Θέμα ημερών είναι, σύμφωνα με πληροφορίες του energypress, η υποβολή των στοιχείων κοστολογίου του ΔΕΣΦΑ προς τη ΡΑΕ, προκειμένου η ανεξάρτητη αρχή να καθορίσει –βάσει των αρμοδιοτήτων της– τα νέα ρυθμιζόμενα τιμολόγια δικτύου.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι η απαιτούμενη αύξηση που προκύπτει από τα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ είναι κατ΄ ελάχιστον 30% σε σχέση με τα σημερινά τιμολόγια.
Βάσει νόμου, ο διαχειριστής (ΔΕΣΦΑ) πρέπει μέχρι τέλη Μαΐου (προθεσμία που δεν τηρήθηκε λόγω της ρευστότητας της κατάστασης), να αποστείλει προς τη ΡΑΕ τα σχετικά στοιχεία ώστε στη συνέχεια να ληφθεί η απόφαση για τα νέα τέλη δικτύου. Μάλιστα έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η τελευταία αναθεώρηση του κανονισμού τιμολόγησης είχε γίνει το 2012 και βάσει των όσων προβλέπονται, ανά τρία χρόνια ο κανονισμός αυτός αναθεωρείται.
Μάλιστα ο ΔΕΣΦΑ είχε αναθέσει στην εταιρεία PWC μελέτη για την αναθεώρηση του κανονισμού τιμολόγησης, μελέτη η οποία έχει ολοκληρωθεί και συνοδεύει τα λοιπά στοιχεία του Διαχειριστή.
Γιατί όμως προκύπτουν τόσο μεγάλες αυξήσεις στα τέλη δικτύου; Διότι, όπως πληροφορείται το energypress, τα δεδομένα έχουν αλλάξει δραματικά σε σχέση με το 2012, όταν καθορίστηκαν τα σημερινά τιμολόγια.
Η κυριότερη αλλαγή αφορά στο γεγονός ότι έχει μειωθεί δραματικά η κατανάλωση αερίου, που σημαίνει ότι ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα δεδομένα, τα κόστη του δικτύου θα πρέπει να καλυφθούν από σημαντικά μικρότερες ποσότητες αερίου (από 4,219 δις κυβικά μέτρα το 2012, σε 2,78 δις κυβικά μέτρα το 2014).
Η δεύτερη αλλαγή που οδηγεί στην κατεύθυνση των αυξήσεων είναι η δυσμενής χρηματοοικονομική κατάσταση που έχει αυξήσει σημαντικά τα κόστη του διαχειριστή που πρέπει να καλυφθούν από την εύλογη απόδοση του δικτύου.
Σημειώνεται ότι στον προϋπολογισμό του ΔΕΣΦΑ έχουν υπολογιστεί για την τριετία 2016 – 2018 αυξημένα τέλη σε σχέση με εκείνα που υπήρχαν στην τριετία 2013 – 2015, σύμφωνα με την οπισθοβαρή κατανομή που είχε αποφασιστεί να γίνει και η οποία βασιζόταν στην αρχή ότι ο ΔΕΣΦΑ θα ανακτήσει τα επενδυτικά κόστη που έχει καταβάλει για την ανάπτυξη του δικτύου μέσα σε διάστημα 20 ετών.
Επομένως η υποβολή των στοιχείων για τον καθορισμό των νέων χρεώσεων, δεν μπορεί να μη συνοδεύεται και από αίτημα για αύξηση των τελών εκ μέρους του ΔΕΣΦΑ. Εκτός των νομικών συνεπειών που θα σήμαινε για τη διοίκηση του ΔΕΣΦΑ το να μη ζητήσει αύξηση των τελών (απιστία και παράβαση καθήκοντος), υπάρχει υποχρέωση και απέναντι στη Socar ώστε να μην υπάρξει οικονομική επιβάρυνση της εταιρείας στο διάστημα πριν την ολοκλήρωση της πώλησης.
Βεβαίως, όλα αυτά τελούν υπό την αίρεση των προθέσεων του αρμόδιου υπουργείου παραγωγικής ανασυγκρότησης περιβάλλοντος και ενέργειας, το οποίο μέχρι σήμερα έχει σηκώσει απαγορευτικό απέναντι σε οποιαδήποτε αύξηση στους ενεργειακούς λογαριασμούς είτε αυτοί αφορούν το ρεύμα είτε το φυσικό αέριου.