάληξη της έρευνας της ευρωπαϊκής Επιτροπής Ανταγωνισμού», ανέφερε ο κ. Πούλος στην «F&M Voice», σημειώνοντας ότι εάν όντως το γνώριζαν, δεν υπήρχε λόγος να γίνει τόση φασαρία με την αποκρατικοποίηση του ΔΕΣΦΑ, από τις αρχές του 2015, όταν η συγκεκριμένη έρευνα «διεκόπη», με υπαιτιότητα της Socar, όπως προκύπτει ξεκάθαρα από την αλληλογραφία του Έλληνα συμβούλου, με τις υπηρεσίες της Κομισιόν.
Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και θετική κατάληξη να είχε η υπόθεση, στη συνέχεια η DG Comp δεν θα ενέκρινε τη μεταβίβαση, με πολύ μεγαλύτερες αρνητικές συνέπειες, απ’ ότι το πρόσφατο «ναυάγιο».
Αναπάντητα ερωτήματα
Ο κ. Πούλος ανέφερε επίσης στην εφημερίδα μας ότι, οι κοινοτικές υπηρεσίες δεν επιβεβαιώνουν ότι υπάρχει σε κάποιο κοινοτικό έγγραφο η σύμφωνη γνώμη της DG Comp για εξαγορά ποσοστού μικρότερου του 50% από τη Socar. Αντίθετα, φαίνεται πως πρόκειται για θέση που διατυπώθηκε σε κάποια φάση των διαπραγματεύσεων, από την ελληνική πλευρά (κυβέρνηση ή ΤΑΙΠΕΔ;), αλλά δεν εξετάσθηκε επί της ουσίας, καθώς ακόμη και εάν οι Αζέροι αποκτούσαν πολύ μικρότερο ποσοστό, θα υπήρχε και πάλι το ίδιο πρόβλημα, καθώς δεν απάντησαν ποτέ στα ερωτήματα που τους έθεσαν οι Βρυξέλλες.
Τέλος, ο κ. Πούλος αναρωτήθηκε τι είναι πιο ζημιογόνο για τη χώρα: Να αντιλαμβάνονται οι επενδυτές ότι η Ελλάδα ακολουθεί την κοινοτική νομοθεσία, η οποία εξασφαλίζει την οποιαδήποτε επένδυση, ή να βλέπουν ότι η Ελλάδα δεν γνωρίζει τους κοινοτικούς κανόνες και τις προβλεπόμενες διαδικασίες, που σχετίζονται με τεράστιες επενδύσεις;
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα F&M Voice την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2016.
(από fmvoice.gr)