Ιδιαίτερα αρνητικές επιπτώσεις για την οικονομία προκαλώντας αλυσιδωτές αυξήσεις σε στην αγορά θα έχει η αύξηση της φορολογίας στα καύσιμα, επισημαίνει ο Σύνδεσμος Εταιριών Εμπορίας Πετρελαιοειδών Ελλάδας σχολιάζοντας το ενδεχόμενο αύξησης του ειδικού φόρου κατανάλωσης σε βενζίνη και πετρέλαιο κίνησης.
Η αύξηση εσόδων που προσδοκά το κράτος είναι αμφίβολο ότι μπορεί να επιτευχθεί με αύξηση των φόρων στα καύσιμα σημειώνει ο ΣΕΕΠΕ και αναφέρει ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την αύξηση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης, που από τα 60 ευρώ αυξήθηκε στα 330 ευρώ το 2012, σημειώνοντας ότι δεν αυξήθηκαν τα συνολικά κρατικά έσοδα, ενώ ταυτόχρονα επιδεινώθηκε η δυνατότητα σημαντικού μέρους του πληθυσμού να θερμανθεί επαρκώς.
Τυχόν αύξηση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο κίνησης, σύμφωνα με το ΣΕΕΠΕ, θα αυξήσει σημαντικά και το μεταφορικό κόστος, που θα περάσει στις τελικές τιμές σε μεγάλο αριθμό προϊόντων. Το αποτέλεσμα, σημειώνει ο ΣΕΕΠΕ, θα είναι η οικονομική ασφυξία των επαγγελματιών των περισσότερων κλάδων και η αύξηση των τιμών στο «ράφι» εις βάρος του ήδη υπερφορολογούμενου πολίτη.
Περιγράφοντας τις επιπτώσεις στον κλάδο καυσίμων, επισημαίνει ότι, παρόλο που οι σημερινές διεθνείς τιμές του πετρελαίου κινούνται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών και έχουν οδηγήσει τις τιμές λιανικής των καυσίμων σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, η αγορά στο πρώτο δίμηνο του 2016 υποχωρεί περαιτέρω, κατά 10%. Ωστόσο, ενδέχεται το επόμενο διάστημα οι τιμές του πετρελαίου να αυξηθούν λόγω διεθνών εξελίξεων, σημειώνει ο ΣΕΕΠΕ και συμπληρώνει ότι οι συγκριτικά με το παρελθόν χαμηλότερες τιμές δεν αφήνουν να φανεί το γεγονός ότι στη χώρα μας το ύψος της φορολογίας στα καύσιμα είναι εξαιρετικά υψηλό, από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Σήμερα, η επιβάρυνση των φόρων και δασμών στις τιμές του καταναλωτή στην αντλία είναι 70% για τις βενζίνες, 55% για το πετρέλαιο κίνησης και 50% για το πετρέλαιο θέρμανσης.
Ενδεχόμενη αύξηση στη φορολογία των καυσίμων θα επιβαρύνει τους οικογενειακούς και επιχειρηματικούς προϋπολογισμούς, θα οδηγήσει σε μείωση καταναλώσεων, με αποτέλεσμα τα τελικά οφέλη για τα κρατικά έσοδα να είναι μηδαμινά, καταλήγει ο ΣΕΕΠΕ.