Η παραίτηση του Διευθύνοντος Συμβούλου Κ. Ξιφαρά που ζήτησε – και πήρε – ο υπουργός Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης σηματοδοτεί την πρόθεσή του να έχει τον απόλυτο έλεγχο των εξελίξεων, με ανθρώπους της εμπιστοσύνης του, τη στιγμή που η υπόθεση του ΔΕΣΦΑ, με την επίσκεψη σήμερα στην Αθήνα των Ιταλών της SNAM, μπαίνει στην πιο κρίσιμη καμπή.
Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Πάνος Σκουρλέτης ζήτησε χθες από τον Κωνσταντίνο Ξιφαρά, Διευθύνοντα Σύμβουλο του ΔΕΣΦΑ (είχε τοποθετηθεί στη θέση αυτή επί κυβέρνησης Σαμαρά), να διευκολύνει με την αποχώρησή του την επόμενη ημέρα στο ΔΕΣΦΑ, αλλά και τα εναλλακτικά σχέδια της κυβέρνησης για την ιδιωτικοποίηση του Διαχειριστή.
Ο κ. Ξιφαράς, ο οποίος είχε και παλαιότερα θέσει την παραίτησή του στη διάθεση Σκουρλέτη και ο οποίος συμβίωνε με τον νυν πρόεδρο Σωτήρη Νίκα πάνω σε μια "λεπτή κόκκινη γραμμή", υπέβαλλε πράγματι την παραίτησή του.
Η παραίτηση όμως έρχεται σε μια στιγμή που ξεκινά η διαπραγμάτευση για την τύχη του ΔΕΣΦΑ, αφενός με τους Ιταλούς (σήμερα βρίσκονται στην Αθήνα) και αφετέρου με τους Αζέρους, η εγγυητική επιστολή των οποίων εκπνέει στο τέλος Σεπτεμβρίου.
Τις επόμενες ημέρες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θα ξεκαθαρίσει το τοπίο σχετικά με την τύχη της ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ και θα φανεί ποιο από τα τρία πιθανά σενάρια θα επιβεβαιωθεί:
· Συμφωνία, στη βάση αμοιβαίων παραχωρήσεων, με τους Αζέρους της SOCAR και ολοκλήρωση της διαδικασίας παραχώρησης
· Τροποποίηση του deal με απίσχναση του ρόλου της SOCAR και ενεργότερη συμμετοχή των Ιταλών της SNAM
· Ναυάγιο του διαγωνισμού και επαναπροκήρυξη με νέους όρους στο επόμενο διάστημα.
Σήμερα οι Ιταλοί της SNAM θα βρεθούν στην Αθήνα για να συζητήσουν με τους επιτελείς του ΥΠΕΝ.
Τις αμέσως επόμενες ημέρες θα υπάρξουν επαφές με τους Αζέρους της SOCAR οι οποίοι «περιμένουν» κάποια πρόταση που να αντισταθμίζει την απώλεια στην αξία του ΔΕΣΦΑ που υπολογίζουν ότι προέκυψε από την περίφημη τροπολογία Σκουρλέτη για τον επανυπολογισμό της ρυθμιζόμενης περιουσιακής βάσης του διαχειριστή και τη μείωση της "ανακτήσιμης διαφοράς".
Υπό τις παρούσες συνθήκες, μια πιθανή λύση "win-win" για τυχόν άρση του αδιεξόδου θα μπορούσε να αναζητηθεί μόνον μέσα από τις αποφάσεις της ΡΑΕ και συγκεκριμένα:
- να μη μειωθεί υπερβολικά η απόδοση του επενδεδυμένου κεφαλαίου (Wacc), που αναγνωρίζεται ως εύλογη για το ΔΕΣΦΑ, δηλαδή 11% το χρόνο, και η οποία είναι συμφωνημένη με την SOCAR από το 2012.
- Να μην μειωθεί το επιτόκιο που υπολογίζεται για τα λεγόμενα "μη ανακτήσιμα κεφάλαια", δηλαδή για τα ποσά εκείνα τα οποία έχει επενδύσει στο παρελθόν ο ΔΕΣΦΑ και τοκίζονται με επιτόκιο 10% το χρόνο.
- Να επαναπροσδιοριστεί ο Συντελεστής Βραχυχρόνιων Συμβάσεων, ένας δείκτης που επηρεάζει σημαντικά την τελική απόδοση και το μέρισμα που λαμβάνουν οι μέτοχοι του Διαχειριστή.
Σε επίπεδο νομοθετικό, με δεδομένο ότι η τροπολογία Σκουρλέτη έχει γίνει σαφές ότι δεν αποσύρεται, εκτιμάται ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια μικρή βελτίωση για τους μετόχους του ΔΕΣΦΑ μέσα από τον καθορισμό του χρόνου ανάκτησης της "ανακτήσιμης διαφοράς" στα 30 χρόνια από 40 που είναι τώρα και της προσαύξησής της όχι με βάση τον πληθωρισμό αλλά "με κάτι παραπάνω" όπως λέγεται χαρακτηριστικά από παράγοντες που γνωρίζουν το θέμα.