Μετά τη συμφωνία για την παράταση της εγγυητικής επιστολής της Socar ως τα τέλη Οκτωβρίου και τη σύσταση επιτροπής υπό την υψηλή εποπτεία του πρωθυπουργού, η υπόθεση της πώλησης του 66% του ΔΕΣΦΑ έχει πλέον εισέλθει σε νέα φάση, χωρίς ωστόσο να θεωρείται δεδομένη η αίσια έκβαση της.
Η ελληνική κυβέρνηση αντιμετωπίζει ισχυρές πιέσεις, κυρίως από ευρωπαϊκές πηγές, για την ολοκλήρωση του διαγωνισμού, ωστόσο, αν και έχει κάνει το τελευταίο διάστημα κινήσεις καλής θέλησης, δεν δείχνει διατεθειμένη να ικανοποιήσει ανεδαφικά αιτήματα που εκφράστηκαν από στελέχη της Socar, όπως για παράδειγμα η μείωση του τιμήματος εξαγοράς.
Και μπορεί η πλευρά των Αζέρων να ισχυρίζεται ότι μειώθηκε η αξία του ΔΕΣΦΑ κατά 40%-50% μετά την τροπολογία Σκουρλέτη για την αφαίρεση επιχορηγήσεων 200 εκατ. ευρώ από τη ρυθμιζόμενη περιουσιακή βάση του Διαχειριστή και το «ψαλίδι» στην ανακτήσιμη διαφορά της περιόδου 2006-2015 (σε 285 από 829 εκατ. ευρώ προηγουμένως), ωστόσο η πραγματικότητα είναι ότι η αξία του Διαχειριστή έχει αυξηθεί την τελευταία τριετία και σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογείται -ειδικά σήμερα- το πολύ χαμηλό τίμημα των 400 εκατ. ευρώ.
Πηγές που εμπλέκονται ενεργά στις διαπραγματεύσεις εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους για τις πραγματικές προθέσεις της αζέρικης εταιρείας, παρά τα όσα συμφώνησε ο επικεφαλής της Socar κατά τη συνάντησή του με τον πρωθυπουργό, νωρίτερα αυτή την εβδομάδα.
Η σύσταση της επιτροπής, στην οποία θα συμμετέχουν από ελληνικής πλευράς ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Δημήτρης Λιάκος και ο υπουργός Επικρατείας Αλέκος Φλαμπουράρης, δεν εγγυάται σε καμία περίπτωση την επιτυχή έκβαση των διαβουλεύσεων. Σημειώνεται ότι μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα αναμένεται να ξεκινήσουν εκ νέου οι επαφές του υπουργού Ενέργειας με στελέχη της Socar.
Ο σκεπτικισμός που επικρατεί στην ελληνική κυβέρνηση οφείλεται τόσο στα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζει η αζέρικη εταιρεία λόγω της πτώσης των εσόδων της από τη «βουτιά» των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, όσο και στη μεγάλη υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, που ανεβάζει τον «λογαριασμό» για την εξαγορά του ΔΕΣΦΑ.
Κρίσιμος παράγοντας για την έκβαση των διαβουλεύσεων είναι και η στάση που θα ακολουθήσει η ιταλική Snam, η οποία θεωρείτο δεδομένο ότι θα αποκτήσει -τουλάχιστον- το 17% του Διαχειριστή, με το υπόλοιπο 49% να περνά στον έλεγχο της Socar.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ιταλική εταιρεία φέρεται να ενδιαφέρεται να αποκτήσει μεγαλύτερο ποσοστό, έως και 30%, σε συμφωνία πάντα με την πλευρά των Αζέρων.
Σε αυτή την περίπτωση, εκτιμάται ότι θα μπορούσε να αρθεί το αδιέξοδο και να επέλθει συμφωνία, ώστε και ο διαγωνισμός να έχει αίσιο τέλος και η Socar να δώσει λιγότερα χρήματα, κρατώντας μικρότερο ποσοστό.
Επιπλέον κίνητρο για τους αγοραστές είναι και η αναμενόμενη μείωση της περιόδου επιμερισμού της ανακτήσιμης διαφοράς σε 25-30 χρόνια, από 40 προηγουμένως, που θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμολογίων χρήσης του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου σε 30% ως 35% το μέγιστο.